Του Κωσταντίνου Μητσάκη
Έχοντας αφήσει πίσω μας τους Ίνκας και τους Μάγια, έχουμε διασχίσει την Γουατεμάλα και μπροστά μας βρίσκεται το Μεξικό. Κοντεύουμε να συμπληρώσουμε το ταξίδι μας από την Γη του Πυρρός στην Αλάσκα και ο στόχος μας να φτάσουμε στο “Last Frontier”, μοιάζει περισσότερο εφικτός από ποτέ.
Ο Αττίλας του Νότου
Στις αρχές του 20ου αιώνα, το φαινόμενο της μεγαλοϊδιοκτησίας στο Μεξικό είχε γιγαντωθεί. Μόλις οκτώ άτομα συγκέντρωναν "στα χέρια" τους 22.500.000 εκτάρια γης. Τα τεράστια αγροκτήματα καλλιεργούσαν δουλοπάροικοι που λόγω χρεών είχαν οδηγηθεί στην εφ’ όρου ζωής καταναγκαστική εργασία. Ο εφιάλτης μάλιστα ήταν σαν κληρονομική ασθένεια, αφού τα χρέη σε περίπτωση θανάτου μεταβιβάζονταν στα παιδιά. Κι αυτά δεσμευμένα από το ίδιο σύστημα, συνέχιζαν τον φαύλο κύκλο της εξαθλίωσης και της ταπείνωσης. Ήταν μια κοινωνική "γάγγραινα" που μόνο μια επανάσταση μπορούσε να θεραπεύσει.
Τότε ακριβώς εμφανίστηκε ο "Αττίλας του Νότου". Μια χαρισματική προσωπικότητα ενέπνευσε και ένωσε τον καταδυναστευμένο αγροτικό πληθυσμό των νοτίων περιοχών του Μεξικού, καθοδηγώντας έναν επικό ένοπλο κοινωνικό-απελευθερωτικό αγώνα. Καρπός της επανάστασης ήταν η παραχώρηση ενός Συντάγματος με αρκετά ριζοσπαστικές αγροτικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις. Κυριότερες από αυτές, η αφαίρεση μεγάλου μέρους γης από τους μεγαλοϊδιοκτήτες και η παραχώρησή της στους απόρους παϊόνες (αγρότες). Μόλις δύο χρόνια αργότερα πριν το όραμά του υλοποιηθεί, ο Ζαπάτα δολοφονήθηκε. Άφησε όμως πίσω του μια βαριά ιδεολογική κληρονομιά.
Ο θρυλικός Ζαπάτα
Τα οράματα και οι αγώνες του Ζαπάτα, ακόμα και σήμερα 90 χρόνια μετά, εξακολουθούν να εμπνέουν και να συναρπάζουν τις φτωχές λαϊκές μάζες του μεξικανικού νότου, οι συνθήκες διαβίωσης των οποίων δεν πρέπει να έχουν βελτιωθεί πολύ από τα χρόνια της επανάστασης. Στην κρίση μας αυτή οδηγηθήκαμε από τις εικόνες καθημερινότητας που μας περικύκλωνε στην επαρχία των Τσιάπας, την νότια "πύλη" του Μεξικού. Οι αισχρές συνθήκες και η ένδεια οδήγησαν στα τέλη της δεκαετίας του ’80 στη εμφάνιση των ανταρτών "Ζαπατίστας" οι οποίοι, στηριζόμενοι στις ιδεολογικές αρχές του θρυλικού μεξικανού ηγέτη, δεν άργησαν να ξεσηκώσουν (1994 & 1998) τις αγροτικές μάζες σε μια καθολική εξέγερση κατά των τοπικών κρατικών αρχών.
Η μεξικανική κυβέρνηση ανέλαβε μια βίαια στρατιωτική παρέμβαση για να τους καταστείλει, την οποία εμείς γνωρίσαμε σαν ασφυκτική στρατιωτική παρουσία στους δρόμους του νότιου Μεξικού. Αμέτρητα μπλόκα καθοδόν, πάνοπλοι στρατιώτες, προτεταμένα όπλα, ανέκφραστα κάθιδρα πρόσωπα, κοφτές ματιές, πάμπολλες ερωτήσεις, εξονυχιστικός έλεγχος εγγράφων και αποσκευών στην ημερησία διάταξη, από το φόβο του Ζαπάτα Νο 2, που ενσαρκώνεται πλέον στο πρόσωπο του "Σαμπκομαντάντε Μάρκος". Του ανθρώπου που οι ντόπιοι Ινδιάνοι θεωρούν ως συνεχιστή του έργου του Τσε Γκεβάρα.
