.
Κατηγορία Ασία
Πέμπτη, 29 Δεκεμβρίου 2011 22:01

Ταξιδιωτικό – Αθήνα – Τόκυο, 1ο μέρος - Ρωσία - Σιβηρία

 

"Στη χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου"

Του Κωνσταντίνου Μητσάκη

Με την πλάτη στραμμένη στην Ευρώπη και την ηλεκτρονική πυξίδα να δείχνει την μακρινή Ανατολή, άφησα πίσω μου σπίτι, γυναίκα και παιδί και ξεκίνησα ολομόναχος ένα μεγάλο ταξίδι ως την άλλη άκρη του κόσμου! Τελικός προορισμός το φουτουριστικό Τόκυο, η  πρωτεύουσα της «Χώρας του Ανατέλλοντος Ηλίου».   
                                   

Ένα διαφορετικό ταξίδι

Από καιρό ήθελα να κάνω ένα ταξίδι διαφορετικό απ’ ότι μέχρι τώρα συνήθιζα. Ήθελα να δραπετεύσω για μια βόλτα μακρινή, να «λιώσω» στα χιλιόμετρα. Να ξεκινήσω με το μυαλό άδειο από σκέψεις και να το γεμίσω μόνο με εικόνες ακριβοθώρητες, κάποιου τόπου μακρινού και μυθικού. Δεν ήθελα να αναλωθώ σε πολιτιστικές αναζητήσεις και γνωριμίες ιστορικών μνημείων. Ήθελα να συνομιλώ καθημερινά με τον εαυτό μου και τη φύση και λιγότερο με τους ανθρώπους. Να ξεκινώ νωρίς το πρωί με το πρώτο φως της ημέρας και να σταματώ όπου νυχτωθώ. Έτσι, δίχως ημερήσιο προορισμό και σφικτό προγραμματισμό.

Αλλά πάνω απ’ όλα ήθελα, μέσα από αυτό το ταξίδι, να επαναπροσδιορίσω –αυστηρά για τον εαυτό μου – τις έννοιες της ελευθερίας και της απόλυτης περιπέτειας. Ήξερα, πάντως, πως αυτό που ζητούσα δεν ήταν τόσο δύσκολο να πραγματοποιηθεί. Απλά, το πρόβλημα ήταν να ορίσω τις γεωγραφικές συντεταγμένες της απόδρασης.  

Και τελικά το αποφάσισα: Αθήνα – Τόκυο! Η τεράστια κόκκινη γραμμή στο χάρτη διέτρεχε έξι χώρες (Βουλγαρία, Ρουμανία, Μολδαβία, Ουκρανία, Ρωσία και Ιαπωνία). Ο μαγικός αριθμός των 14.200 χλμ. ήταν η απόσταση που με χώριζε από την ιαπωνική πρωτεύουσα, ενώ καθ’ οδόν μεσολαβούσε και μια ατμοπλοϊκή σύνδεση (Βλαδιβοστόκ – Ιαπωνία). Η επιστροφή μου στην Ελλάδα θα γινόταν φυσικά αεροπορικώς και της μοτοσυκλέτας ατμοπλοϊκώς. Καλή η άσκηση επί χάρτου, αλλά στην πράξη να δούμε τι θα γίνει!

Κάθε αρχή και δύσκολη

Ξημερώματα μιας Κυριακής του Ιούνη. Την ώρα που οι τελευταίοι θαμώνες στο Μπουρνάζι γύριζαν σπίτια τους τρεκλίζοντας, εγώ ξεκινούσα για μια βόλτα μακρινή, στην άλλη άκρη του κόσμου! Ίσως η πιο δύσκολη στιγμή του ταξιδιού! Ένα πεταχτό φιλί στο μάγουλο του μικρού που κοιμόταν, μια σφικτή αγκαλιά με την Όλγα, μια υγρή ματιά πίσω μου και στη συνέχεια …Εθνική οδός Αθηνών-Θεσσαλονίκης! Αρχικός προορισμός η Σόφια, 850 km μακριά.

