Ο Jorge Lorenzo Guerrero γεννήθηκε στις 4 Μαΐου 1987 στην Palma de Mallorca, στις Βαλεαρίδες Νήσους της Ισπανίας. Από μικρός ασχολήθηκε με τον μοτοσυκλετιστικό αθλητισμό και, με την προτροπή του πατέρα του, εγκατέλειψε το σχολείο στα 14 για να γίνει επαγγελματίας αναβάτης.
Κατέφτασε στο παγκόσμιο στερέωμα το 2002 για να τρέξει στη δίχρονη (τότε) κατηγορία GP125 με μοτοσυκλέτα της Derbi και μάλιστα στον πρώτο του αγώνα δεν του επιτράπηκε να μπει στα δοκιμαστικά της πρώτης μέρας γιατί δεν είχε κλείσει ακόμη τα 15, όπως προβλέπουν οι κανονισμοί. Το Σάββατο ωστόσο είχε τα 15α γενέθλιά του και έτσι άρχισε και επίσημα η καριέρα του στα Grand Prix.
Χρειάστηκε έναν χρόνο για να πάρει την πρώτη του νίκη, ωστόσο ήταν εξαρχής προφανές πως ο μικρός Ισπανός είχε το ταλέντο και την ταχύτητα, έτσι η απόδοσή του είχε ταχύτατη εξέλιξη, κλείνοντας το πρωτάθλημα στην 4η θέση στην τρίτη του σεζόν.
Η παρουσία του αυτή τον έφερε το 2005 στην αγκαλιά της Honda που του έδωσε ένα RS250RW για να τρέξει στη μεσαία κατηγορία GP250 και δεν έπεσαν έξω στην πρόβλεψή τους. Με τον καλημέρα ανέβηκε έξι φορές στο βάθρο και έκλεισε την πρώτη του σεζόν στην 5η θέση της κατάταξης.
O Jorge Lorenzo με τον μάνατζέρ του Dani Amatriain την εποχή των GP250
Στη συνέχεια ωστόσο ο Lorenzo επέστρεψε στην αγκαλιά της Fortuna Aprilia και πήρε τις επόμενες δύο χρονιές (2006-2007) ισάριθμους τίτλους στα 250. Αυτό ήταν και το εισιτήριό του για τη μεγάλη κατηγορία.
Το 2008 ο πιτσιρικάς με το γλυφιτζούρι του χορηγού του, Chupa Chups, μόνιμα στο στόμα, πέρασε στην εργοστασιακή ομάδα της Yamaha δίπλα στον Valentino Rossi. Η άφιξή του ήταν ο,τιδήποτε άλλο παρά ήσυχη: pole position και δεύτερη θέση στον πρώτο αγώνα, pole και τρίτη θέση στον επόμενο και, για να τριτώσει το πράγμα, pole και πρώτη νίκη στον τρίτο αγώνα στο Estoril. O Jorge Lorenzo δεν είχε έρθει εδώ για να κάνει τον κομπάρσο.
Είναι η εποχή που έχτισε τον θαυμασμό του για την αρχαία Σπάρτη - μάλλον με αφετηρία την ταινία 300 - και για τον λόγο αυτόν κόσμησε μόνιμα τα κράνη του με μια ανάλογη περικεφαλαία.
Η εντυπωσιακή του αρχή στο MotoGP είχε εξίσου θορυβώδη συνέχεια, αν και συνοδευόμενη από άφθονο πόνο. Η απίστευτη ταχύτητά του σε συνδυασμό με τον ενθουσιασμό και την απειρία τον έστειλε κάμποσες φορές στο νοσοκομείο με διάφορα σπασμένα κόκκαλα, με αποτέλεσμα οι επόμενοι αγώνες να μετατραπούν σε ένα ακραίο θέαμα "κερδίζω ή πέφτω", αλλά και απόδειξη του πόσο σκληρός ήταν ο μικρός Ισπανός.