Κραυγαλέα, ωστόσο, αντίθεση με τις τριτοκοσμικές συνθήκες του νότιου Μεξικού, αποτελεί το εδώ και δεκαετίες περίφημο θέρετρο του διεθνούς jet-set, το κοσμοπολίτικο Ακαπούλκο. Πόλη ξέχειλη στην πολυτέλεια και τη χλιδή, προκαλεί θρασύτατα με τη ματαιοδοξία και την αλαζονεία που εκπέμπει.
Ένα μικρό Μαϊάμι
Το συβαριτικό ξενοδοχειακό σύμπλεγμα όπου καταλύσαμε, πρόσφερε και σε μας απλόχερα τα θέλγητρά του όπως χρόνια τώρα κάνει, προσελκύοντας επωνύμους και μη από όλον τον κόσμο. Ζεστές, γαλάζιες και σκεπασμένες με κοκκοφοίνικες αμμουδερές ακτές, έντονη νυκτερινή ζωή, φώτα και χρώματα, ουρανοξύστες και όμορφες γυναίκες. Ένα μικρό Μαϊάμι, έτοιμο να χαρίσει ανεπανάληπτες εμπειρίες γκλάμουρ, λίγα μόλις χιλιόμετρα μακριά από τις καλύβες των ντόπιων, τις γεμάτες ρακένδυτες και υποσιτισμένες παιδικές υπάρξεις!
Η υποτροπική χλωρίδα που μας συνόδευε από την Γουατεμάλα συνέχισε την παρουσία της και για τα πρώτα 2.000 περίπου χιλιόμετρα. Στη συνέχεια, ο στενός, φιδίσιος και αρκετά επικίνδυνος οδικός άξονας μας παρέδωσε στη αγκαλιά της μεξικανικής ερήμου που απλώνεται στα κεντρικά και βόρεια της χώρας. Βρεθήκαμε έτσι φιλοξενούμενοι ενός επίπεδου και ημιερημικού τοπίου με φυσικούς πρωταγωνιστές τους μεγαλόσωμους κάκτους σαγκούρα, σήμα κατατεθέν της μεξικανικής ερήμου, η οποία αποτελεί τη συνέχεια της μεγάλης βορειοαμερικανικής ερήμου. Καλύπτει μια τεράστια έκταση των νοτίων ΗΠΑ (στις πολιτείες Τέξας, Αριζόνα, Νεβάδα, Καλιφόρνια), περιοχές που ανήκαν μέχρι το 1848 στο Μεξικό, αλλά μετά από πόλεμο με τις ΗΠΑ, υποχρεώθηκε να τις παραχωρήσει, χάνοντας τα μισά σχεδόν από τα συνολικά εδάφη του.
Το τέλος της μεξικανικής διάσχισης βρήκε το ταχύμετρο της BMW να έχει καταγράψει περί τα 3.250 χλμ. Η διαδρομή στο μεγαλύτερο μέρος της ακολούθησε τη δυτική ακτογραμμή και πάντοτε πάνω στον Παναμερικανικό οδικό άξονα. Όποιος πάντως τον ακολουθήσει μέσα στο Μεξικό, θα πρέπει να ξέρει ότι η συγκεκριμένη οδική αρτηρία δεν ενδείκνυται για την προσέγγιση αρχαιολογικών χώρων που σχετίζονται με το προκολομβιανό παρελθόν της χώρας (Μάγια, Τολτέκοι, Αζτέκοι). Για να τους επισκεφτείτε, θα χρειαστούν παρακάμψεις εκατοντάδων χιλιομέτρων από την Παναμερικάνα. Αυτό ήταν το μοναδικό αρνητικό στοιχείο της μεξικανικής εμπειρίας μας.