Το ταξίδι είχε επιτέλους ξεκινήσει. Αλλά όχι κάτω από τις ιδανικότερες καιρικές συνθήκες. Ο καύσωνας, που τις τελευταίες μέρες είχε εγκατασταθεί για τα καλά στα Βαλκάνια, φρόντισε να κάνει την ζωή μου …κόλαση. Από νωρίς το πρωί, και σε όλη τη διάρκεια της ημέρας, οδηγούσα έχοντας την καυτή αίσθηση πως βρισκόμουν μέσα σ’ έναν φούρνο μικροκυμάτων! Έτσι, μετά από 850 αφρικανικά χιλιόμετρα, με τι κουράγιο να περιηγηθώ στη Σόφια, όταν το θερμόμετρο φλερτάριζε τους 37ο C; Εκ των πραγμάτων λοιπόν προτίμησα τη τεχνητή δροσιά του ξενοδοχείου και απλά αρκέστηκα στις περσινές μου αναμνήσεις από τη γνωριμία μου με τη βουλγαρική πρωτεύουσα.

Βουλγαρία και Ρουμανία ανήκουν πια στην μεγάλη οικογένεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ποιος θα το πίστευε αυτό πριν από είκοσι χρόνια). Το διαπίστωσα όταν περνούσα ανενόχλητος τα ελληνο-βουλγαρικά σύνορα, το θυμήθηκα ξανά την επομένη όταν διέσχιζα την γέφυρα του Δούναβη (στην πόλη Rouse) και έβαζα «ρόδα» στην Ρουμανία. Πώς μεταφράζεται αυτό στην πράξη; Ούτε τελωνεία, ούτε έλεγχοι διαβατηρίων, ούτε ανοιγμένες αποσκευές και ουρές αυτοκινήτων, τίποτα απ’ όλα αυτά! Πάνε οι εποχές που ένα ταξίδι στις χώρες του ανατολικού μπλοκ ήταν μια απρόβλεπτη συνοριακή περιπέτεια με εξονυχιστικούς ελέγχους, βίζες, σφραγίδες, καχύποπτους τελωνειακούς, μαυραγορίτες και λαδώματα! Ωραίες εποχές τότε…

Δεν ήταν στις προθέσεις μου να επισκεφτώ το Βουκουρέστι, 65 km βόρεια των συνόρων. Γι’ αυτό, ο υπερ-κορεσμένος από φορτηγά και νταλίκες περιφερειακός της ρουμανικής πρωτεύουσας με οδήγησε ανατολικά της πόλης και σύντομα βρέθηκα να τρέχω στον άψογο αυτοκινητόδρομο Βουκουρέστι-Κωνστάνζα. Από τη στιγμή όμως που άφησα τον αυτοκινητόδρομο και κατευθύνθηκα βόρεια προς τις πόλεις Slobozia, Braila και Galati, οι αναρτήσεις της μοτοσυκλέτας «έπιασαν» αμέσως δουλειά. Ο επαρχιακός δρόμος που οδηγούσε προς τη συνοριακή γραμμή με την Μολδαβία, δεν ήταν ό, τι το καλύτερο είχε να επιδείξει η ρουμανική οδοποιία.
Κάτω από το βλέμμα ενός οργισμένου ήλιου, προσέγγισα λουσμένος στον ιδρώτα τη συνοριακή Galati. Ο καύσωνας, αν και εξασθενημένος, καλά κρατούσε! Στο κέντρο της πόλης έγινε μια στάση δροσιάς για τον οδηγό και ανεφοδιασμός με αμόλυβδη βενζίνη για την γαλάζια μοτοσυκλέτα.

Κάπου εδώ όμως τελείωσε η Ρουμανία. Το ίδιο σύντομα όπως και η Βουλγαρία. Μόλις 300 km για την πρώτη και άλλα περίπου 400 km για την δεύτερη είχε καταγράψει το κοντέρ της μοτοσυκλέτας. Και όσον αφορά την Μολδαβία; Εδώ ήταν που γέλασα με τη ψυχή μου! Μόλις …2 km ήταν η απόσταση που διένυσα από το ένα συνοριακό φυλάκιο στο άλλο! Η πιο σύντομη διάσχιση χώρας που είχα ποτέ κάνει.

Ξεκαρδιστικό ανέκδοτο


Και μετά …Ουκρανία! Πέρασμα των συνόρων σε χρόνο dt, μια φευγαλέα ματιά (και μια φωτογραφία) στην πινακίδα που με καλωσόριζε στην χώρα και αμέσως μετά πορεία για την ενδοχώρα. Ένας άθλιος επαρχιακός δρόμος –μου τον σύστησαν για συντομία– οδήγησε το κουρασμένο μου κορμί στη μικρή πόλη Izmail, όπου και διανυκτέρευσα.