Παρά τους πόνους, τους σπασμένους αστραγάλους και λοιπούς τραυματισμούς, ο Lorenzo επέστρεφε σε χρόνο-ρεκόρ και ουδέποτε απλώς για να συμμετάσχει. Έκλεισε την πρώτη του σεζόν στη Yamaha με την 4η θέση στο πρωτάθλημα, κάτι που φάνταζε εξωπραγματικό για τον αριθμό των πτώσεων και τραυματισμών που μάζεψε μετά το τρελό του ξεκίνημα.
Ο Lorenzo ωστόσο δεν ήταν μόνο ταλαντούχος αναβάτης, αλλά και μια εξόχως αμφιλεγόμενη προσωπικότητα. Έφτασε στο MotoGP έχοντας μια υποτιθέμενη βεντέτα με τον Dani Pedrosa, ενώ ήρθε σύντομα σε ρήξη με τον Valentino Rossi οδηγώντας στην περίφημη απόφαση να μπει ένας τοίχος στο γκαράζ της εργοστασιακής ομάδας για να μην έχουν επαφή οι δύο αναβάτες της, ενώ τα δεδομένα τηλεμετρίας δεν πηγαινοέρχονταν έτσι απλά από τον ένα στον άλλο. Η ρήση πως ο πρώτος αντίπαλος στην πίστα είναι ο ομόσταυλός σου, εδώ επιβεβαιώθηκε στον υπερθετικό βαθμό.
Λίγο αργότερα θα αποκτούσε προβλήματα και με τον Marco Simoncelli και τον επιθετικό τρόπο οδήγησής του, με τους δύο να ανταλλάσσουν δηλώσεις ακόμη και στις επίσημες συνεντεύξεις Τύπου του MotoGP, ενώ οι φήμες τους θέλουν να έρχονται σχεδόν στα χέρια στα παρασκήνια κάποιου αγώνα.
Όπως και στον Casey Stoner, στον Lorenzo δεν άρεσαν καθόλου οι ρισκαδόρικες προσπεράσεις και οι επιθετικές τακτικές μέσα στον αγώνα. Το γεγονός τον έφερε σε άμεση αντιπαράθεση με την "Ιταλική σχολή" και ιδιαίτερα με αναβάτες όπως ο Simoncelli και ο Andrea Iannone.
Η δεύτερη σεζόν του με τη Yamaha ήταν λιγότερο επεισοδιακή σε ατυχήματα, αλλά ήταν και η χρονιά που ο Lorenzo επιβεβαίωσε πως ο τίτλος δεν ήταν πια μακριά. Όπως και το 2008, το πρωτάθλημα πήγε ξανά στον Rossi, αλλά ο δεύτερος αναβάτης της Yamaha θα έκλεινε το 2009 στη δεύτερη θέση της κατάταξης και πλέον έστρωνε το έδαφος για το επόμενο κατόρθωμά του.
Το 2010 ήταν απλά σαρωτικός, κατακτώντας τον πρώτο του τίτλο στη μεγάλη κατηγορία με 383 βαθμούς, ένα απόλυτο ρεκόρ βαθμολογικής συγκομιδής που έσπασε μόλις πριν μερικές εβδομάδες ο Marc Marquez.
Ακολούθησε ένα διάλειμμα για το ένα και μοναδικό πρωτάθλημα του Casey Stoner με τη Honda και το 2012 ο Lorenzo επέστρεψε στην κορυφή για δεύτερη φορά στα MotoGP και τέταρτη στην καριέρα του.
Στη συνέχεια ανέτειλε το άστρο του Marc Marquez, ο οποίος ήρθε το 2013 και ως rookie πήρε τον τίτλο και το επανέλαβε και την επόμενη χρονιά. Στο μεταξύ ο Lorenzo παρέμενε στη Yamaha, η σχέση του με τον Rossi είχε (φαινομενικά) βελτιωθεί ενώπιον του κοινού νέου εχθρού και κάπως έτσι το 2015 βρεθήκαμε σε μια σπουδαία χρονιά που Rossi, Lorenzo και Marquez διεκδικούσαν με αξιώσεις τον τίτλο.
