Εσπευσμένη φυγή
Μόλις μπήκαμε στη Σερβία, κατευθυνθήκαμε για Βελιγράδι, το οποίο, με άλλες 4 πόλεις της χώρας ήταν σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης…
Περάσαμε ένα χαλαρό Σαββατοκύριακο, τριγυρνώντας σε μια σχεδόν ερημωμένη πόλη. Αυτό πάντως μας άρεσε πολύ, γιατί μπορέσαμε έτσι να κινηθούμε παντού με άνεση και ησυχία. Ήταν πρωτόγνωρη φάση που ήμασταν από τους ελάχιστους ξένους επισκέπτες στα διάφορα αξιοθέατα της πρωτεύουσας.
Όταν όμως η Ελλάδα ανακοίνωσε ξαφνικά πως το επόμενο πρωινό θα έκλεινε τα σύνορά της για τους Σέρβους τουρίστες, καταλάβαμε πως το παιχνίδι είχε χοντρύνει. Σε περίπτωση που η Βόρεια Μακεδονία και το Κόσοβο ακολουθούσαν το παράδειγμα της Ελλάδας, τότε θα μέναμε αποκλεισμένοι στην Σερβία.
Σε χρόνο dt πατέρας και γιος φορτώσαμε πανικόβλητοι τις αποσκευές στην μαύρη Yamaha Tracer 900 κι όπου φύγει, φύγει. Αποχαιρετήσαμε μέσα στο καταμεσήμερο την σερβική πρωτεύουσα και μετά από περίπου 300 χλμ. φτάσαμε “λαχανιασμένοι” στα σύνορα του Κοσόβου, που ευτυχώς τα βρήκαμε ανοιχτά…
Στην αγκαλιά του Κοσόβου
Απόδραση λοιπόν από την Σερβία, καταφύγιο σωτηρίας στο γειτονικό Κόσοβο. Στα σύνορα, οι διαδικασίες ήταν αρκετά πιο εύκολες απ’ ότι περιμέναμε: καμία υγειονομική εξέταση για κορονοϊό, τυπικός έλεγχος αποσκευών, έκδοση ασφαλιστικής κάλυψης για την μοτοσυκλέτα (10 Ευρώ) και… “Welcome to Kosovo”!
Στην πρωτεύουσα Pristina φτάσαμε λίγο πριν ξεκινήσει η απαγόρευση κυκλοφορίας (21:00-05:00) που ίσχυε λόγω κορωνοϊού. Μόλις προλάβαμε να βρούμε ένα ξενοδοχείο και να φάμε κάτι (μιας και όλα τα καταστήματα είχαν κλείσει). Κατά την επιστροφή μας στο ξενοδοχείο (ήμασταν πεζή), μάς εντόπισε το πλήρωμα ενός αστυνομικού περιπολικού και ανέλαβε την μεταφορά μας, καθώς είχαμε παραβιάσει την απαγόρευση κυκλοφορίας!
Στο φως της ημέρας, η Pristina μάς συστήθηκε, παρουσιάζοντας τα λίγα «θελγήτρά» της. Αδιάφορη αρχιτεκτονικά, με κεραμόσκεπα σπίτια και πάμπολλα τζαμιά, η πρωτεύουσα του Κοσόβου μάς έδωσε διάχυτη την αίσθηση πως βρισκόμασταν στα όρια ενός τουρκικού αστικού κέντρου…
Μετά την Pristina κατευθυνθήκαμε στην κοντινή πόλη Mitrovica και επισκεφθήκαμε την γέφυρα–σύμβολο της πόλης, που σε αλλοτινές εποχές ήταν διχοτομημένη σε σερβικό και αλβανικό τομέα. Για τους κατοίκους της Mitrovica, η συγκεκριμένη γέφυρα του ποταμού Ίμπαρ αντιπροσωπεύει τις κοινές μνήμες ενός εμφυλίου πολέμου και το ασίγαστο εθνικιστικό μίσος…
Από την Mitrovica στην πόλη Pec, ένα χαμηλό ανάγλυφο λόφων φιλοξένησε την πορεία του καλοσυντηρημένου επαρχιακού άξονα, ενώ την προσοχή μας τραβούσαν τα πάμπολλα μνημεία που δέσποζαν στην άκρη του δρόμου και ήταν αφιερωμένα στους αντάρτες του UCK (Απελευθερωτικός Στρατός Αλβανίας) που σκοτώθηκαν εκεί κατά τον εμφύλιο πόλεμο του 1999.
Στην πόλη Pec μεταβήκαμε στο Μοναστήρι του Πατριαρχείου (τον χώρο όπου στεγάζεται η έδρα του Ορθόδοξου Σερβικού Πατριαρχείου), προκειμένου να δούμε τις σπάνιες αγιογραφίες του 13ου αιώνα που υπήρχαν εκεί. Το μοναστήρι του Πατριαρχείου φυλασσόταν από τις δυνάμεις της KFOR, προκειμένου να αποτραπούν τυχόν επιθέσεις και βανδαλισμοί από μουσουλμάνους Αλβανόφωνους.
