Η τελευταία σημαντική ανανέωση της γκάμας των Tuono V4 ουσιαστικά έγινε το 2018, καθώς έκτοτε η γυμνή οικογένεια των τετρακύλινδρων Κεραυνών (ιταλιστί Tuono) προχωρά με μικροαλλαγές πάνω σε μια βάση που δίχως αμφιβολία δεν έχει απολύτως κανέναν λόγο για να αλλάξει.
Εκεί όμως που οι Ιταλοί μας είχαν συνηθίσει σε αθλητικότερες και αθλητικότατες εκδόσεις, από το RR στο Factory και πάει λέγοντας, αίφνης μας εμφανίζουν το βασικό Tuono V4 1100 με μια ψηλή ζελατίνα και περιγραφές περί σπορ τουρισμού. Το επόμενο λογικό βήμα μας πάει τρέχοντας στα τεχνικά χαρακτηριστικά της μοτοσυκλέτας και στη σύγκριση με το έτερο διαθέσιμο μοντέλο, το Factory, όπου – οποία έκπληξη – δεν υπάρχει καμιά διαφορά στον κινητήρα και το ηλεκτρονικό πακέτο, πλην την ημι-ενεργών αναρτήσεων Öhlins της ακριβότερης έκδοσης.
Κι όμως, υπάρχουν αλλού απτές αλλαγές και κάνουν μεγάλη διαφορά. Ενδεχομένως για πρώτη φορά στην ιστορία των Tuono (που κρατά από το 2003) η Aprilia διαθέτει δύο εκδόσεις του ίδιου μοντέλου με διαφορές στη γεωμετρία της θέσης οδήγησης. Έτσι το βασικό Tuono V4 1100 έχει προσαρμοστεί για πιο φιλόξενη διαμονή στη σέλα του με μερικές εύκολες και πρακτικές επεμβάσεις.
Ψηλότερο τιμόνι, λίγο χαμηλότερη σέλα (9 mm) με πλουσιότερο αφρώδες και ρεαλιστικό χώρο με χειρολαβές για συνεπιβάτη, χαμηλότερα τοποθετημένα μαρσπιέ για επιβάτη (λίγο) και συνεπιβάτη (πολύ), και φυσικά την εμφανέστερη αλλαγή, τον ευμεγέθη ανεμοθώρακα. Όλα αυτά ολοκληρώνονται με την οπτική αναγνώριση που εγγυώνται δύο αποκλειστικοί χρωματισμοί σε λευκή ή γκρι μονοχρωμία, για να ξεχωρίζει από μακριά από το κατάμαυρο ή φανταχτερό μαυροκόκκινο Factory.
Αυτή η τροποποίηση είναι αισθητή με το που κάθεσαι στη σέλα του, καθώς επηρεάζει όλες τις ακμές του τριγώνου εργονομίας (σέλα-τιμόνι-μαρσπιέ) και προσφέρει μια πιο άνετη στάση για τον αναβάτη. Επιτρέπει επίσης συνεπιβάτη, κάτι που δεν μπορώ να πω με την ίδια σιγουριά για το Factory. Μάλιστα ο χώρος για το δεύτερο άτομο έχει πλούσια και φαρδιά σέλα, καθώς και χειρολαβές, κάνοντας σαφώς ευκολότερη την παραμονή πίσω από τον αναβάτη.
Οι Ιταλοί είναι άνθρωποι της παράδοσης και μοιραία οι ιθύνοντες της Aprilia δεν ξεφεύγουν από τον κανόνα. Εξαρχής τα Tuono ήταν γυμνά RSV, δικύλινδρα RSV1000 Mille αρχικά και τετρακύλινδρα RSV4 στη συνέχεια.
Όσο δυνατά και να φωνάξει κανείς sport touring, το γεγονός πως εδώ έχουμε μια ελαφρώς εξημερωμένη superbike με τα όλα της δεν κρύβεται, ούτε αλλάζει. Το πιο ταξιδιάρικο Tuono φορά την πλήρη σουίτα ηλεκτρονικών APRC, με quickshifter, με προγράμματα Road και Track, με όλες τις ρυθμίσεις χαρτογράφησης και συστημάτων ασφαλείας (traction control, wheelie control), σε ένα πακέτο που έχει και pit limiter (περιοριστή ταχύτητας για τα πιτς) και launch control και cruise control!
