Η γωνιά αυτή του νομού Λακωνίας είναι σχετικά άγνωστη και αρκετά απομονωμένη, όμως καταφέρνει και συναρπάζει τον μοτοταξιδιώτη. Η περιοχή που θα γνωρίσουμε χαρακτηρίζεται από απόκρημνες κορφές, χαράδρες, δάση αλλά και ποτάμια. Μάλιστα το σημαντικότερο ποτάμι είναι αυτό της Άρνας που αποτελεί τον υδροδότη του Γυθείου, όχι μόνο στις μέρες αλλά από τους αρχαίους χρόνους, μόνο που τότε ήταν γνωστός ως Σμύνος ποταμός. Πέραν όμως της φυσικής ομορφιάς, ο τόπος εντυπωσιάζει με την πλούσια ιστορία του, την παραδοσιακή αρχιτεκτονική αλλά και την ιδιαίτερη κουλτούρα του.
Καλώς ήρθατε στα Μπαρδουνοχώρια, ένα σύμπλεγμα οικισμών που κατοικήθηκε κυρίως από τους Μπαρδουνιώτες, έναν εξισλαμισμένο πληθυσμό που κατάγονταν από την Αλβανία και εγκαταστάθηκε εκεί κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής περιόδου (κυρίως τον 15ο και 16ο αιώνα).
Η ιδιαίτερη αυτή ονομασία λέγεται πως προέρχεται ετυμολογικά από παραφθορά του ονόματος των Βιλεαρδουίνων, Φράγκων πριγκίπων του Μορέως, ενώ μια άλλη εκδοχή πιστεύεται πως προέκυψε από την ενετική λέξη vardia, που σημαίνει φρουρά. Το μόνο σίγουρο είναι πως εμφανίστηκε στους μεσαιωνικούς χρόνους!
Κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821, ο τόπος αυτός κατέστη θέατρο σφοδρών συγκρούσεων μεταξύ Ελλήνων επαναστατών και των Μπαρδουνιωτών, μιας και όπως ήταν αναμενόμενο είχαν ταχθεί με την πλευρά των Οθωμανών. Μετά την ανεξαρτησία της Ελλάδας, η περιοχή σταδιακά εγκαταλείφθηκε από τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς και τα χωριά πέρασαν στον έλεγχο των Ελλήνων.
Τα Μπαρδουνοχώρια αποτελούνταν από τα εξής χωριά: Καστάνια, Σελεγούδι, Άγιος Νικόλαος, Κόκκινα Λουριά, Μέλισσα, Αρχοντικό, Παλιά Μπαρδούνια, Δεσφίνα, Κάστρο της Μπαρδούνιας, Σίνα, Προσήλιο, Λεμονέα, Μελιτίνη, Αγία Μαρίνα, Άρνα, Σπαρτιά, Γόλα, Γοράνοι, Πολοβίτσα, Βασιλική, Λιαντίνα, Ποταμιά, Χάνια Βασιλακίου και Πετρίνα.
Με βάση το υπέροχο πετρόκτιστο χωριό Μέλισσα, ξεκίνησε και η περιήγηση στα χωριά αλλά και στα αξιοθέατα της περιοχής.
Η πρώτη στάση έγινε στο πέτρινο γεφύρι της Στάρας, βρίσκεται μερικά χιλιόμετρα έξω από το χωριό Μέλισσα και ενώνει τις όχθες του ποταμού Σμύνου. Κατά την περίοδο της οθωμανικής κατοχής, ο ποταμός αποτελούσε το φυσικό σύνορο με την Ελεύθερη Μάνη. Eικάζεται πως κτίστηκε 400 με 500 χρόνια πριν τις μέρες μας! Στις άκρες του σώζονται κτίσματα που λειτουργούσαν ως φυλάκια-τελωνεία. Δυστυχώς το τρίτοξο γεφύρι δείχνει παρατημένο, αφημένο στο έλεος των καιρών. Αν και μοναδικό στην περιοχή έχει ξεχαστεί από την πολιτεία.
Ακολουθώντας ένα σφιχτό και ορεινό οδικό δίκτυο η CFMOTO 800MT σταμάτησε στον επόμενο σταθμό του οδοιπορικού, στο κάστρο της Μπαρδούνιας που βρίσκεται κοντά στο χωριό Άγιος Νικόλαος Σμυνούς. Το κάστρο στέκει επιβλητικό και ερειπωμένο στην κορυφή απόκρημνου λόφου. Η πρόσβαση δεν είναι εφικτή, το μονοπάτι που οδηγεί στα σπλάχνα του είναι φραγμένο, ο μόνος τρόπος για να το αντικρίσετε είναι με drone.