Τι σήμαινε όμως για μένα Ουκρανία; Έξι μεγάλα αστικά κέντρα (Odessa, Mykolajiv, Cherson, Melitopol, Berdjansk, Maryupol) και περίπου 1.000 km επίπεδων καλλιεργήσιμων εκτάσεων με χώριζαν από τα σύνορα της Ρωσίας. Γνώριζα πως επρόκειτο για αρκετά μονότονα χιλιόμετρα, που δεν παρουσίαζαν το παραμικρό ενδιαφέρον. Εξαίρεση αποτελούσε φυσικά η Οδησσός, το «Διαμάντι της Μαύρης Θάλασσας», την οποία όμως σκόπευα να προσπεράσω τάχιστα.

Νωρίς το επόμενο πρωί, ομελέτα, χυμός πορτοκάλι, καφές και έφυγα! Πριν ακόμα οι εργάτες πάνε στις δουλειές τους, εγώ ήδη ήμουν στο δρόμο και μαστίγωνα το σιδερένιο «άτι». Είπαμε, πρωί ξεκινώ και βράδυ σταματώ! Αν και το έβλεπα λίγο χλωμό, ήθελα εκείνη την ημέρα να φτάσω στα σύνορα της Ρωσίας. Λίγο όμως η φωτογράφηση, λίγο η κίνηση μέσα στις πόλεις, λίγο οι λακκούβες, λίγο ο φόβος για τα μπλόκα της αστυνομίας που καραδοκούσε σε αρκετά σημεία της διαδρομής, δεν άγγιξα τελικά το απίθανο!

Κάτι λιγότερο από μια ώρα διήρκησε η παραμονή μου στα ρωσικά σύνορα. Θεώρηση βίζας, έκδοση ασφαλιστικής κάλυψης και άδειας κυκλοφορίας της μοτοσυκλέτας, κάρτα παραμονής και βέβαια πολύτιμο συνάλλαγμα (ρούβλια) για τα πρώτα έξοδα. Δεν ξέρω γιατί, αλλά όταν τους γνωστοποίησα ότι σκόπευα να φτάσω στο Βλαδιβοστόκ, έπεσε πολύ γέλιο. Μαζεύτηκαν όλοι γύρω μου και με κοίταγαν σαν ανέκδοτο! Ήταν μια σκηνή που επαναλήφθηκε αρκετές φορές μέσα στις επόμενες μέρες. Πάντως, η μεγάλη δυστυχία ήταν ότι κανείς στα σύνορα δεν γνώριζε αγγλικά για να συνεννοηθούμε, ενώ τα δικά μου ρωσικά ήταν του επιπέδου: «ψωμί, ξενοδοχείο, νερό, ευχαριστώ, Ελλάδα…». Καταλαβαίνετε λοιπόν τις κωμικοτραγικές καταστάσεις που διαδραματίστηκαν μέχρι να ολοκληρωθούν οι γραφειοκρατικές διατυπώσεις. Άλλα με ρώταγαν, άλλα τους απαντούσα! Τράβαγαν τα μαλλιά τους! Παρόλα αυτά, τα βρήκαμε. Η μεγάλη σκουριασμένη μπάρα σημάδεψε τελικά τον ουρανό και εγώ ξεκίνησα για την κοντινή Rostov-va-Don φωνάζοντας στον κατσουφιασμένο φρουρό: «Κουφάλες, θα σας στείλω μια κάρτα από το Βλαδιβοστόκ, έτσι για να με θυμάστε!»