Στο θεαματικό Γκραν Κάνιον
Με λάστιχα κυριολεκτικά λιωμένα και μια αλυσίδα που έπνεε τα λοίσθια, η ψυχολογική μας διάθεση στα τελευταία μεξικανικά χιλιόμετρα κάθε άλλο παρά "ανεβασμένη" ήταν και η προσέγγιση της συνοριακής εισόδου προς την Αριζόνα των ΗΠΑ φάνταζε σαν λύτρωση από τις –άδικες τελικά– φοβίες και ανησυχίες που μας διακατείχαν.
Η "πύλη του παραδείσου" άνοιξε εύκολα και γρήγορα, χάρη στη θεώρηση (βίζα) στο διαβατήριό μας. Με το που πατήσαμε σε αμερικάνικο έδαφος, οι αρχές μας γνωστοποίησαν τις υποχρεώσεις μας, όπως διεθνές δίπλωμα οδήγησης, ασφαλιστική κάλυψη της μοτοσυκλέτας, απαραίτητη χρήση κράνους και ευλαβική τήρηση των ορίων ταχύτητας.
Στη συνοριακή πόλη Τουσόν όπου έγινε και το αναγκαίο σέρβις της BMW, αναθεωρήσαμε το πρόγραμμά μας, καθορίζοντας τελεσίδικα τη διαδρομή προς Καναδά. Γνωρίζοντας την έκταση της χώρας, το πλήθος των προορισμών που ανοίγονταν μπροστά μας αλλά και τον λιγοστό διαθέσιμο χρόνο μας, αποφασίσαμε να δώσουμε προτεραιότητα στις φυσικές ομορφιές των μεσοδυτικών πολιτειών, παραβλέποντας τις αστικές προτάσεις της δυτικής ακτής. Αριζόνα, Γιούτα, Αϊντάχο και Ουάσιγκτον ήταν οι πολιτείες όπου θα κυλούσαν οι τροχοί της F650 για τα επόμενα 2.500 χλμ. ως τα σύνορα του Καναδά.
Τέλειοι δρόμοι, τέλεια σήμανση, τέλεια εξυπηρέτηση. Στους δρόμους των ΗΠΑ, είτε αυτοκινητόδρομοι είτε δευτερεύοντες οδικοί άξονες, η οδήγηση ήταν μια απόλαυση και η συμπεριφορά των άλλων οδηγών υποδειγματική. Παράλληλα, η χαμηλή τιμή των καυσίμων, σε συνδυασμό με την παντελή έλλειψη διοδίων στους Interstate Roads (διαπολιτειακούς αυτοκινητόδρομους), λειτούργησαν ευεργετικά για την επιβαρυμένη οικονομική μας κατάσταση.
Εκτός όμως από τους περιορισμένους οικονομικούς πόρους, μεγάλο άγχος αποτελούσε και η έλλειψη ασφαλιστικής κάλυψης της μοτοσυκλέτας. Καμιά από τις πέντε ασφαλιστικές εταιρίες που απευθυνθήκαμε, δεν ασφάλιζαν την μοτοσυκλέτα για χρονικό διάστημα λιγότερο των 6 μηνών – με το ανάλογο τσουχτερό αντίτιμο. Έτσι, η διάσχιση των ΗΠΑ, αν και έγινε με την μοτοσυκλέτα ανασφάλιστη, αποδείχθηκε μια απροβλημάτιστη διαδικασία. Σε σημείο μάλιστα ν' αναρωτιόμαστε, αν το περιβόητο όνειρο των Αμερικανών που ακούει στο όνομα "Coast to Coast", περιέχει έστω ψίχουλα ενός ριψοκίνδυνου οδικού άθλου, όπως θέλουν να τον παρουσιάζουν.
Η εξόντωση των Ινδιάνων
Το Γκραν Κάνυον είναι ένας από τους εντυπωσιακότερους γεωμορφολογικούς σχηματισμούς της βορειοαμερικανικής υποηπείρου. Πρόκειται για ένα τεράστιο φαράγγι-ρήγμα πλάτους 30 χλμ και βάθους πάνω από 1.500 μ., με βορειοδυτική πορεία και μήκος 400 περίπου χιλιομέτρων. Στο μνημείο αυτό της φύσης μπορεί κανείς να διακρίνει έναν εκπληκτικό συνδυασμό χρωμάτων, με το πορτοκαλί, το καστανό, το κόκκινο και το κίτρινο να κυριαρχούν. Η θεαματική μορφολογία του φαραγγιού χρειάστηκε 4-6 εκατομμύρια χρόνια για να σχηματιστεί και οφείλεται στη διάβρωση του εδάφους από τον ποταμό Κολοράντο κατά κύριο λόγο, αλλά και στη βροχή, το χιόνι, τη ζέστη και τον αέρα. Οι φυσικές δυνάμεις φιλοτέχνησαν υπέροχα τις απότομες πλαγιές του υψιπέδου, χωρίζοντας και κατακερματίζοντάς το σε μια σειρά από βαθιές, εντυπωσιακές κλεισούρες.
