Εν τω μεταξύ ο Wayne Rainey είχε μετεξελιχτεί σε Νο1 αναβάτη της Yamaha, κερδίζοντας για δύο συνεχόμενες χρονιές τον τίτλο στα GP500, το 1990 και ’91. Τη σεζόν του 1992 έθεσε τον ίδιο στόχο, όπως και ο μάνατζερ της ομάδας του, Kenny Roberts: τον τρίτο τίτλο στα GP500.
Αρνητική έναρξη και τίτλος
Ο εναρκτήριος γύρος της Ιαπωνίας χαρακτηρίστηκε από ισχυρές βροχοπτώσεις και ο Rainey, χωρίς ακόμη να έχει αναρρώσει πλήρως από ένα προηγούμενο τραυματισμό του στο αριστερό χέρι, βρέθηκε στην 9η θέση των κατατακτήριων. Στον αγώνα την επόμενη ημέρα και στο 2ο γύρο, ο Rainey, τυφλωμένος από το σπρέι της προπορευόμενης μοτοσυκλέτας, έπεσε και έτσι, ξεκίνησε τη σεζόν χωρίς πόντους στην κατάταξη.
Οδηγώντας την NSR500, ο Mick Doohan, με νίκες στους τέσσερεις πρώτους γύρους από την αρχή της σεζόν, βρέθηκε να προηγείται με μεγάλη διαφορά στην κατάταξη. Στον 6ο γύρο, ο Rainey επέστρεψε για να κερδίσει στο ευρωπαϊκό GP, όμως ο 7ος γύρος της Γερμανίας τον άφησε πάλι χωρίς πόντους. Τραυματισμοί τον απέτρεψαν από το να συμμετάσχει στον επόμενο γύρο στην Ολλανδία επίσης. Σε αυτό το σημείο οι ελπίδες για ένα τρίτο τίτλο στη σειρά άρχισαν να εξανεμίζονται.
Αν και οι κινήσεις τηςYamaha ήταν για καλό σκοπό - να αναβιώσει την κατηγορία των GP500 – εντούτοις, η απόφασή της να παράγει ένα μεγάλο αριθμό αγωνιστικών μοτοσυκλετών, είχε ως αποτέλεσμα να αποσπασθούν πόροι από το πρότζεκτ της εξέλιξης των μοτοσυκλετών της και έτσι η ομάδα της να μην μπορεί να προβεί σε περαιτέρω βελτιώσεις στα paddock. Η αρνητική κριτική για την πολιτική που ακολούθησε η Yamaha δεν άργησε να έρθει, και οι φήμες ήθελαν τον Rainey να προσβλέπει σε μια άλλη ομάδα. Όμως η σεζόν δεν είχε τελειώσει ακόμα. Έπειτα από πέντε εντυπωσιακές νίκες, δύο 2ες θέσεις και την πρώτη θέση στην κατάταξη, ο Doohan συγκρούστηκε στο γερμανικό GP με αποτέλεσμα να τραυματιστεί σοβαρά και να τεθεί εκτός αγώνων για αρκετό καιρό. Οι ελπίδες του Rainey άρχισαν να αναπτερώνονται. Κερδίζει τους δύο από τους τέσσερεις επόμενους αγώνες και η συγκεντρωτική του βαθμολογία πλέον απέχει από του Doohan μόλις δύο βαθμούς. Στον τελευταίο γύρο στη Νότιο Αφρική, ο Rainey τερματίζει 3ος και κατακτά ως εκ θαύματος τον τίτλο.