Τα προβλήματα με την απανταχού παρούσα ρωσική αστυνομία ξεκίνησαν αρκετά νωρίς, πριν ακόμα φτάσω στην Rostov-va-Don. Στο πρώτο κιόλας μπλόκο κατάλαβα ότι τα όργανα του νόμου με έβλεπαν σαν μια ευκαιρία να αγοράσουν ανέξοδα τη βότκα της ημέρας! Και έπιναν πολύ οι άτιμοι! Μετά από έναν εξονυχιστικό έλεγχο όλων των εγγράφων, και αφού δεν βρήκαν κάτι το μεμπτό, δυο ένστολοι με οδήγησαν σε μια μικρή παρακείμενη αίθουσα και μου ανακοίνωσαν ορθά-κοφτά πως το διεθνές δίπλωμα οδήγησης που είχα δεν ίσχυε στη Ρωσία (άκουσον, άκουσον). Υπήρχε όμως λύση στο πρόβλημα: ή τους πλήρωνα στη ψύχρα 50$ και έφευγα, ή μου κράταγαν το δίπλωμα και συνέχιζα δίχως αυτό! Είχα τουλάχιστον δικαίωμα επιλογής! Μετά από μια ώρα σκληρών διαπραγματεύσεων, συνέχισα για την Rostov-va-Don με 20$ λιγότερα στην τσέπη! Ήταν το καλωσόρισμα στην καπιταλιστική Ρωσία του συντρόφου Πούτιν!

Βότκα και γκάζια


Αυτό το «έργο» της οικονομικής αφαίμαξης έμελλε να παιχτεί αρκετές φορές μέσα στις επόμενες μέρες, με θύμα την τσέπη μου και πρωταγωνιστές τους αδιάλλακτους φύλακες της ρωσικής νομοτέλειας. Στη θέα της μοτοσυκλέτας και με το πρόσχημα μιας αόριστης παράβασης, με σταματούσαν στα περισσότερα μπλόκα και απαιτούσαν εκβιαστικά να τους δώσω χρήματα προκειμένου να μου επιστρέψουν το δίπλωμα ή τα κλειδιά της μοτοσυκλέτας, που παρανόμως μου έπαιρναν. Οι φωνές και οι διαμαρτυρίες μου περισσότερο δυσχέραιναν την κατάσταση, παρά βοηθούσαν! Ήταν ομολογουμένως από τις πιο δυσάρεστες εμπειρίες μου στους ρωσικούς δρόμους! Περίπου 110$ μπαξίσι σε αστυνομικούς μου κόστισε το οδικό πέρασμα της Ρωσίας! Ούτε διόδια να πλήρωνα!

Τη λύση στην ανεύρεση ξενοδοχείου στην Rostov-va-Don έδωσε ο Σεργκέι, ένας ντόπιος μοτοσυκλετιστής μ’ ένα Kawasaki ZX-9R, που προσφέρθηκε να με οδηγήσει σε μια μικρή πανσιόν, κάπου στην ανατολική πλευρά της πόλης. Ο Σεργκέι, δυο ώρες αργότερα, όπως είχαμε συμφωνήσει, επέστρεψε στην πανσιόν μαζί με δυο κολλητούς του (ο ένας είχε Yamaha R1 ’03 και ο άλλος ένα Honda CBR 900 ‘95) και όλοι μαζί ανέλαβαν την βραδινή μου ξενάγηση στην πόλη τους. Κάπως έτσι λοιπόν βρέθηκα στη σέλα μιας ZX-9R, δίχως πινακίδα και με λιωμένα λάστιχα, να τριγυρνώ στους δρόμους της Rostov-va-Don! Η σκληροπυρηνική παρέα των «γρήγορων» της πόλης είχε και τέταρτο μέλος, ο οποίος όμως δυο μέρες νωρίτερα είχε γίνει «αυτοκόλλητο» πάνω σ’ ένα λεωφορείο και κατέληξε στο νοσοκομείο με σπασμένα πλευρά! Εκείνο το βράδυ πέρασα καλά. Φαγητό, ποτό, ξενάγηση, κόντρες. Απ’ όλα είχε το πρόγραμμα. Οι δίτροχοι οικοδεσπότες μου με φρόντισαν με τον καλύτερο τρόπο. Ρωσική μοτο-φιλοξενία!

Παραμένοντας έτσι για άλλη μια μέρα εδώ, ήταν ευκαιρία να επισκεφτώ τον περίτεχνο ναό της Παναγίας, το κόσμημα της Rostov-va-Don. Η πάλλευκη εκκλησία με τους χρυσοποίκιλτους τρούλους που δέσποζε στο κέντρο της πόλης, ήταν ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα της τοπικής Ορθόδοξης θρησκευτικής αρχιτεκτονικής  (17ου αιώνα) και αποτελούσε το σήμα κατατεθέν της παρόχθιας πόλης του ποταμού Don. Στη συνέχεια, άφησα να βήματά μου να με οδηγήσουν στον χώρο της υπαίθριας αγοράς που απλωνόταν δίπλα στον περίτεχνο ναό. Εδώ, εκτός από τις πάμπολλες εικόνες και τα στιγμιότυπα της τοπικής καθημερινότητας που «μάζεψα», έκανα παράλληλα και την διατριβή μου πάνω στην οικονομική πορεία της χώρας.