Είναι η σεζόν που έφερε τον Lorenzo σε πολύ δύσκολη θέση, ωστόσο, καθώς στην περίφημη κοκορομαχία Rossi-Marquez πήρε ανοικτά θέση υπέρ του συμπατριώτη του και, ειδικά μετά το διαβόητο συμβάν της Sepang (με την "κλωτσιά" του Rossi στον Marquez), όρμηξε εν εξάλλω στο κτίριο της αγωνιστικής διεύθυνσης και απαίτησε την καρατόμηση του ομόσταυλού του, ο οποίος στο μεταξύ κατηγορούσε τον Marquez πως λειτουργούσε υπογείως για να πάρει τον τίτλο ο Lorenzo.
Αν και προσπάθησαν να καλύψουν το συμβάν, η ατυχία (;) του Lorenzo ήταν πως έξω από το κτίριο βρισκόταν ο Neil Hodgson με την κάμερα του BT Sport και μετέδωσε ζωντανά την πληροφορία, απορώντας για το ίδιο πράγμα που απορούσε όλος ο υπόλοιπος πλανήτης. Είσαι πρώτος και οι άλλοι δύο που σε κυνηγούν τρώγονται μεταξύ τους, ό,τι κι αν έκαναν ήταν προς όφελός σου, εσύ ούτε είδες το συμβάν, ούτε είχες συμμετοχή, τι θες και μπλέκεις μόλις έχεις νικήσει τον αγώνα; Προφανώς υπήρχε μίσος για τον Rossi και εκδηλώθηκε σε βαθμό που τελικά του έκανε και του ίδιου κακό. Ίσως και περισσότερο από τους άλλους δύο.
Ως αποτέλεσμα, ο Lorenzo πήρε μεν τον τρίτο του τίτλο (με τον Rossi τιμωρημένο να ξεκινά τελευταίος στον καταληκτικό αγώνα της Βαλένθια που κρίθηκαν όλα), αλλά κατάφερε το εξής ανεπανάληπτο: Ισπανοί να γιουχάρουν τον Ισπανό που πήρε δραματικά το παγκόσμιο πρωτάθλημα στον τελευταίο αγώνα μέσα στην Ισπανία από έναν Ιταλό! Εκτός αυτού, έχασε και τη χορηγία της Sector που δεν τολμούσε πια να τον έχει στις αφίσες της στην Ιταλία και έναν χρόνο αργότερα θα έφευγε και από τη Yamaha.
Παραδόξως, η χορηγία του με τη Sector είχε ξεκινήσει το 2013 με το αριστερό, με ένα άκρως αμφιλεγόμενο διαφημιστικό που κατηγορήθηκε ως σεξιστικό και συνέβαλλε τα μέγιστα στο να αποκτήσει πολλές αντιπάθειες από το κοινό του MotoGP (δείτε το εδώ).
Η ιστορία έδειξε πως ο Lorenzo προερχόταν από σωρεία κακών αποφάσεων. Όταν πρωτοήρθε στα GP125 κατάφερε να χαλάσει τη σχέση με τον πατέρα του (για άγνωστους σε μας λόγους) και τον απομάκρυνε από δίπλα του προσλαμβάνοντας άλλον μάνατζερ.
Το 2009 ο μάνατζερ αυτός, Dani Amatriain, συνελήφθη με την κατηγορία πως απειλούσε και εκβίαζε αναβάτες-πελάτες του, ενώ αποκαλύφθηκε πως η περίφημη κόντρα με τον Pedrosa ήταν εν πολλοίς δημιούργημα του κυρίου αυτού γιατί θεωρούσε πως έτσι θα πουλήσει καλύτερα το "προϊόν" του. Έκτοτε οι δύο Ισπανοί αναβάτες έχτισαν μια καλή σχέση με αλληλοσεβασμό, αν μη τι άλλο.