Τι θα τα κάνεις αυτά στο ταξίδι; Πλην του cruise control και του quickshifter, πιθανότατα απολύτως τίποτα. Αν όμως το ταξίδι σου περνά από πίστες, κάνεις μια στάση, γράφεις ένα ρεκόρ γύρου και συνεχίζεις τον δρόμο σου. Ή σχεδιάζεις ένα πανευρωπαϊκό ταξίδι με στάσεις σε όλες τις πίστες του παγκοσμίου.
Φορά επίσης το πολυρυθμιζόμενο πλαίσιο που κληροδοτήθηκε απευθείας από την παγκόσμια πρωταθλήτρια WorldSBK, RSV4, στις γυμνές αδελφές της, και στο οποίο μπορείς να ρυθμίσεις παραμέτρους όπως τη θέση και τη γωνία του λαιμού, το ύψος του κινητήρα και το ύψος έδρασης του άξονα ψαλιδιού!
Όπως επιτάσσει η παράδοση των Tuono, η απόσταση από μια superbike σε μια σπορ τουρίστρια είναι απρόσμενα μικρή.
Για κερασάκι στην τούρτα του Tuono V4 1100 η Aprilia φορά τον κινητήρα ως ακριβώς έχει στο Factory μοντέλο, με όλα τα 175 αλογάκια του, τη ροπάκλα, τον ασύλληπτο ήχο και την επιτάχυνση που απειλεί να στείλει όλο σου το αίμα στην πλάτη. Γιατί όχι;
Και, καθώς τυγχάνω ιδιοκτήτης Tuono πρώτης γενιάς, χαίρομαι ιδιαιτέρως που δεν έχει αλλάξει ένα ακόμη χαρακτηριστικό-σφραγίδα της σειράς αυτής: στο ρελαντί κάνει περισσότερο θόρυβο από άλλες μοτοσυκλέτες με το γκάζι ανοιχτό. Μόλις πατήσεις το μαγικό κουμπάκι και έρθει στη ζωή αυτός ο V4, θα το ξέρουν όλοι στη γειτονιά. Όπως ακριβώς πρέπει.
Ας βγούμε λοιπόν στον ανοικτό δρόμο να δούμε τι παραπάνω μπορεί να κάνει αυτή έκδοση Tuono V4 1100.
Η αεροδυναμική προστασία είναι σαφώς ανώτερη από του Factory, αλλά γι αυτό δεν χρειάζεστε εμένα να το πω, το φωνάζουν οι φωτογραφίες. Ο μεγάλος ανεμοθώρακας έκανε εξαιρετική δουλειά στο να κρατά τον κορμό σε απόλυτη ηρεμία και το κράνος σε σχετική ησυχία. Για μέγιστο αποτέλεσμα θέλει λίγο σκύψιμο, τουλάχιστον για τους δικούς μου 182 πόντους, αλλά τίποτε που θα προβληματίσει στο πολύωρο ταξίδι.
Χέρια, ώμοι και πόδια είναι μια άλλη ιστορία, καθώς εκεί είναι που θυμάσαι πως τα Tuono ήταν, είναι και θα είναι γυμνά streetfighters. Είναι μια παραχώρηση που υποχρεωτικά θα κάνει κανείς στο ταξίδι με οποιαδήποτε γυμνή μοτοσυκλέτα.
Το βασικότερο πρόβλημα που αντιμετώπισα στον αυτοκινητόδρομο πάντως δεν είχε να κάνει με αέρες και ανέσεις, μα αφορούσε το δεξί μου χέρι. Με τόση δύναμη διαθέσιμη ανά πάσα ώρα και στιγμή, καλή τύχη να καταφέρεις να κρατηθείς κοντά έστω σε μια επίφαση νομιμότητας. Λίγο να μην κοιτάξεις το κοντέρ και φλερτάρεις με τα 200 km/h. Το γεγονός πως τίποτε δεν προσπαθεί να ξεριζώσει το κεφάλι σου (βλέπε αέρας) χάρη στη ζελατίνα απλώς κάνει τις κατά λάθος διακοσάρες πιο πιθανές.
