Φτάνοντας στην πόλη Aswan, το νοτιότερο αστικό κέντρο της Αιγύπτου, η οδική αποστολή μου στην χώρα των Φαραώ έφτανε αισίως στο τέλος της. Από το λιμάνι της πόλης, ένα ποταμόπλοιο (που διέσχιζε μια φορά την εβδομάδα τα νερά της λίμνης Nasser) θα με μετέφερε στη σουδανική πόλη Wadi Halfa. Ήταν αναμενόμενο λοιπόν, το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου παραμονής μου στο ειδυλλιακό Aswan να αναλωθεί στις προετοιμασίες της ατμοπλοϊκής μετάβασής μου στο Σουδάν και λιγότερο με την γνωριμία των φαραωνικών μνημείων της πόλης…
Ατμοπλοϊκός εφιάλτης
Σειρά είχε πλέον η μυθική Νουβία των αρχαίων να καλωσορίσει τον δίτροχο ταξιδευτή του Νότου. Μόνο όποιος έχει ταξιδέψει επιβάτης σ’ ένα τριτοκοσμικό τρένο στην Ινδία είναι σε θέση να καταλάβει τις τραγικές συνθήκες που βίωσα εν πλω, διασχίζοντας την λίμνη Nasser μ’ εκείνο το άθλιο σαπιοκάραβο.
Η μετάβαση από την πόλη Aswan της Αιγύπτου στην Wadi Halfa του Σουδάν ήταν μια φρικτή εμπειρία διάρκειας 18 ωρών, που ειλικρινά δεν θα ήθελα να ξαναζήσω: υπεράριθμοι επιβάτες που κοιμόντουσαν και στα πιο απίθανα σημεία, βρωμιά και σκουπίδια παντού, δυσοσμία, καυτές λαμαρίνες, φασαρία και ένας ήλιος να πυρπολούσε αλύπητα το μικρό πλοιάριο. Κι εγώ, στριμωγμένος σε μια μικρή γωνιά, αγκαλιά με τις αποσκευές μου, έδινα συνεχώς κουράγιο στον εαυτό μου…
Μοναδική παρηγοριά στα ακτοπλοϊκά δεινά που βίωνα καρτερικά αποτελούσε η εικόνα της απέραντης λίμνης, η οποία φάνταζε σαν μια μικρή θάλασσα μέσα στην κίτρινη απεραντοσύνη της ερήμου Σαχάρας. Η λίμνη Nasser δημιουργήθηκε το 1971 μετά την κατασκευή του φράγματος στο Aswan, ένα έργο που υπαγορεύτηκε από την επιτακτική ανάγκη να τιθασευτούν τα νερά του Νείλου και να αυξηθούν οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Αυτό όμως είχε και το κόστος του: σαράντα πέντε χωριά κατά μήκος του Νείλου -ανάμεσά τους και η αρχική πόλη Wadi Halfa- βούλιαξαν για πάντα στο βυθό της λίμνης, ενώ περίπου 50.000 γηγενείς εγκατέλειψαν για πάντα τις εστίες τους.
Και μπορεί εγώ να προχωρούσα μπροστά, η σκέψη μου όμως παρέμενε πίσω, στην πόλη Aswan της Αιγύπτου. Εκεί είχα αφήσει με σπαραγμό καρδιάς την μοτοσυκλέτα, η οποία υποτίθεται ότι θα με ακολουθούσε λίγες ώρες μετά (;), φορτωμένη σ’ ένα εμπορικό πλοιάριο. Άλλο άγχος κι αυτό…Μετά από όσα είχα περάσει στο λιμάνι του Port Said, δικαίως ήμουν τόσο ανήσυχος και αναστατωμένος.
Η γνωριμία μου με τη σουδανική πραγματικότητα ξεκίνησε από την υποτυπώδη αποβάθρα όπου έδεσε το πλοιάριο, συνεχίστηκε στους χωματόδρομους της πλινθόκτιστης Wadi Halfa και ολοκληρώθηκε λίγο αργότερα σ’ ένα υπαίθριο ξενοδοχείο, με κρεβάτι στην άμμο και ύπνο κάτω από τον έναστρο αφρικανικό ουρανό. Στην Wadi Halfa, την οποία αγκάλιαζε ασφυκτικά το σκληρό και απόκοσμο οικοσύστημα της Σαχάρας και την μαστίγωναν θερμοκρασίες που άγγιζαν τους 45 βαθμούς Κελσίου, παρέμεινα για τρεις ολόκληρες μέρες.