Η κακή σχέση του με τον Rossi, ωστόσο, ήταν όλη δική του, δεν είχε καμιά σχέση με τον μάνατζερ και δεν επανορθώθηκε ποτέ. Ενδεικτικά να αναφέρουμε πως ο Rossi δεν ήταν παρών χτες (14/11) στη συνέντευξη Τύπου του Lorenzo και, ερωτώμενος γιατί, απαντούσε αδιάφορα, στο ένα μέσο πως "είχε μια δουλειά", σε άλλο πως δεν το ήξερε και δεν τον ειδοποίησαν. Δεν το λέμε με απόλυτη βεβαιότητα, αλλά πρέπει να ήταν ο μόνος που απουσίαζε από τη στιγμή που ο Ισπανός ανακοίνωσε την αποχώρησή του. Ήταν σίγουρα ο μόνος από τους "πρωτοκλασάτους" που δεν ήταν εκεί.
Πολλοί θεωρούν πως ο Rossi ήταν ο λόγος που έφυγε από τη Yamaha. Αν και προφανώς δε γνωρίζουμε τα δεδομένα από πρώτο χέρι, υπάρχουν αρκετές ενδείξεις που στηρίζουν τη θεωρία αυτή.
Μέχρι και την τελευταία στιγμή ο Lorenzo δήλωνε πως θέλει να μείνει για πάντα στη Yamaha και να κλείσει εκεί την καριέρα του, μόλις όμως ανακοινώθηκε η ανανέωση του συμβολαίου του Rossi, οι διαπραγματεύσεις τερματίστηκαν κι ο Ισπανός έφυγε για Ducati (2017). Οι εκ των έσω φήμες ισχυρίζονται πως το σημείο-κλειδί ήταν η απαίτησή του να φύγει από τη Yamaha ο Rossi.
Πηγαίνοντας στη Ducati o Lorenzo τα βρήκε πολύ σκούρα και πέρασε μιάμιση σεζόν σε χαμηλά επίπεδα απόδοσης, με αποτέλεσμα να ακούγονται διαρκώς γκρίνιες και φήμες. Κάπου στα μέσα της δεύτερης σεζόν του με την Ιταλική μοτοσυκλέτα το 2018, ο Lorenzo έβγαλε στη φόρα μια ιστορία απλύτων που είχε να κάνει με το πώς οι Ιταλοί ασχολούνται μόνο με τον Andrea Dovizioso και πως δεν του έφτιαχναν τη θέση οδήγησης όπως αυτός θέλει, με αποτέλεσμα να κουράζεται και να μη μπορεί να αποδώσει.
Ξανά, δεν ξέρουμε την απόλυτη αλήθεια αλλά η μετέπειτα ιστορία είναι γνωστή. Κάποια στιγμή η περίφημη τροποποίηση στο ρεζερβουάρ που ζητούσε ήρθε, λίγο μετά ο Lorenzo ανακοίνωσε πως στο τέλος της σεζόν θα έφευγε για τη Honda και τότε άρχισε ξαφνικά να πρωταγωνιστεί με τη Ducati! Η δε αρχή αυτής της μεταστροφής έγινε - τυχαία;- στον αγώνα του Mugello, δηλαδή την πιο "εντός έδρας" πίστα της Ducati, όπου από το πουθενά ο Ισπανός πήρε τη νίκη!