Η επιτάχυνση του Tuono V4 είναι τόσο εκτυφλωτικά μεθυστική που λίγο να αφαιρεθείς χτυπάς 160 από φανάρι σε φανάρι στην πόλη. Και συνοδεύεται από τέτοιο ήχο που απλά δεν θες να το κλείσεις.
Γι’ αυτό είναι εξαιρετική ιδέα να βγεις από την πόλη, να αφήσεις πίσω τις εθνικές οδούς και να σχεδιάσεις μια διαδρομή που να ανεβοκατεβαίνει βουνά και να περιδιαβαίνει στο δευτερεύον οδικό δίκτυο. Εκεί δηλαδή που βρίσκεται η παιδική χαρά των Tuono.
Το πιρούνι της Sachs λειτουργεί εξαιρετικά και βιδώνει τον μπροστινό τροχό στην άσφαλτο, ενώ η μοτοσυκλέτα ακολουθεί τις εντολές ακαριαία προτάσσοντας ουδέτερη συμπεριφορά, όχι βίτσια και αντιρρήσεις. Της λες, το κάνει.
Απλά προσαρμόζεις τις ρυθμίσεις των αναρτήσεων στις οδηγικές συνθήκες και επιτίθεσαι στον δρόμο για την απόλαυσή σου. Με σωστότατες αποσβέσεις, ακριβέστατο χειρισμό στο τιμόνι και πανίσχυρα φρένα που δεν ιδρώνουν από τα νούμερα που σερβίρει το Tuono, και έναν πολύτιμο σύμμαχο στο εξαιρετικό quickshifter δύο δρόμων (ανέβασμα και κατέβασμα σχέσης) που απλοποιεί τις αλλαγές στο κιβώτιο ταχυτήτων ακόμη και στο σύρσιμο σε ρυθμό μποτιλιαρίσματος.
Σε πίστα δεν πήγα, οπότε δε μπορώ να μιλήσω για τέτοιο περιβάλλον και πως οι φτηνότερες αναρτήσεις θα ανταπεξέλθουν, δεν έχω όμως κανένα λόγο να πιστέψω πως θα τα βρουν σκούρα. Κάθε άλλο, δείχνουν υπέροχα ταιριαστές με την οδηγική λογική του Tuono V4 και, το σημαντικότερο, ζητούν 2.6 χιλιάρικα λιγότερα από το Factory.
Ένα στοιχείο που δεν έχει αλλάξει στο Tuono V4 είναι η καθημερινή του ευχρηστία, η οποία δεν είναι και ακριβώς κορυφαία. Πολλή ζέστη από το μοτέρ, μικρό κόψιμο τιμονιού και υψηλή κατανάλωση καυσίμου στην κίνηση σημαίνουν πως πρέπει να κάνεις μερικούς συμβιβασμούς για να το καβαλάς και για να πηγαίνεις στη δουλειά στο κέντρο της πόλης.
Μιλώντας για καύσιμο, με το μοτέρ να βράζει σε πυκνή κίνηση είδα κάτι 11άρια (λίτρα ανά 100 χιλιόμετρα), αν και η μέση τιμή μπορεί να είναι πολύ χαμηλότερη. Στην ουσία εξαρτάται πολύ από το πώς το οδηγείς, πάντως έναν κινητήρα με μέγιστη ροπή στις 9,000 rpm πρακτικά δεν υπάρχει οικονομικός τρόπος να τον πας στην πόλη.
Σκέψου πως όπου κι αν βρεθείς έχεις μαζί σου ένα κοπάδι 175 αλόγων που θέλουν τάισμα. Έτσι η οικονομικότερη οδήγηση για το Tuono V4 πολύ δύσκολα θα πέσει κάτω από τα 8 λίτρα ανά 100 χιλιόμετρα και αυτό δεν πρέπει να μας εκπλήσσει – το αντίθετο θα μου έκανε εντύπωση.
Αρκετά με τη βενζίνη πάντως. Μιλάμε για το Tuono V4 των 17,490 ευρώ, αν θες μια τέτοια κορυφαία μοτοσυκλέτα δεν συζητάς για τετριμμένες λεπτομέρειες.