Για δύο ημέρες, μέσα στα όρια του ομώνυμου εθνικού πάρκου, επιδοθήκαμε σ’ ένα εξαντλητικό trekking, όχι μόνο κατά μήκος, αλλά και μέσα στο ίδιο το φαράγγι. Μια εμπειρία κουραστική, αλλά επιβεβλημένη και ανεπανάληπτη. Παράλληλα, τα απομεινάρια αρχαίων Ινδιάνικων καταυλισμών που έχουν ανακαλυφθεί στην περιοχή, μαρτυρούν την μακραίωνη παρουσία των γηγενών στο γεωγραφικό αυτό σημείο των ΗΠΑ. Πέντε φυλές Ινδιάνων ζουν σήμερα στην ευρύτερη περιοχή του φαραγγιού: οι Hopi, Navajo, Hauasupai, Paiute και Hualapai. Απόγονοι ενός περήφανου λάου που απώλεσε τα εδάφη και την ελευθερία του, γνωρίζοντας την εξόντωση και την εξαθλίωση. Σήμερα αριθμούν περί τα 2.000.000 άτομα και η κατάστασή τους είναι δραματική και δεν τιμά, ούτε ανταποκρίνεται στο ελάχιστο, στις κατά καιρούς διακηρύξεις των κυβερνώντων για υλική και ηθική αποκατάσταση μιας γενοκτονίας που επιτελέστηκε στο όνομα του πολιτισμού.
Η συντριπτική πλειοψηφία των Ινδιάνων που αντικρίσαμε καθοδόν –όχι μόνο στην Αριζόνα, αλλά και στην υπόλοιπη χώρα– ασχολούνταν βιοποριστικά με την κατασκευή και πώληση ειδών λαϊκής τέχνης. Η κατάσταση πάντως στην οποία έχουν περιέλθει –ταυτόσημη μ’ αυτή των Αβοριγίνων της Αυστραλίας– αποδεικνύει περίτρανα την εφαρμογή εκ μέρους των λευκών μιας πολύχρονης πολιτικής εξόντωσης του γηγενούς στοιχείου και έρχεται να επιβεβαιώσει τον ιστορικό Καρτιέ: "Ο μοναδικός τρόπος για να κυριαρχήσεις σε μια αποικία, είναι να εξοντώσεις με οποιοδήποτε τρόπο τους ιθαγενείς κατοίκους της"…
Στάση στο Βανκούβερ
Το ανάγλυφο των Βραχωδών Ορέων είναι ένα πολύπλοκο ορεινό σύστημα που ξεκινά σχεδόν από την Αλάσκα και με κατεύθυνση νοτιοανατολικά, φτάνει ως τις παρυφές του Μεξικού. Διαθέτει γεωγραφική διάταξη παρόμοια με κείνη των Άνδεων, με τις οποίες είναι σχεδόν… συνομήλικο.
Ακολουθώντας σταθερά βορειοδυτική πορεία, η τεράστια αυτή ορεινή ενότητα, φιλοξένησε το πέρασμά μας. Γνωρίσαμε εντυπωσιακά ορεινά τοπία, σκληρά και άνυδρα, καταπράσινα και μαγευτικά. Κινηθήκαμε σε περιοχές αραιοκατοικημένες, με μικρές πόλεις και μοναχικά αγροκτήματα (φάρμες) διάσπαρτα στη διαδρομή. Τα πάμπολλα εθνικά πάρκα που βρίσκονται διασκορπισμένα στα "Rockies", αποτελούν την καλύτερη απόδειξη για τις οικολογικές ευαισθησίες των ντόπιων.