Φέτος ο Lorenzo πήρε θέση δίπλα στον Marquez γι' αυτό που πολλοί προλόγιζαν ως τη dream team του MotoGP. Παρά τις φιλόδοξες προθέσεις, τόσο του αναβάτη όσο και αυτών που τον προσέλαβαν, και παρ' όλη την καλή διάθεση της Honda να του φτιάξει την εργονομία της μοτοσυκλέτας όπως την ήθελε, ο Lorenzo ήταν απλά απογοητευτικός, μένοντας συχνά εκτός βαθμών με αποκορύφωμα τον τραυματισμό του στις δοκιμές της Catalunya, όπου μεταξύ άλλων αποκόμισε και σπασμένους σπονδύλους.
Έκτοτε ο συνηθέστερος λόγος για να επανέρχεται το όνομά του στην επικαιρότητα ήταν οι δηλώσεις του πως η Honda δεν τον βοηθά, πως η μοτοσυκλέτα οδηγείται μόνο από τον Marquez. Οι απαντήσεις που έπαιρνε δημοσίως, ωστόσο, ήταν σε ίδιο κλίμα, όπως λ.χ. οι σπόντες του Marquez και του team manager Alberto Puig σε ένα πνεύμα του τύπου "οδήγησε πιο γρήγορα για ν' ασχοληθούν και μαζί σου".
Ήταν πια σαφές πως ούτε με τον Marquez είχε καλή σχέση, ειδικά όταν στις φετινές δοκιμές της Sepang είχαν ένα μικροεπεισόδιο μεταξύ τους στα ελεύθερα δοκιμαστικά όπου ο πρωταθλητής σε έναν γρήγορο γύρο βρήκε μπροστά του τον Lorenzo σε ρυθμό βόλτας. Αργότερα μάλιστα ο τηλεοπτικός φακός θα συνελάμβανε τον Marquez να τον κοροϊδεύει στα μούτρα του κάνοντας χειρονομίες πως τον πήρε ο ύπνος.
Για μια φορά ακόμη η κατάσταση έδειχνε πολύ άσχημη για τον Lorenzo, ο διεθνής Τύπος έκανε πάρτι με τις φήμες για υποψήφιους στη θέση του στην εργοστασιακή Honda, τις γκρίνιες και δηλώσεις μονίμως σε πρώτο πλάνο και τον ίδιο να παραδέχεται σε συνέντευξη πως έκανε μεγάλο λάθος που έφυγε από τη Yamaha εξαρχής.
Επέμεινε ωστόσο πως θα τιμήσει το συμβόλαιό του και μέχρι και πριν μερικές μέρες στην EICMA δήλωνε πως "θα δοκιμάσω τη Honda του 2020 και μετά θα πάρω τις αποφάσεις μου". Αν την οδήγησε δε γνωρίζουμε, η απόφασή του πάντως κοινοποιήθηκε παγκοσμίως την Πέμπτη 14/11.
Ταλαιπωρημένος από το χιλιοχτυπημένο του κορμί και με τον τραυματισμό στη σπονδυλική στήλη να του κάνει τη ζωή δύσκολη, ο Lorenzo βρέθηκε αντιμέτωπος με μια ακόμη δύσκολη χρονιά στη σκιά του Marquez. Με ελάχιστες ως ανύπαρκτες πιθανότητες να αλλάξει κάτι στη στρατηγική του HRC δίπλα σε έναν αναβάτη που σκουπίζει τους τίτλους λες κι είναι πασατέμπος, ελλείψει άλλων διαθέσιμων θέσεων στον ορίζοντα και με την υγεία του σε μάλλον κακό επίπεδο, ο Jorge Lorenzo αποφάσισε να κρεμάσει φόρμα, γάντια και κράνος οριστικά στα 32 του χρόνια.
Αυτή είναι η μοιραία φετινή πτώση που τραυμάτισε τον Lorenzo στη σπονδυλική στήλη και συνέβαλλε στο να τον οδηγήσει στην απόσυρση
Θα μείνει στην ιστορία ως μέλος της περίφημης ομάδας των "εξωγήινων", δηλαδή της επίλεκτης ελίτ - με τους κ.κ. Pedrosa, Rossi, Stoner - που για κάμποσα χρόνια έμοιαζαν να αγωνίζονται σε άλλη κατηγορία από το υπόλοιπο γκριντ του MotoGP.