Πιστεύεται πως αρχικά ήταν βυζαντινό (9ο ή 10ο αιώνα), έπειτα πως πέρασε στην κατοχή των Φράγκων (13ο αιώνα), ενώ λίγο αργότερα ξανά γύρισε στους Βυζαντινούς όμως κάπου στο 1460 έπεσε στα χέρια των Οθωμανών, όπως και όλα τα κάστρα του Μοριά.
Από το ορεινό χωριό του Άγιου Νικολάου με το σημαντικό πολυβολείο του, η πορεία της κινέζικης μοτοσυκλέτας συνεχίζεται προς τον οικισμό Καστανιά για να τερματίσει σε μια μοναδική τοποθεσία και σε υψόμετρο 1040 μέτρων, όπου δεσπόζει η μονή της Παναγίας Γιάτρισσας. Η θέα είναι εκπληκτική, από την μια πλευρά ο Λακωνικός κόλπος και από την άλλη ο Μεσσηνιακός, ηρεμία, σιωπή, μόνο ο ήχος από τον άνεμο σπάει το κενό άντε και η καμπάνα αν φτάσεις εν ώρα λειτουργίας!
Η μονή πιστεύεται πως ιδρύθηκε τον 10ο αιώνα από τον όσιο Νίκωνα, ενώ κάποιοι άλλοι ερευνητές την κατατάσσουν στον 4ο αιώνα. Η Μονή πανηγυρίζει στις 08 Σεπτεμβρίου. Αν συνεχίσετε την πορεία σας, ο χωμάτινος δρόμος διασχίζει το δάσος της Βασιλικής, το νοτιότερο ελατόδασος της ηπειρωτικής Ευρώπης και εν συνεχεία οδηγεί στην Μεσσηνιακή Μάνη.
Επιστροφή προς το χωριό Κόκκινα Λουριά, το οποίο πήρε το όνομα του από το κοκκινόχωμα και τις πεζούλες (λωρίδες) όπου εγκαταστάθηκαν οι κάτοικοι του ή από τις αιματοβαμμένες λωρίδες των ρούχων που έσκιζαν οι κάτοικοι για να δέσουν τα τραύματα των συγχωριανών τους μετά από τις μάχες με τους Οθωμανούς. Στάση στο καφενείο του χωριού για «ενδυνάμωση» και πίσω στον δρόμο.
Ξεπερνώντας τα όρια των Μπαρδουνοχωρίων, η CFMOTO 800ΜΤ ανηφορίζει ακούραστα προς το Σιδηρόκαστρο και από εκεί στον επιβλητικό Πολυάραβο, ένα εγκαταλειμμένο πέτρινο οικισμό που άφησε ανεξίτηλο το αποτύπωμά του στην ιστορία της Ελλάδας. Στις απόκρημνες πλαγιές που τον περιβάλουν διεξήχθη στις 19 Ιουλίου 1826 μια σημαντική σύγκρουση ανάμεσα στους παθιασμένους Μανιάτες και τους Αιγύπτιους του Ιμπραήμ. Η νίκη των Ελλήνων στον Πολυάραβο ήταν ηθική αλλά και στρατηγική για τους επαναστάτες. Ενίσχυσε το ηθικό τους και έδωσε δύναμη στους Μανιάτες για να συνεχίσουν την αγωνιστική τους πορεία.
Η μοτοσυκλέτα ξαποσταίνει στην όμορφη βρύση της Ελένης και οι ταξιδιώτες ανηφορίζουν προς την καρδιά του πέτρινου χωριού. Είκοσι λεπτά αργότερα το βλέμμα χάνεται προς τον Λακωνικό κόλπο. Η περιπλάνηση στα ερειπωμένα σπίτια και στα πέτρινα καλντερίμια προκαλεί. Έχεις την εντύπωση πως ο τόπος ζωντανεύει την νύχτα από τις ψυχές εκείνων που θυσιάστηκαν για την ελευθερία ενώ η εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου δείχνει κατάμεστη, φιλοξενώντας στα σπλάχνα της τα γυναικόπαιδα, προσφέροντας τους καταφύγιο. Δέος είναι πραγματικά ένας Μοναδικός τόπος που δυστυχώς «αργοσβήνει».
Κάπου εκεί ολοκληρώνεται το οδοιπορικό στις νοτιοανατολικές απολήξεις του μυθικού Ταϋγέτου, σε έναν τόπο που συναρπάζει, γοητεύει αλλά και προβληματίζει μιας και δείχνει απομονωμένος και αποξενωμένος από την … «τουριστική» Μάνη!