Η μοτοσυκλέτα κατέφτασε δυο μέρες μετά την άφιξή μου (ενώ όλοι στο Aswan με διαβεβαίωναν ότι δεν θα αργούσε περισσότερο από 8-10 ώρες), σκεπασμένη όμως από τόνους ζυμαρικών! Δίχως ουσιαστική βοήθεια από τους απρόθυμους λιμενεργάτες, χρειάστηκε να μετακινήσω ο ίδιος με τα χέρια μου εκατοντάδες πακέτα μακαρόνια Νο 3, προκειμένου να απελευθερωθεί η μοτοσυκλέτα και να την βγάλω στην αποβάθρα! Η διαδικασία απεγκλωβισμού της ΚΤΜ ξεκίνησε στις 09.00 το πρωί και τελείωσε γύρω στις 13.30, μέσα στο λιοπύρι. Για μια στιγμή σκέφτηκα μάλιστα να ζητήσω μεροκάματο από τον καπετάνιο! Και μετά απ’ όλα όσα είχα περάσει, έπρεπε να εκτελωνίσω και την μοτοσυκλέτα! Ζήτω η τρέλα…
Καυτές εμπειρίες
Περίπου 920 χλμ. χώριζαν την Wadi Halfa από την πρωτεύουσα Χαρτούμ. Τα αστέρια τρεμόσβηναν στον ουρανό όταν οι αποσκευές έπαιρναν την θέση τους πάνω στη μοτοσυκλέτα, ενώ πριν ακόμα ο ήλιος με καλημερίσει, άφηνα πίσω μου τα τελευταία σπίτια της Wadi Halfa. Θα τολμούσα την αυθημερόν προσέγγιση της σουδανικής πρωτεύουσας, γνωρίζοντας πως απέναντί μου είχα έναν μεγάλο σύμμαχο (έναν καινούριο ασφάλτινο οδικό άξονα), αλλά κυρίως έναν ανελέητο εχθρό: τον καυτό ήλιο της Νουβικής Ερήμου –αυτός ήταν άλλωστε ο βασικός λόγος της πολύ πρωινής αναχώρησης.
Βασανιστική μοναξιά και σιωπή – το καλωσόρισμα στον σκληρό κόσμο της ερήμου. Από το πρώτο κιόλας χιλιόμετρο, βρέθηκα να οδηγώ μέσα σ’ ένα απόκοσμο, επαναλαμβανόμενο μοτίβο αμμόλοφων και χωμάτινων υψιπέδων. Ελάχιστα τα χωριά καθοδόν, με πλινθόκτιστες κατοικίες κατασκευασμένες αποκλειστικά από ευτελή υλικά της μάνας γης. Το γεγονός, πάντως, ότι νερό και καύσιμα έβρισκα σε τακτικές αποστάσεις (κάθε 60-80 χλμ.), συγκαταλεγόταν στα θετικά της διαδρομής.
Το μαρτύριο της ερήμου ξεκίνησε νωρίς το μεσημέρι – το ένιωθα να έρχεται! Όταν ο υδράργυρος άγγιξε πλέον τους 50 βαθμούς Κελσίου, η καυτή ανάσα της Νουβικής Ερήμου με έφερε κυριολεκτικά στα πρόθυρα της τρέλας και της απόγνωσης. Οδηγούσα έχοντας καλυμμένα όλα τα σημεία του σώματος (για την αποφυγή αφυδάτωσης και εγκαυμάτων), ενώ κάθε τόσο δρόσιζα εσωτερικά το κράνος με νερό. Νόμιζα πως βρισκόμουν μέσα σ’ έναν …φούρνο μικροκυμάτων! Ο ζεστός άνεμος που μαστίγωνε αλύπητα τις αισθήσεις μου, με ανάγκασε να υπερβώ κατά πολύ τα όρια της αντοχής μου. Χρειάστηκε να επιστρατεύσω πείσμα και σιδερένια θέληση προκειμένου να ξεπεράσω το θανάσιμο εμπόδιο της Νουβικής Ερήμου. Και τελικά τα κατάφερα. Σαχάρα, σε νίκησα…
Ελλάδα παντού! Και στο Χαρτούμ