Ό,τι ξέρατε ή σας είχαν πει περί κομμουνιστικής Ρωσίας, ξεχάστε τα. Η ποικιλία και η επάρκεια των εγχώριων, αλλά και των εισαγόμενων αγαθών, που είχαν κατακλύσει την τοπική αγορά ήταν εντυπωσιακή. Αλλά μην με ρωτήσετε αναφορικά με το ποσοστό των ντόπιων που πραγματικά διέθεταν την οικονομική δυνατότητα να επωφεληθούν από αυτή την υπερπροσφορά καταναλωτικών αγαθών! Πάντως, η πορεία της χώρας προς την ελεύθερη αγορά και τον καπιταλισμό είναι δεδομένη και η «Μεγάλη ρωσική αρκούδα» ευελπιστεί μέσα στα επόμενα χρόνια να πετύχει μια πιο σταθερή και πολυδιάστατη οικονομική ανάπτυξη, την οποία όντως χρειάζεται. Ποιος θα το πίστευε, ότι ο καπιταλισμός, που για χρόνια ξόρκιζε η Ρωσία, αποτελεί πλέον τη βάση της τοπικής οικονομικής ζωής; Πώς να μην τρίζουν μετά τα κόκαλα του Καρλ Μαρξ και του Λένιν; Με τι κουράγιο θα εξιστορούσα όλες τούτες τις κοσμογονικές αλλαγές και εξελίξεις στον παππού μου, ετών 79 και βαμμένο κομμουνιστή; «Γιαγιά, γρήγορα τα υπογλώσσια, τον χάνουμε τον παππού!»

Μνημείο ελευθερίας

Το γνώριμο αλλά συνάμα εκνευριστικό επίπεδο τοπίο των απέραντων ρωσικών πεδιάδων συνέχισε να συντροφεύει τα χιλιόμετρα της διαδρομής μου προς την πόλη Βόλγογκραντ (Volgograd), 487 km βορειοανατολικά. Εκείνη την ημέρα, ωστόσο, στη διαδρομή  προς το Βόλγογκραντ (πρώην Στάλινγκραντ) δεν ήμουν μόνος. Μαζί  μου ταξίδευε και ο Γιόχαν, ένας Γερμανός μοτοσυκλετιστής μ’ ένα BMW GS 1200, που έτυχε να βρεθούμε στην πανσιόν το προηγούμενο βράδυ. Τι ήθελε ο Γερμανός στο Στάλινγκραντ; Απλά, ήθελε να βρεθεί στον τόπο όπου πολέμησε και σκοτώθηκε ο παππούς του στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ως γνωστόν, η μάχη του Στάλινγκραντ υπήρξε μια από τις καθοριστικότερες και πιο φονικές του ρωσικού μετώπου. Οι ηρωικοί υπερασπιστές του Στάλινγκραντ είχαν καταφέρει τότε να αποτρέψουν, μετά από εκατόν σαράντα δύο μέρες πολιορκίας, την άλωση της πόλης από τα γερμανικά στρατεύματα. Το τίμημα ωστόσο υπήρξε μεγάλο, αφού 1.000.000 Ρώσοι έπεσαν για την υπεράσπιση της πόλης, ενώ οι Γερμανοί έχασαν περί τους 250.000 επίλεκτους στρατιώτες. Μεταξύ αυτών ήταν και ο παππούς του Γιόχαν.