Θα μνημονεύεται για την ταχύτατη οδήγησή του και τον τρόπο που εμφανίστηκε σαρωτικός με την πρώτη του παρουσία στη μεγάλη κατηγορία, αλλά και για τον αμφιλεγόμενο χαρακτήρα του που έχει γεννήσει πολλές αντιπάθειες ακόμη και στην πατρίδα του.
Ειδικά στην Ισπανία της οικονομικής κρίσης, προκάλεσε αρκετές φορές με την τάση του για επίδειξη - αξέχαστο θα μείνει το 9λεπτο (!) lifestyle βίντεο που γύρισε για να μας δείξει τη νέα του βίλα στη Βαρκελώνη και το οποίο θα βρείτε στο τέλος αυτού του άρθρου. Η μετέπειτα μετακόμισή του στην Ανδόρα για φορολογικούς λόγους προκάλεσε τη μήνη του Ισπανικού κοινού, αλλά το γεγονός ουδόλως τον πτόησε και λίγο αργότερα ξαναμετακόμισε στο Λουγκάνο της Ελβετίας, σε μια ακόμη υπέροχη βίλα που επεδείκνυε σε κάθε ευκαιρία σε τηλεοπτικές εκπομπές και κοινωνικά μέσα.
Στο μεταξύ, βρίσκεται σχεδόν μονίμως στο στόχαστρο των Ισπανικών αρχών για υποθέσεις φοροδιαφυγής, με τις δύο εταιρείες του - FMT Land 99 και One Point Seven SL - να βρίσκονται σε υπό έλεγχο από τις φορολογικές αρχές. Οι οποίες τον ξεψαχνίζουν εξονυχιστικά, καθώς παρότι δηλώνει κάτοικος Ελβετίας και φορολογείται εκεί, στην Ισπανία διαθέτει τις δύο παραπάνω εταιρείες, καθώς και τουλάχιστον δύο σπίτια.
Στα πλαίσια της διαφαινόμενης ματαιοδοξίας του, ίδρυσε ένα μουσείο στην Ανδόρα που ονομαζόταν World Champions Museum και το οποίο ήταν εξοπλισμένο με άφθονα δικά του αναμνηστικά από την αγωνιστική του καριέρα. Το εγκαινίασε το 2016 μα ατυχώς στις αρχές του 2019 το έκλεισε καθώς η συντήρησή του δεν έβγαινε.
Από την άλλη, ουδέποτε θα πάψει να είναι ένας εξαιρετικά ταλαντούχος, εξωπραγματικά γρήγορος με την κατάλληλη μοτοσυκλέτα πεντάκις παγκόσμιος πρωταθλητής, η ανταγωνιστικότητα του οποίου έλειψε από το MotoGP όσον καιρό βολόδερνε με μοτοσυκλέτες που δεν συνεννοούνταν μαζί του.
Και, όσο κι αν δεν του έβγαιναν τα αποτελέσματα από τότε που άφησε τη Yamaha, o Jorge Lorenzo είχε πάντοτε έτοιμη την απάντηση: "Δεν είμαι ένας σπουδαίος αναβάτης, είμαι ένας πρωταθλητής."
Πάνω απ' όλα, ακόμη κι αν δε συμπαθεί κάποιος τον Jorge Lorenzo, δε μπορεί παρά να αναγνωρίσει δύο αλήθειες: πρώτον, είναι ο μοναδικός που έχει καταφέρει να πάρει τίτλο από το φαινόμενο Marquez και, δεύτερον, μαζί με τον Valentino Rossi έστησαν τη μοναδική πραγματική βάσει αποτελεσμάτων dream team στη σύγχρονη ιστορία του MotoGP.