Οι δηλώσεις του Rainey
Μετά τον αγώνα, ο Rainey σχολιάζει: «Είναι γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της σεζόν, δεν καταφέρναμε πάντα να πάρουμε αυτό που θέλαμε, και σε κάποια φάση σκέφτηκα να αλλάξω και κατασκευαστή. Είναι επίσης γεγονός όμως, ότι η Yamaha συνεισέφερε στα GP, παράγοντας πολλούς κινητήρες. Αν και τα πράγματα δεν πήγαν καλά φέτος, αυτό δεν οφείλεται στους μηχανικούς, ούτε στην ομάδα. Αυτοί πάντα έδιναν το 100% των δυνατοτήτων τους και μου υποσχέθηκαν ότι του χρόνου να φτιάξουν μια μοτοσυκλέτα που θα κερδίσει. Για αυτό το λόγο θα παραμείνω στη Yamaha και την επόμενη σεζόν και είμαι πολύ χαρούμενος γι’ αυτό».
Έξι ήταν οι εργοστασιακοί αναβάτες της Yamaha που συμμετείχαν στο πρωτάθλημα του 1991. Οι δύο νέοι αναβάτες της YZR500 ήταν ο νικητής του ΑΜΑ Superbike του 1990 Doug Chandler και ο Adrien Morillas, o οποίος είχε κάνει μια πολύ καλή εμφάνιση στο παγκόσμιο πρωτάθλημα Endurance.
1991 - 500cc - Παίρνει τίτλο ο Rainey
Ο Wayne Rainey της Marlboro Yamaha Team Roberts κέρδισε τους έξι από τους 15 αγώνες της χρονιάς, κατακτώντας το δεύτερο στη σειρά πρωτάθλημα και η Yamaha τον 7ο τίτλο κατασκευαστή στα 500cc. Αργότερα την ίδια χρονιά, η Yamaha εφοδίασε με την YZR500 πρωτοεμφανιζόμενες ομάδες που συμμετείχαν στο Παγκόσμιο GP και το Παν-ιαπωνικό πρωτάθλημα, σε μια προσπάθεια να αναθερμάνει το ενδιαφέρον για το άθλημα.
Νέοι κανονισμοί τέθηκαν σε εφαρμογή αυτή τη χρονιά, ορίζοντας τον τίτλο του πρωταθλητή με βάση την καλύτερη εμφάνιση στους 13 από τους 15 αγώνες της χρονιάς. O Rainey πήρε έξι φορές την πρώτη θέση, τέσσερεις δεύτερες και τρεις τρίτες θέσεις, πριν τον 14ο γύρο στο Le Mans, συγκεντρώνοντας 233 πόντους. Έτσι στέφθηκε πρωταθλητής πριν τον τελευταίο γύρο στη Μαλαισία. Δεύτερος ήρθε ο Mick Doohan (Honda).
Στον εναρκτήριο γύρο της Ιαπωνίας, ο Kevin Schwantz (Suzuki) ήρθε πρώτος, με τον Doohan στη δεύτερη θέση, τον Rainey τρίτο και τον John Kocinski 4o. O Rainey κέρδισε τον επόμενο γύρο στην Αυστραλία και τέθηκε στην κορυφή της βαθμολογίας, ενισχύοντας τη θέση αυτή με μια ακόμη νίκη στον επόμενο γύρο στις ΗΠΑ. Όμως, στον τέταρτο γύρο στην Ισπανία, κι ενώ προηγείτο, έχασε το ρυθμό του λόγω ολισθηρότητας των ελαστικών του και βρέθηκε τρίτος. Στη θέση αυτή παρέμεινε μέχρι τον 8ο γύρο στη Jarama, όπου o Rainey πήρε την τρίτη νίκη του.
Μάχη μέχρι το τέλος
Στον επόμενο γύρο στην Ολλανδία, ο Rainey ανοίχτηκε πολύ και έπεσε στα κιγκλιδώματα, μόλις 100 μέτρα πριν τον τερματισμό. Το λάθος του αυτό έδωσε στον Schwantz την ευκαιρία να τερματίσει πρώτος, αφήνοντας τον Rainey στην δεύτερη θέση. Εν τω μεταξύ όμως, ο Doohan είχε τεθεί εκτός αγώνα λόγω πτώσης, έτσι ο Rainey βρέθηκε ξανά στην πρώτη θέση της βαθμολογίας. Η τέταρτη νίκη του ήρθε στον επόμενο γύρο στη Γαλλία, ενώ ακολούθησε μια δεύτερη θέση στη Μεγάλη Βρετανία και έπειτα νίκες στη σειρά στον 12ο και 13ο γύρο σε Σαν Μαρίνο και Τσεχοσλοβακία. Ο 14ος γύρος στο Le Mans επιφύλασσε μια σκληρή μάχη ανάμεσα στους πέντε, Schwantz, Doohan, Rainey, Kocinski και Wayne Gardner, όπου τη νίκη τελικά πήρε ο πρώτος. Ο Rainey τερμάτισε τρίτος και κλείδωσε τον τίτλο πριν τη λήξη του Πρωταθλήματος.
