.
Δευτέρα, 04 Απριλίου 2011 13:02

Yamaha 50 χρόνια αγώνες - 1967

 

Η αγωνιστική φιλοσοφία - 1ος τίτλος στα 125!

 

 

 

Η δύναμη μόνο δεν αρκεί!


Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60 που οι Ιάπωνες κατασκευαστές εισήλθαν στο παγκόσμιο πρωτάθλημα GP ο ένας μετά τον άλλο, η απόδοση των μοτοσυκλετών άρχισε να βελτιώνεται άρδην. Στην προσπάθεια δημιουργίας όλο και πιο ανταγωνιστικών μοτοσυκλετών, κοινή πεποίθηση ήταν η όλο και αυξανόμενη απόδοση.

Αυξάνεται ο συναγωνισμός

Όταν η Yamaha πρωτοξεκίνησε να αγωνίζεται στα GP, το έτος 1961, η 2χρονη, αερόψυκτη, 2κύλινδρη εν σειρά RD48 των 250cc απέδιδε 35 ίππους, αρκετά λιγότερους δηλαδή από ότι των ανταγωνιστών της. Έτσι, η Yamaha επέστρεψε δύο χρόνια μετά με την RD56 και απόδοση 45 ίππους, επιτρέποντάς της πλέον να ανταγωνιστεί επί ίσοις όροις. Η απόδοση από εκεί και πέρα συνέχισε να αυξάνει, πρώτα στους 48 ίππους, έπειτα στους 55, και η Yamaha κέρδισε έτσι δύο πρωταθλήματα στη σειρά.

Αυτή η πρωτοκαθεδρία όμως δεν διήρκησε για πολύ. Η Honda λάνσαρε μια 6κύλινδρη μοτοσυκλέτα με εκπληκτική δύναμη, πιέζοντας τη Yamaha να αντικρούσει με την RD05 και την 05Α, μια υδρόψυκτη 4κύλινδρη μοτοσυκλέτα που απέδιδε 70 ίππους. Ήταν τότε μια εποχή στα παγκόσμια GP όπου ο μόνος περιορισμός αφορούσε στην χωρητικότητα του κινητήρα, πράγμα που σημαίνει ότι ο μόνος τρόπος για μεγαλύτερη απόδοση ήταν με την αύξηση των στροφών περιστροφής. Αυτό με τη σειρά του δημιούργησε την ανάγκη για μικρότερα και ελαφρύτερα έμβολα, κάτι στο οποίο υπερτερούσε ο 2κύλινδρος κινητήρας έναντι του μονοκύλινδρου, και αντίστοιχα ο 4κύλινδρος έναντι του 2κύλινδρου. Αυτό το απλό γεγονός αύξησε απότομα τον αριθμό των κυλίνδρων, σε σημείο που ορισμένοι κατασκευαστές έφτιαχναν μοτοσυκλέτες των 50cc με τρεις κυλίνδρους, των 125cc με πέντε κυλίνδρους, ενώ οι μοτοσυκλέτες των 250cc είχαν μέχρι και 8 κυλίνδρους.

Το μεγάλο πρόβλημα με αυτές τις μοτοσυκλέτες ήταν ότι όσο περισσότεροι οι κύλινδροι και οι στροφές περιστροφής, τόσο πιο περιορισμένο το εύρος απόδοσης της δύναμης. Προκειμένου τώρα οι κατασκευαστές να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα, αύξησαν τις ταχύτητες στη μετάδοση, σε σημείο όπου οι μοτοσυκλέτες των 50cc με 14 ταχύτητες ή των 125cc με 12 ταχύτητες, δεν ήταν κάτι σπάνιο.

Η RA31 που η Yamaha ξεκίνησε να αναπτύσσει ως άξιο αντικαταστάτη της RA97 δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Το σχέδιο ήταν ότι μειώνοντας τη χωρητικότητα της 4κύλινδρης RD05 στα 125cc και δίνοντάς της 11 ταχύτητες, αυτό θα έδινε απόδοση 39 ίππων στης 16.000 στροφές ανά λεπτό.

Ευρεία καμπύλη, λιγότερες σχέσεις

Ένας από τους μηχανικούς που ήταν υπεύθυνοι για το τεστάρισμα της απόδοσης άρχισε να έχει αμφιβολίες σχετικά με την ορθότητα του πλάνου αυτού, ειδικά αφ’ ότου άκουσε έναν από τους αναβάτες να λέει ότι θα μπερδευόταν με τόσο πολλές ταχύτητες. Αυτό έκανε τους μηχανικούς να αναρωτηθούν, τελικά πόσες ταχύτητες χρειάζονται, αναλογιζόμενοι πλέον και τη σκοπιά του αναβάτη της μοτοσυκλέτας, όχι μόνο την απόδοση του κινητήρα.