Το θέαμα του τεραστίων διαστάσεων εκπληκτικού αγάλματος Κουράν Κουργκάν που δέσποζε στην κορυφή ενός λόφου, στα περίχωρα της πόλης, μας έκοψε κυριολεκτικά την ανάσα. Καθώς ήταν ορατό από μεγάλη απόσταση σαν ένας γιγάντιος φάρος, δεν αργήσαμε να βρεθούμε σ’ έναν υποβλητικό μνημειακό χώρο που αντιπροσώπευε έναν ελάχιστο φόρο τιμής για όλους εκείνους που είχαν θυσιαστεί στην προάσπιση του Στάλινγκραντ. Στον ίδιο υπαίθριο χώρο –μεταξύ άλλων– δέσποζε ένα κυκλικό μαυσωλείο, όπου έκαιγε στο κέντρο του η άσβεστη φλόγα-ψυχή της πόλης των ηρώων. Συγκινησιακή φόρτιση «στα κόκκινα» για τον Γερμανό συνταξιδιώτη μου, δέος και  κατάνυξη για μένα. Εδώ ήταν ιεροσυλία να μιλήσεις! Μόνο έβλεπες και συλλογιζόσουν τον παραλογισμό του πολέμου και την ηρωική αυτοθυσία των ανθρώπων για την ελευθερία!

Η γλυκιά καλοκαιρινή βραδιά μάς βρήκε καθισμένους μ’  ένα μπουκάλι μπύρα στα σκαλοπάτια της μεγάλης κλίμακας που ένωνε την κεντρική πλατεία του Βόλγογκραντ με τις όχθες του Βόλγα. Θέμα συζήτησης –τι άλλο– οι προκλητικά ντυμένες ντόπιες με τα υπέροχα μακριά πόδια που μας είχαν τρελάνει με την ακαταμάχητη ομορφιά τους. «Γυναίκες από άλλο πλανήτη» ήταν η πετυχημένη ατάκα του Γερμανού. Μάλλον Γιόχαν, εμείς είμαστε στον πλανήτη …Αφροδίτη! Τα σχόλια έπαιρναν και έδιναν, τα μπουκάλια της μπύρας άδειαζαν το ένα μετά το άλλο και η πασαρέλα καλά κρατούσε!

Τελευταία, κοινή μας βραδιά με τον Γιόχαν. Οι δρόμοι μας πλέον χώριζαν. Εδώ στο Βόλγογκραντ, το ταξίδι της αναζήτησης είχε τελειώσει για τον Γερμανό. Έχοντας εκπληρώσει ένα όνειρο ζωής, νωρίς την επομένη θα ξεκινούσε για την μεγάλη επιστροφή στα πάτρια εδάφη. Αν φυσικά κατάφερνε να ξυπνήσει το πρωί, μετά από τόσες μπύρες που είχε πιει! Για μένα, αντίθετα, το ταξίδι θα συνεχιζόταν ανατολικά! Μέχρι να φτάσω όμως στα Ουράλια όρη, τα γεωγραφικά σύνορα της Ασίας (και κατ’ επέκταση της Σιβηρίας), είχα να αντιπαλέψω με την μοναξιά του κράνους, τους ευσυνείδητους αστυνομικούς και τον πειρασμό των καλλίγραμμων Ρωσίδων.  

Στον αστερισμό της λακκούβας

Στάση νωρίς εκείνο το πρωινό για αχνιστό καφέ σε ένα καφενείο του δρόμου, παρέα με τους Ρώσους φορτηγατζήδες, τους επιβάτες των υπεραστικών λεωφορείων και τους βιαστικούς οδηγούς των επιβατικών αυτοκινήτων. Μπας και ανοίξει το μάτι μου και αποφύγω καμιά λακκούβα, από τις αμέτρητες που υπήρχαν διάσπαρτες στη διαδρομή Βόλγογκραντ-Σαράτοφ-Σαμάρα. Κάθε χιλιόμετρο έκρυβε και μια παγίδα, ενώ οι αναρτήσεις της μοτοσικλέτας λειτουργούσαν συχνά σε οριακά επίπεδα, προκαλώντας μου άγχος και προβληματισμό. Ξέχωρα την τρομερή σωματική καταπόνηση που είχα. Το γεγονός και μόνο ότι στο τέλος του Υπερσιβηρικού (στο Βλαδιβοστόκ), οι δυο μπροστινές τσιμούχες των αναρτήσεων έχαναν λάδια, η μπροστινή ζάντα είχε στραβώσει και δυο ακτίνες του μπροστινού τροχού είχαν σπάσει, ήταν η καλύτερη (ή μάλλον η τραγικότερη) απόδειξη για την απαράδεκτη κατάσταση των ρωσικών δρόμων.