Βέβαια οι ευαισθησίες αυτές αφορούν αποκλειστικά το φυσικό περιβάλλον της χώρας τους. Γιατί οι ΗΠΑ, ως μητρόπολη του ανεπτυγμένου κόσμου, με τεράστιες ενεργειακές ανάγκες (καταναλώνουν περισσότερο από το 45% της ενέργειας που παράγεται σε παγκόσμιο επίπεδο, παρόλο που έχουν μόλις το 5% του παγκόσμιου πληθυσμού) αδιαφορούν για το οικοσύστημα άλλων χωρών, απ’ όπου παίρνουν τις πρώτες ύλες που χρειάζεται.
Σηάτλ ή Βανκούβερ; Μεγάλο το δίλημμα για την επιλογή ανάμεσα στα δύο όμορα παράκτια αστικά κέντρα του Ειρηνικού. Τελικά επιλέχτηκε το Βανκούβερ, που απέχει λίγες μόλις δεκάδες χιλιόμετρα βόρεια της συνοριακής μεθορίου. Η επίσκεψη γνωριμίας με τη πολυπληθέστατη ελληνική κοινότητα της πόλης και οι επαφές με εταιρίες αερομεταφορών (για την επικείμενη απόδραση της BMW από την αμερικανική ήπειρο) ήταν στις άμεσες προτεραιότητές μας. Μπορεί το ταξίδι μας να τελείωνε 4.000 χλμ. βορειότερα, στην Αλάσκα, λόγω όμως των υπερβολικά αυξημένων αεροπορικών ναύλων που χαρακτηρίζουν την αγορά του Άνκορεϊτζ, ήταν προτιμότερο να επιστρέψουμε και πάλι στο Βανκούβερ, απ’ όπου αναβάτες και μοτοσυκλέτα θα ταξιδεύαμε με κόστος κατά πολύ χαμηλότερο.
Το Βανκούβερ, κτισμένο το 1887 σε μια ειδυλλιακή τοποθεσία κοντά στις εκβολές του ποταμού Φρέιζερ, που έχει στις νότιες ακτές τα φιόρδ Μπάραρντ Ίνλετ, παρουσιάζεται ως πόλη με ευχάριστη και ανάλαφρη προσωπικότητα. Εξελίχθηκε πολύ γρήγορα σε ένα σημαντικό αστικό κέντρο με μεγάλη τουριστική κίνηση, χάρις στις φυσικές της καλλονές, αλλά και τις ηπιότερες κλιματικές συνθήκες της. Διαθέτει πλούσια πολιτιστική ζωή και αξιόλογη εμπορική δραστηριότητα, αφού αποτελεί το πρώτο λιμάνι της χώρας. Αν και φιλοξενεί σήμερα μόλις 2.000.000 κατοίκους, η πολεοδομική του έκταση είναι τεράστια. Μια ιδιαιτερότητα που τρομάζει τον οδικό επισκέπτη, αφού εκτός του κλασικού αστικού πυρήνα με τους πανύψηλους, εντυπωσιακούς ουρανοξύστες, η υπόλοιπη πόλη διαθέτει ένα μεγάλο αριθμό προαστίων που απλώνονται σε έκταση 40 περίπου χιλιομέτρων.
Η Μεγάλη Χώρα
Μπορεί για πολλούς οδικούς ταξιδιώτες το Βανκούβερ να ταυτίζεται με την αφετηρία του μεγάλου διηπειρωτικού ταξιδιού προς την Ανατολική ακτή, για μας ωστόσο αποτελούσε το τελευταίο μεγάλο σταθμό του οδοιπορικού προς την Αλάσκα. Οι δασώδεις, καταπράσινες πολιτείες της Βρετανικής Κολομβίας (British Columbia) και του Γιούκον (Yukon) είχαν την τιμητική τους στην προς βορρά πορεία μας, ενώ μέσα από τη τεράστια ποικιλία και αυθεντικότητα της καναδικής φύσης βιώσαμε στιγμές πραγματικής ελευθερίας και προσωπικής αναγέννησης.
Πυκνά, βαθυπράσινα κωνοφόρα δάση, γοητευτικές λίμνες, πάμπολλα ποτάμια, ψηλές χιονισμένες βουνοκορφές, συνέθεταν ένα καθαρά σκανδιναβικό περιβάλλον, σχεδόν απαλλαγμένο από την ανθρώπινη παρουσία και επέμβαση. Ειρηνικά, σιωπηλά τοπία με καθολική επικράτηση μιας τέλειας ηρεμίας και αρμονίας, μιας αίσθησης απομόνωσης από τον πολιτισμένο κόσμο, τις αγριότητες και τις πολυτέλειές του. Περικυκλωμένοι από αυτό το φιλικό αίσθημα της φύσης, όσο περνούσαν οι ημέρες και τα χιλιόμετρα, το επιζητούσαμε όλο και περισσότερο.