Ο ήλιος είχε χάσει πολύ από την δύναμή του όταν αντίκριζα τα πρώτα σπίτι της σουδανικής πρωτεύουσας. Φτάνοντας στο Χαρτούμ, που βρίσκεται κτισμένο στο σημείο όπου ενώνονται ο Λευκός με τον Γαλάζιο Νείλο, το κοντέρ της SMT είχε καταγράψει 3.250 χλμ. από την αρχή του ταξιδιού και το «ημερολόγιο καταστρώματος» σημάδευε την 18η μέρα. Άφιξη στο ξενοδοχείο «Acropole» και θερμή υποδοχή από τον ιδιοκτήτη Γιώργο Παγουλάτο, που με περίμενε αγωνιωδώς από την πρώτη μέρα του ταξιδιού. Είναι σίγουρα ωραίο να βρίσκεις Έλληνες παντού, σε όλο τον κόσμο…
Για τις δυο επόμενες ημέρες, το Χαρτούμ αποτέλεσε τον απαραίτητο σταθμό ξεκούρασης και ανασυγκρότησης που τόσο είχα ανάγκη μετά την καυτή εμπειρία της Νουβικής ερήμου. Τα τουριστικά αξιοθέατα της σουδανικής πρωτεύουσας ελάχιστα, η γενικότερη εικόνα της πόλης απογοητευτική, ενώ τις πιο ενδιαφέρουσες παραστάσεις του Χαρτούμ τις αντίκρισα στο χώρο της παραδοσιακής αγοράς Omdurman.
Ωστόσο, μια παράξενη ηρεμία επικρατούσε στην πόλη, μετά τα βιαία επεισόδια που είχαν σημειωθεί την ημέρα της άφιξής μου, ανάμεσα στο στρατό και τους χιλιάδες εξοργισμένους διαδηλωτές που διαμαρτύρονταν για τον αυξημένο κόστος ζωής, και ειδικότερα για τον διπλασιασμό της τιμής της βενζίνης μέσα σε μια νύχτα!
Στο Χαρτούμ δεν θα μπορούσα να μην επισκεφθώ τα γραφεία της τοπικής Ελληνικής Κοινότητας – κάτι που είχα πράξει άλλωστε και το 1998. Εδώ με υποδέχτηκε η συμπαθέστατη Λούση Βασιλείου, από την οποία ενημερώθηκα για την παρουσία του τοπικού ελληνικού στοιχείου. Ο ελληνισμός του Σουδάν, που στις αρχές της δεκαετίας του 1950 αριθμούσε περί τους δεκαπέντε χιλιάδες ομοεθνείς μας, σήμερα δυστυχώς δεν ξεπερνά τα διακόσια άτομα, ακολουθώντας την ίδια φθίνουσα πορεία με το αντίστοιχο της Αιγύπτου.
Πριν εγκαταλείψω πάντως τη σουδανική πρωτεύουσα, φρόντισα να επισκευάσω την βάση στήριξης της δεξιάς βαλίτσας, που είχε κοπεί στην Αίγυπτο από τις αμέτρητες λακκούβες και τα σαμάρια του δρόμου. Ο μάστορας που ανέλαβε να την ηλεκτροκολλήσει παινευόταν υπέρμετρα για το ταλέντο του. Δυστυχώς το έργο του δεν κράτησε ούτε δυο μέρες – στην πρώτη ζόρικη λακκούβα η βάση έσπασε ξανά. Η λύση; Μια καινούρια βάση ήρθε αεροπορικώς από την Αθήνα και με περίμενε στην Αντίς Αμπέμπα της Αιθιοπίας.
Πικρά χαμόγελα
Χαρτούμ, τέλος λοιπόν… Ακολουθώντας την ασφάλτινη διαδρομή Wad Medani-Gedaref-Gallabat, η προσέγγιση της συνοριακής γραμμής με την Αιθιοπία (περίπου 550 χλμ. νοτιοανατολικά) δεν με δυσκόλεψε ιδιαίτερα. Η κατάσταση του δρόμου ικανοποιητική, το τοπίο επίπεδο και ερημικό, η θερμοκρασία αισθητά πεσμένη (30 βαθμούς Κελσίου) και η κίνηση λιγοστή. Πάντως, στη σκέψη πως πριν από 15 χρόνια, στη χωμάτινη τότε διαδρομή Gedaref-Gallabat, είχα κολλήσει στις λάσπες και ταλαιπωρήθηκα για 5 μέρες, χαμογελούσα με πικρία.