Αυτά όσον αφορά το οδικό δίκτυο στη χώρα της βότκας! Αντίθετα, στο θέμα των καυσίμων –ένα εξίσου σοβαρό θέμα, που με είχε προβληματίσει αρκετά πριν ξεκινήσω το ταξίδι– δεν αντιμετώπισα κανένα απολύτως πρόβλημα. Ούτε με την ποιότητα του πολύτιμου υγρού, αφού όλα τα πρατήρια διέθεταν βενζίνη 90-96 οκτάνια, αλλά ούτε και με τον ανεφοδιασμό μου, καθώς πρατήρια υπήρχαν και στις πιο αραιοκατοικημένες περιοχές της διαδρομής μου στη Σιβηρία.
Η Σαράτοφ και η Σαμάρα ήταν δυο τυπικές ρωσικές πόλεις με πάμπολλα πάρκα, δεντροσκέπαστες λεωφόρους, επιβλητικά κτήρια νέο-μπαρόκ αρχιτεκτονικής, σοβιετικά μπλοκ εργατικών πολυκατοικιών και πάμπολλα ξύλινα χαμηλόσκεπα σπίτια στα προάστια. Τίποτα το αξιόλογο δεν τις χαρακτήριζε όμως.

Με την άφιξή μου στην πόλη Σαμάρα είχα επιτέλους «αγγίξει» τον Υπερσιβηρικό οδικό άξονα. Ο Υπερσιβηρικός (Μ5), που ξεκινά από τη Μόσχα και καταλήγει μετά από 8.900 km στο Βλαδιβοστόκ, θα οδηγούσε πια τις ρόδες της γαλάζιας μοτοσυκλέτας, στη προσπάθειά μου να διατρέξω όλη την ασιατική ήπειρο και να «βρέξω» τα πόδια μου στα νερά του Ειρηνικού Ωκεανού.
Η πολυαναμενόμενη αλλαγή στην ταξιδιωτική μου καθημερινότητα ήρθε απρόσμενα, σαν θείο δώρο, αργά το μεσημέρι της ένατης μέρας του ταξιδιού μου, όταν προσπέρασα την πόλη Ufa (Ούφα), 470 km ανατολικά της Σαμάρα. Οδηγώντας κάτω από το υγρό βάρος μιας αδυσώπητης βροχής, που άρχισε να πέφτει λίγο αφότου εγκατέλειψα εκείνο το πρωινό την πόλη Σαμάρα, με έκπληξη διαπίστωνα ότι η ασφάλτινη λωρίδα του Υπερσιβηρικού άρχισε σταδιακά να αποκτά καμπύλες, να σκαρφαλώνει πάνω σε δασοσκέπαστες βουνοπλαγιές κατάφυτες με κωνοφόρα δέντρα, να κατηφορίζει μέσα σε εύφορες κοιλάδες και να ελίσσεται μέσα από ορεσίβιους οικισμούς. Επιτέλους, μια δυνατή αλλαγή είχε σημειωθεί στη μίζερη ζωή μου. Πάνω που είχα φτάσει στα πρόθυρα νευρικής κρίσης…

Αυτό το ύψιστο σημείο αναφοράς των πρώτων 5.000 km του ταξιδιού άκουγε στο όνομα Ουράλια Όρη. Πρόκειται για τα «Υπερβόρεια Όρη» των αρχαίων Ελλήνων, που λειτουργούν στο συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο ως τα φυσικά σύνορα ανάμεσα στην Ευρώπη και την Ασία, στη Ρωσία και τη Σιβηρία. Αργά το ίδιο απόγευμα βρέθηκα στους ανατολικούς πρόποδες της οροσειράς, στην αγκαλιά της πόλης Kurgan (Κουργκάν). Ήμουν επιτέλους στα γεωγραφικά όρια της Σιβηρίας.

Φωτογραφίες


Συνεχίζεται…

 

Ακολουθήστε το BIKEIT.GR στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα
Τάκης Μανιάτης Γράφτηκε από Τάκης Μανιάτης
Τελευταία τροποποίηση στις Κυριακή, 29 Μαρτίου 2020 13:41

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΕΠΙΛΟΓΕΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ
ΑΜΕΣΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΤΑ ΝΕΑ ΤΩΝ ΔΥΟ ΤΡΟΧΩΝ ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ
  • twitter
  • facebook icon
  • instagram
  • youtube
  • Google News icon