Η προσπάθειά μας να περάσουμε κατόπιν στο γειτονικό Μαυροβούνιο –μέσω της θεαματικής ορεινής διάβασης Rugova– κατέληξε σε αποτυχία, αφού οι Μαυροβούνιοι συνοριοφύλακες μάς γνωστοποίησαν πως μετά την είσοδό μας στην χώρα θα έπρεπε να μείνουμε 7 μέρες καραντίνα. Έτσι, επιστρέψαμε άπρακτοι πίσω στο Κόσοβο και παίξαμε το τελευταίο μας χαρτί, επιλέγοντας την Αλβανία ως την ύστατη συνοριακή πύλη του 2 Generations’ Ride / Balkan Tour 2020…
Δυο τουρίστες στην Αλβανία
Κάποτε, το γνωστό ανέκδοτο δύο λέξεων «Αλβανός τουρίστας», αν και έκρυβε μια σκληρή πραγματικότητα για το λαό της γείτονας χώρας, έβγαζε αρκετό γέλιο. Το ίδιο όμως χαριτωμένο αποδείχτηκε ένα ανέκδοτο τριών λέξεων που “υιοθετήσαμε”, περνώντας τα αλβανικά σύνορα: «Τουρίστες στην Αλβανία»…
Θέλοντας λοιπόν ν’ ανάγουμε το δικό μας ανέκδοτο σε απτή πραγματικότητα, ξεκινήσαμε να διατρέχουμε την αλβανική επικράτεια, ακολουθώντας την διαδρομή Koukes–Tirana–Berat–Fier–Gjirokaster–Kakavia (450 χλμ).
Ποιος κορωνοϊός, ποια πρωτόκολλα υγείας! Τίποτα δεν μας ζητήθηκε, κανένας δεν μας έλεγξε στα σύνορα της Αλβανίας. Κι αφού οδηγήσαμε πάνω σε μια θεαματική ορεινή διαδρομή, κατηφορίσαμε με την Yamaha Tracer 900 στην αλβανική πρωτεύουσα…
Πολύχρωμα κτίρια, πολεοδομική απλότητα, υποδειγματική καθαριότητα, καλαίσθητες αισθητικές παρεμβάσεις. Ο Γιώργος ενθουσιάστηκε με την ομολογουμένως ευχάριστη όψη που παρουσίαζε το κέντρο των Τιράνων. Ήταν μια εικόνα που αντανακλούσε την σύγχρονη πορεία της Αλβανίας, η οποία βαδίζει, αργά αλλά σταθερά, σε μια τροχιά μετεξέλιξης και ανασυγκρότησης, παρά την άσχημη οικονομική κατάσταση των κρατικών ταμείων της.
Στον αλβανικό νότο επιλέξαμε τρεις προορισμούς με βαρύ ιστορικό παρελθόν, οι οποίοι εξακολουθούν να διαφυλάττουν την πλούσια πολιτιστική και θρησκευτική παρακαταθήκη που κληρονόμησαν στο πέρασμα των αιώνων.
Κτισμένη στις όχθες του ποταμού Osum, η Μπεράτ είναι από τις αρχαιότερες πόλεις της Αλβανίας (η περιοχή κατοικείτο από το 4.000 π. Χ.). Χάρη στις περίτεχνες παραδοσιακές κατοικίες και στο στιβαρό κάστρο της, αντιπροσώπευε μια πόλη-μουσείο που μας εντυπωσίασε πολύ.
Στον αρχαιολογικό χώρο της Απολλωνίας, η πρόσοψη του Βουλευτηρίου, το Ωδείο, το Νυμφαίο και η Μεγάλη Στοά ήταν οι κυριότερες μαρτυρίες της αρχαίας Απολλωνίας, που ιδρύθηκε το 590 π. Χ από Κερκυραίους και Κορίνθιους άποικους και εξελίχθηκε σταδιακά στη σημαντικότερη ελληνική αποικία βόρεια του Αμβρακικού κόλπου. Και φυσικά, η επίσκεψη στην Μονή της Παναγίας (13ου αιώνα), που δέσποζε στον ίδιο χώρο, ήταν επιβεβλημένη.
Στο Αργυρόκαστρο νομίζαμε πως βρισκόμασταν στα Ζαγοροχώρια. Αιτία, η αξεπέραστη αρχιτεκτονική της πέτρας, που χαρακτήριζε το σύνολο του ιστορικού κέντρου της πόλης. Οι πετρόκτιστες κατοικίες του Αργυροκάστρου αποτελούσαν ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα παραδοσιακής βαλκανικής αρχιτεκτονικής του 18ου - 19ου αιώνα, ενώ η πανοραμική θέα από το κάστρο της πόλης ήταν όλα τα «λεφτά».
Επιστροφή στα πάτρια εδάφη
Επιστροφή μετά 5.500 χλμ. στην Ελλάδα μέσω Κακαβιάς. Κανένας υγειονομικός έλεγχος δεν μας έγινε στα ελληνικά σύνορα, παρόλο που ερχόμασταν από το καυτό «μέτωπο» του κορονοϊού – το αφήσαμε ασχολίαστο…
Κάπου εδώ όμως η δίτροχη βόλτα μας στις γειτονιές των Βαλκανίων ολοκληρώθηκε. Οδοιπορώντας για 19 ημέρες στην ίδια σέλα της ζωής, βιώσαμε ένα σεργιάνι στα δικά μας Βαλκάνια, τα ζωντανά, τα φιλόξενα, τα πολυσύνθετα, που τόσο άγγιξαν την καρδιά του Γιώργου και ενδυνάμωσαν ακόμα περισσότερο την αδιαπραγμάτευτη σχέση πατέρα και γιου…
Διαβάστε εδώ τα προηγούμενα μέρη του 2 Generations’ Ride / Balkan Tour 2020: Μέρος 1ο – Μέρος 2ο