Ο τελευταίος γύρος έλαβε χώρα στη Μαλαισία, η οποία φιλοξενούσε για πρώτη φορά Grand Prix. Ο φίλοι του αθλήματος όμως απογοητεύτηκαν, καθώς Rainey και Schwantz δεν μπόρεσαν να εκκινήσουν λόγω τραυματισμών στα δοκιμαστικά. Ο Kocinski πήρε την pole position και κατάφερε να κρατήσει μακριά του τους Gardner και Doohan, αποσπώντας έτσι την πρώτη του νίκη στα GP500.
1991 - 250cc - Η νέα TZ250M
O Casoli τερματίζει 10ος στη βαθμολογία με την ΤΖ250Μ. Αντικαθιστώντας την πρωταθλήτρια της προηγούμενης χρονιάς, την YZR250, η Yamaha παρουσιάζει τη νέα ΤΖ250Μ, βασισμένη σε μοντέλο παραγωγής, την οποία οδήγησε ο Ισπανός Alberto Puig της ομάδας Ducados Yamaha και ο Ιταλός Paolo Casoli της Agostini Yamaha. Η Honda επίσης παρουσίασε τη νέα εργοστασιακή της μοτοσυκλέτα και οι αναβάτες της κυριάρχησαν στις πέντε πρώτες θέσεις της κατάταξης. Ο Casoli τελείωσε τη σεζόν 10ος.
1992 – 500 – o Rainey κατακτά το τρίτο του πρωτάθλημα
Η Yamaha γίνεται προμηθευτής κινητήρων στα 500cc. Το 1992 η κατηγορία των 500cc ονομάζεται ξανά GP1 και οι γύροι μειώνονται στους 13. Το point system επανέρχεται στον παλιό τρόπο υπολογισμού και όλοι οι πόντοι μετράνε για τον τίτλο του πρωταθλήματος. Η Yamaha συμμετέχει με τρεις εργοστασιακές YZR500 αυτή τη σεζόν. Ο Wayne Rainey της Marlboro Yamaha Team Roberts κατακτά τον τρίτο του συνεχόμενο τίτλο, καταφέρνοντας να νικήσει τον αντίπαλό του, Mick Doohan (Honda) ο οποίος είχε επικρατήσει για τον τίτλο από τα μισά της σεζόν. Τον τίτλο του κατασκευαστή πήρε η Honda.
Μια νέα προσπάθεια από την πλευρά της Yamaha σηματοδοτήθηκε αυτή τη χρονιά επίσης. Καθώς η κατηγορία των 500cc δεν είχε αρκετές συμμετοχές και η διατήρησή της βρισκόταν σε κίνδυνο, η Yamaha ανέλαβε δράση προκειμένου να αναβιώσει το Grand Prix. Ήδη από το προηγούμενο έτος είχε ξεκινήσει τη διάθεση μέσω leasing των κινητήρων της YZR500 και το 1992 ξεκίνησε την πώλησή τους σε Ευρωπαίους κατασκευαστές. Ως αποτέλεσμα, το 66% των μοτοσυκλετών στη γραμμή της εκκίνησης στο Ιαπωνικό GP ήταν Yamaha και ο αριθμός των συμμετεχόντων είχε ανέλθει σημαντικά. Η παρουσία των νέων αυτών μοτοσυκλετών με το διαφοροποιημένο από τον κάθε κατασκευαστή πλαίσιο και τον κινητήρα της Yamaha, έκαναν το πρωτάθλημα ακόμη πιο ενδιαφέρον. Δεκαεπτά από τους 28 αναβάτες στη γενική κατάταξη έτρεχαν με τέτοιες μοτοσυκλέτες, κάτι που αποδείκνυε την ορθότητα της πρωτοβουλίας αυτής της Yamaha.