Στην κωμόπολη Ντώσον Κρηκ, η τεράστια πινακίδα με την επιγραφή «You are now entering the World Famous Alaska Highway» σηματοδοτούσε την αρχή ενός οδικού άξονα μήκους 2.600 χλμ. που θα μας οδηγούσε στον υπέρτατο προορισμό μας. Γνωστότερος και ως «Alcan» (ονομασία που προήλθε από τα αρχικά των δυο χωρών, Αλάσκας και Καναδά), ο Alaska Highway ξεκίνησε να κατασκευάζεται στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, με κοινή στρατιωτική συνεργασία ΗΠΑ–Καναδά.
Η δημιουργία του Alaska Highway αποσκοπούσε στη γρήγορη οδική πρόσβαση στρατιωτών και πολεμοφοδίων στον Βορειοδυτικό Καναδά και την Αλάσκα, προκειμένου να αντιμετωπιστεί έγκαιρα μια τυχόν επίθεση των Ιαπώνων στην περιοχή. Η κατασκευή του ξεκίνησε στις 9/3/1942 και ολοκληρώθηκε ύστερα από 8 μήνες και 12 μέρες. Τα 2.400 χλμ. της αρχικής διαδρομής ήταν χωμάτινα και εργάστηκαν για την ολοκλήρωσής της περίπου 20.000 Αμερικανοί και Καναδοί στρατιώτες.
O Alcan και η Αλάσκα
Μέχρι το 1949 ο «Alcan» ήταν στρατιωτικός δρόμος, ενώ μετά την παράδοσή του στην δημόσια κυκλοφορία σταδιακά βελτιωνόταν, με αποτέλεσμα να αποτελεί σήμερα τη γρηγορότερη οδική πρόσβαση προς και από την Αλάσκα.
Καθοδόν για την Αλάσκα, το τοπίο παρέμεινε το ίδιο, ενώ το οδικό μενού περιελάμβανε συνεχόμενα ανεβοκατεβάσματα βουνών και λόφων, πάνω πάντοτε σ’ ένα στενό φιδίσιο δρόμο. Διασχίσαμε τα πλουσιότερα σε πυκνότητα βλάστησης και ενδημικής πανίδας δάση του Καναδά. Δάση κυρίως από έλατα, κέδρους και σημύδες μέσα στα οποία βρίσκουν καταφύγιο άγρια ζώα, όπως τάρανδοι, αρκούδες, λίγκες, ελάφια, αλεπούδες και σκίουροι.
Οι μεμονωμένοι, χαριτωμένοι οικισμοί –αλλά και τα μοναχικά γραφικά σπίτια– που συναντούσαμε ήταν φτιαγμένοι αποκλειστικά από ξύλο. Οικιστικές προτάσεις απόλυτα εναρμονισμένες με το φυσικό περιβάλλον που διατηρούν το τοπικό χρώμα, εκφράζοντας ταυτόχρονα την ορεσίβια ιδιοσυγκρασία των ντόπιων, η πλειοψηφία των οποίων κατέφθασε στη βορειοδυτική αυτή γωνιά της ηπείρου, υποκύπτοντας στην χρυσολάγνα επιδημία του προηγούμενου αιώνα. Η ανακάλυψη εκτεταμένων κοιτασμάτων χρυσού στις βορειοδυτικές περιοχές του Καναδά (αλλά και της νοτιοανατολικής Αλάσκας) είχε σαν αποτέλεσμα χιλιάδες άνθρωποι να κατακλύσουν τον παγωμένο Βορρά και να ιδρύσουν μικρές κωμοπόλεις με αργούς επαρχιώτικους ρυθμούς, πολλές εκ των οποίων βρίσκονται σήμερα πάνω στον Alaska Highway και λειτουργούν σαν κόμβοι εξυπηρέτησης των ταξιδιωτών.