Πάμπολλες ήταν οι στάσεις μέσα στους τοπικούς οικισμούς με τις χαρακτηριστικές κυκλικές καλύβες από κωνικές αχυρένιες στέγες, που παρέπεμπαν στην Υποσαχαρική Αφρική. Εδώ τα παιδιά φοβόντουσαν αρχικά να με πλησιάσουν. Κοιτούσαν με απορία –και από απόσταση ασφαλείας– τον δίτροχο μουσαφίρη. Όταν όμως ξεπερνούσαν το πρώτο σοκ, γρήγορα γινόμουν το καινούριο τους παιχνίδι. Με χαιρετούσαν, με άγγιζαν, με κλώτσαγαν, με πετροβολούσαν(!), με καλωσόριζαν στο δικό τους μικρόκοσμο. Τα αθώα παιδιά της αφρικάνικης γης….
Οι συνοριακές διατυπώσεις εκατέρωθεν της νεκρής ζώνης δεν ξεπέρασαν σε διάρκεια τη μια ώρα. Με τη σουδανική σφραγίδα εξόδου στο διαβατήριο, έκλεισε το ταξιδιωτικό κεφάλαιο «Σουδάν». Αμέσως μετά ένα καινούριο άνοιξε, το αιθιοπικό. Αντίο αρχαία Νουβία…
Ο Ελληνισμός του Σουδάν
Οι πρώτοι Έλληνες βρέθηκαν διάσπαρτοι στο Σουδάν από το 1850, ενώ στο Χαρτούμ το 1880 εγκαταστάθηκαν περίπου 135 Έλληνες. Στις αρχές του 20ου αιώνα, οι πολιτικές εξελίξεις στο Σουδάν ευνόησαν την εγκατάσταση και άλλων Ελλήνων, κυρίως εμπόρων, που συνέβαλαν καθοριστικά στην προώθηση και ανάπτυξη του τοπικού εμπορίου.
Το 1902 ιδρύθηκε η ελληνική κοινότητα του Χαρτούμ, ενώ τα αμέσως επόμενα χρόνια συστάθηκαν διάφορα Σωματεία (Καρπαθιανός Σύλλογος, Ηπειρωτική Αδελφότητα, Προσκοπικός Σύνδεσμος), η Φιλόπτωχος, η Ελληνική Λέσχη, ο Αθλητικός Σύλλογος, η Τράμπειος Σχολή (1923) και η Κοντομιχάλειος Σχολή. Σχεδόν ταυτόχρονα ιδρύθηκαν κοινότητες, σχολεία και εκκλησίες και σε άλλες πόλεις του Σουδάν (Atbara, Port Sudan, Wad Medani, Gedaref, Juba, Wadi Halfa).
Στη δεκαετία του 1960 ο συνολικός αριθμός των Ελλήνων του Σουδάν έφτασε τους 10.000, από τους οποίους οι 6.000 διέμεναν στο Χαρτούμ. Οι μεγαλύτερες εμπορικές εταιρείες και εργοστάσια του Σουδάν ανήκαν την εποχή εκείνη σε Έλληνες. Όμως, τέλη της δεκαετίας του 1960, αρχίζει η συρρίκνωση των ομογενών μας, με κυριότερη αιτία την επιβολή ποικίλων περιορισμών από τις εκάστοτε κυβερνήσεις, με αποκορύφωμα την εθνικιστική εκστρατεία του προέδρου Γκααφάρ Νιμέιρι, στις αρχές της δεκαετίας του 1970.
Σήμερα, το ελληνικό στοιχείο του Σουδάν έχει πλέον συρρικνωθεί σε 200 άτομα (όλοι σχεδόν κάτοικοι Χαρτούμ), οι οποίοι προσπαθούν να διατηρήσουν την ελληνικότητά τους, τα σχολεία, τα θρησκευτικά μνημεία και τα ελάχιστα ιδρύματα που έχουν απομείνει. Στον χώρο της Ελληνικής κοινότητας του Χαρτούμ βρίσκονται τα εκπαιδευτικά ιδρύματα Τράμπειος και Κοντομιχάλειος Σχολή, ενώ δίπλα ακριβώς ορθώνεται και η ορθόδοξη εκκλησία του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, που χτίστηκε το 1908.