Δύσκολη χρονιά
O Rainey όμως, δεν ξεκίνησε καλά τη χρονιά, καθώς στον εναρκτήριο αγώνα στην Ιαπωνία και μόλις στο δεύτερο γύρο έπεσε από τη μοτοσυκλέτα του. Στους γύρους που ακολούθησαν σε Αυστραλία, Μαλαισία και Ισπανία, κατάφερε να τερματίσει δεύτερος πίσω από τον Doohan, αφήνοντας τον αντίπαλό του να πάρει τέσσερεις φορές τη νίκη. Στο ιταλικό GP, στον 12ο γύρο του αγώνα, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει έπειτα από πτώση και ενώ προηγείτο. Στον 7ο επίσης γύρο, στη Γερμανία, έπειτα από πτώση στα προκριματικά, τραυματίστηκε στο χέρι και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει στα μισά του αγώνα. Η πολυπόθητη πρώτη νίκη ήρθε στο ευρωπαϊκό GP. Ο Rainey δεν μπόρεσε να συμμετάσχει στον επόμενο γύρο στην Ολλανδία, το ίδιο όμως και ο αντίπαλός του και πρώτος στη βαθμολογία Doohan, ο οποίος έσπασε το δεξί του πόδι στα προκριματικά. Στον 9ο γύρο στην Ουγγαρία, ο Rainey τερμάτισε 5ος και η δεύτερη νίκη του για τη σεζόν ήρθε στον 10ο γύρο στη Γαλλία και ακολούθησε μια 2η θέση στη Μ. Βρετανία. Στον 12ο πλέον γύρο, ο Doohan επέστρεψε έπειτα από απουσία 8 εβδομάδων και ο Rainey πήρε την τρίτη νίκη του, μειώνοντας την διαφορά μεταξύ τους στους 2 πόντους.
Στον τελευταίο αγώνα της σεζόν στη Ν. Αφρική, ο Rainey βρέθηκε να προηγείται στους τρεις πρώτους γύρους, ο Kocinski όμως κατάφερε να τον προσπεράσει μέχρι τη νίκη. Ο Rainey τελικά τερμάτισε τρίτος, πίσω από τον Wayne Gardner, μια θέση που ήταν αρκετή για να περάσει τον Doohan στη βαθμολογία, καθώς ο Doohan τερμάτισε 6ος. Έτσι ο Rainey κατέκτησε τον τρίτο συνεχόμενο τίτλο του, ενώ ο ομόσταυλός του Kocinski τελείωσε τη σεζόν στην τρίτη θέση της κατάταξης, με μία νίκη, δύο δεύτερες θέσεις και δύο τρίτες θέσεις.
1992 – 250cc – Έβδομος ο Schmid
O Γερμανός Schmid τερματίζει 7ος στην κατάταξη. Ο Jochen Schmid, ένας αναβάτης που ξεκίνησε την καριέρα του στο Ευρωπαϊκό Yamaha Cup, συμμετείχε στα GP250 με ΤΖ250Μ και την ομάδα της Mitsui – Deutz. Τερμάτισε 4ος στο Γαλλικό GP, αλλά σε τρεις από τους 13 αγώνες της σεζόν τερμάτισε εκτός βαθμολογίας, τελειώνοντας τη χρονιά στην 7η θέση της κατάταξης.
Φωτογραφίες
https://www.bikeit.gr/yamaha-50-xronia/item/3774-yamaha-50-xronia-agones-1991-1992#sigProIdb9443e7ee4