Η Αλάσκα δεν μας ήταν άγνωστη. Την είχαμε γνωρίσει το 1996, όταν πραγματοποιώντας το «Γύρο του Κόσμου σε 80 ημέρες», μας είχε υποδεχτεί αμέσως μετά την υπέρβαση της Σιβηρίας. Η 49η πολιτεία των ΗΠΑ είναι ένα τεράστιο κομμάτι γης 1.500.000 τετρ. χλμ, αγορασμένο το 1867 από τους Ρώσους έναντι 7,2 $ εκατομμυρίων. Για τους τυχοδιώκτες του περασμένου αιώνα ήταν συνώνυμη του γρήγορου και εύκολου κέρδους, ενώ στην καρδιά των λίγων, εναπομεινάντων ιθαγενών της (Ινουίτ και Αλουίτ) παραμένει πάντα η «Μεγάλη Χώρα» των προγόνων τους. Ένας οικολογικός παράδεισος, αυστηρά για φυσιολάτρες, με σκληρούς αρκτικούς χειμώνες και δροσερά καλοκαίρια. Ένας ενεργειακός παράδεισος για τεχνοκράτες, με ανεξάντλητα κοιτάσματα υδρογονανθράκων και σπάνια ορυκτά μέταλλα.
The Last Frontier
Αυτή είναι η Αλάσκα. «The Last Frontier» όχι μόνο για τους κατοίκους της, αλλά και για μας, τους δίτροχους, κουρασμένους κονκιστανδόρες που περιχαρείς διαβαίναμε τις πύλες της. Η παρουσία μας στη πρωτεύουσα Άνκορεϊτζ σήμανε το τέλος του ονειρικού αυτού οδοιπορικού. Το Άνκορεϊτζ, με 320.000 κατοίκους, φιλοξενεί τον μισό πληθυσμό της Αλάσκας και είναι η σημαντικότερη πόλη της 49ης πολιτείας των ΗΠΑ. Αντίθετα απ’ ότι νομίζαμε, πρωτεύουσα της Αλάσκας δεν είναι το Άνκορεϊτζ, αλλά η μικρή πόλη Τζανού στα νοτιοανατολικά παράλια της πολιτείας.
Ευχάριστο, λειτουργικό και πεντακάθαρο, το Άνκορεϊτζ (που σημαίνει «αγκυροβόλιο» και προέρχεται από την ελληνική λέξη άγκυρα!) ήταν μια πόλη σχετικά καινούρια, αφού το 1968 ένας καταστροφικός σεισμός 9,2 Ρίχτερ ισοπέδωσε μεγάλο τμήμα της. Χαρακτηριστικό γνώρισμα του Άνκορεϊτζ ήταν η τετραγωνισμένη ρυμοτομία του που θύμιζε σταυρόλεξο, ενώ οι προσφερόμενες υπηρεσίες και το κόστος ζωής ήταν αυξημένο κατά 15-20% (σε σχέση με το αντίστοιχο των υπολοίπων αμερικανικών πολιτειών) εξαιτίας της απόμακρης γεωγραφικής θέσης!
Εδώ στο Άνκορεϊτζ, το δίτροχο διηπειρωτικό ταξίδι «Trans-American Crossing» άγγιξε την ολοκλήρωσή του. Σειρά είχε πλέον ο προσωπικός απολογισμός πεπραγμένων των προηγούμενων 92 ημερών. Διασχίζοντας απ’ άκρη σε άκρη την αμερικανική ήπειρο, γνωρίσαμε έναν τόπο που έκρυβε μέσα του ανεξάντλητη και πρωτόγνωρη δυναμική, εκπέμποντας απόλυτα αντιθετικά μηνύματα σ’ όλη την έκτασή του. Απλότητα και μεγαλείο, παρόν και παρελθόν, απόλυτη φτώχεια και πληθωρικός πλούτος, ζωή και θάνατος, συνυπήρχαν σε κάθε αμερικανικό χιλιόμετρο. Μοναδικές εμπειρίες και αναμνήσεις που μας χάρισε απλόχερα η απέραντη αμερικανική γη των ακραίων αντιθέσεων και οι οποίες αποτυπώθηκαν για πάντα στα εσώψυχά μας.
Φωτογραφίες
https://www.bikeit.gr/ameriki/item/4169-trans-american-crossing-3o-meros-apo-ti-gi-tou-pyrros-stin-alaska#sigProId4c611dec9e