Η Aprilia μας εξέπληξε ευχάριστα όταν παρουσίασε τη sport touring εκδοχή της για το Tuono V4 1100 και οι εκπλήξεις συνεχίστηκαν με αυτή τη δοκιμή, Διότι πολύ απλά, η μοτοσυκλέτα παραμένει το ξεσηκωτικό, συναρπαστικό, πανίσχυρο και αποτελεσματικότατο streetfighter που ανέκαθεν ήταν, γαρνιρισμένο με στοχευμένες δόσεις εργονομικής προσαρμοστικότητας σε λίγο ευρύτερο πεδίο.
Αυτό είναι όλο. Ένα Tuono με καλύτερη προστασία και πιο άνετη θέση, ένα Tuono που δεν τρομάζει τον συνεπιβάτη, αλλά πρωτίστως ένα Tuono με τα όλα του. Με δύο-τρεις φορές περισσότερο γκάζι απ’ όσο θα χρειαστείς ποτέ στον δρόμο, κορυφαία περιφερειακά που δουλεύουν άψογα, όμορφη σχεδίαση, προσεγμένη ποιότητα κατασκευής και προσαρμογές για να κάνουν τη ζωή λίγο πιο εύκολη στο ταξίδι.
Το μόνο που θα ήθελα να ρωτήσω την Aprilia, είναι γιατί δεν το είχαν κάνει νωρίτερα.
Εξοπλισμός δοκιμής: Moto Market
Κράνος: Airoh ST 501
Μπουφάν: Dane Reykholt 02
Γάντια: Five RS4
Μπότες: Forma
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
Κατασκευαστής / Μοντέλο | Aprilia Tuono V4 1100 (2022) |
Αντιπρόσωπος | Piaggio Hellas |
Τιμή (€) | 17,490 |
Εγγύηση | 2 χρόνια (δώρο 2 χρόνια επέκταση και 4 χρόνια οδική βοήθεια για αγορές έως 31/12/2022) |
Κινητήρας | |
Τύπος | 4T, V4 65 μοιρών, Υ/Ψ, 2ΕΕΚ, 16 βαλβίδες |
Κυβισμός (cc) | 1,077 |
Συμπίεση | 13.6:1 |
Διάμετρος x Διαδρομή (mm x mm) | 81 x 52.3 |
Τροφοδοσία | Ψεκασμός |
Σύστημα εκκίνησης | Μίζα |
Συμπλέκτης | Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος |
Κιβώτιο ταχυτήτων | 6 σχέσεων |
Μετάδοση | Αλυσίδα |
Πλαίσιο | |
Τύπος | Αλουμινένιο δύο δοκών / Ρυθμίσεις θέσης και γωνίας λαιμού, ύψους κινητήρα, ύψους άξονα ψαλιδιού |
Κάστερ (°) | 24.8 |
Ίχνος (mm) | 99.9 |
Μήκος x Πλάτος x Ύψος (mm) | 2,070 x 810 x Δ.Α. |
Μεταξόνιο (mm) | 1,450 |
Ύψος σέλας (mm) | 837 |
Απόσταση εδάφους (mm) | Δ.Α. |
Βάρος (kg) | 209 (υγρό) |
Ρεζερβουάρ (l) | 17.9 |
Αναρτήσεις | |
Μπροστά | Ανεστραμμένο πιρούνι Sachs 42 mm, διαδρομή 117 mm, πλήρως ρυθμιζόμενο |
Πίσω | Ένα αμορτισέρ Sachs με μοχλικό, διαδρομή 129 mm, πλήρως ρυθμιζόμενο |
Ελαστικά | Pirelli Diablo Rosso III |
Mπροστά | 120/70-17 |
Πίσω | 190/55-17 (ή 190/50-17) |
Φρένα | |
Μπροστά | Δύο δίσκοι 330 mm, ακτινικές δαγκάνες 4 εμβόλων Brembo M50 monobloc, Bosch 9.1 MP Cornering ABS |
Πίσω | Δίσκος 220 mm, δαγκάνα Brembo 2 εμβόλων, Bosch 9.1 MP Cornering ABS |
Επιδόσεις | |
Ισχύς εργοστασίου (hp / rpm) | 173 / 11,350 |
Ροπή εργοστασίου (kg.m / rpm) | 12.3 / 9,000 |