Προκειμένου να απαντήσουν σε αυτό το ερώτημα, οι μηχανικοί της Yamaha οπλίστηκαν με όργανα τηλεμέτρησης τελευταίας τεχνολογίας και κατευθύνθηκαν προς την πίστα δοκιμών της Yatabe μαζί με τον κατατοπισμένο αναβάτη Akiyasu Motohashi. Αυτό που ανακάλυψαν ήταν ότι κάθε αλλαγή ταχύτητας κόστιζε μια μείωση της δύναμης του πίσω τροχού για διάστημα σχεδόν δύο δέκατα του δευτερολέπτου. Αναλογιζόμενοι ότι σε έναν αγώνα GP όπου το επίπεδο ανταγωνισμού φτάνει στο δέκατο του δευτερολέπτου και κάθε αναβάτης αλλάζει ταχύτητες 20 με 30 φορές σε κάθε γύρο, αυτή τους η ανακάλυψη τους έδωσε ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.

Με αυτό τον τρόπο οι μηχανικοί της Yamaha οδηγήθηκαν στο συμπέρασμα ότι σκοπός ήταν να δημιουργήσουν μια μοτοσυκλέτα με μεγαλύτερο εύρος απόδοσης της δύναμης το οποίο θα επέτρεπε τις λιγότερες εναλλαγές ταχυτήτων. Έτσι δημιούργησαν την RA31, με 9τάχυτο κιβώτιο ταχυτήτων και απόδοση 44 ίππων στις 16,800 στροφές ανά λεπτό. Με αυτή τη μοτοσυκλέτα η Yamaha κέρδισε τους 10 από τους 12 αγώνες του παγκοσμίου πρωταθλήματος GP το 1967.

Ένας εκ των μηχανικών που είχαν εμπλακεί στο εγχείρημα περιγράφει: “Η 9η ταχύτητα χρησιμοποιείτο σαν overdrive για τις μεγάλες κατηφορικές ευθείες, έτσι στην ουσία οι ταχύτητες ήταν 8, εναντίων των 12 ταχυτήτων των άλλων κατασκευαστών. Μπορείτε να φανταστείτε τη διαφορά; Σε έναν αγώνα όπου ο αναβάτης πρέπει να μείνει προσηλωμένος επί 45 λεπτά στο να κάνει τον ταχύτερο χρόνο με διαφορά κλάσματος δευτερολέπτου, τα λάθη που μπορεί να συμβούν είναι πολλά. Ακόμα και μια ταχύτητα λιγότερη στο κιβώτιο, αμέσως του δίνει το πλεονέκτημα της περισσότερης ασφάλειας, άρα αυξάνει τις πιθανότητές του για νίκη. Πιστεύω ότι τότε ήταν που συνειδητοποιήσαμε πόσο σημαντικό ήταν να φτιάχνουμε μοτοσυκλέτες φιλικές προς τον αναβάτη τους.”

Κατηγορία 250cc

O Phil Read τερματίζει 2ος στην κατάταξη αλλά δεν ανακτά τον τίτλο
Το 1967 η Yamaha συμμετείχε στους αγώνες με την RD05A, μια βελτιωμένη έκδοση της 4κύλινδρης RD05 με λιγότερο βάρος, και οδηγούς τους Phil Read και Bill Ivy. Η μάχη για τον τίτλο μεταξύ του M. Hailwood και του P. Read διήρκησε ως τον τελευταίο γύρο του πρωταθλήματος, καθώς και οι δύο είχαν από 50 βαθμούς. Έληξε όμως υπέρ του πρώτου, αφού ο Hailwood είχε περισσότερες νίκες συνολικά στο πρωτάθλημα (πέντε στον αριθμό, έναντι τέσσερεις του Read). Οι αναβάτες της Yamaha κατέλαβαν την δεύτερη και τρίτη θέση, όμως η Yamaha έχασε τον τίτλο του κατασκευαστή.

Ο πρώτος αγώνας του πρωταθλήματος ξεκίνησε υπέρ του Read, καθώς ο αντίπαλός του Hailwood εγκατέλειψε στον 14ο γύρο. Ο Read κέρδισε με άνετο προβάδισμα 20 δευτερολέπτων  από τον δεύτερο, Ralph Bryans της Honda. Ο δεύτερος γύρος του πρωταθλήματος που έλαβε χώρα στη Δ. Γερμανία επεφύλασσε ένα πρόβλημα στη μετάδοση για τον Ivy και μια αλλαγή μπουζί για τον Read, με αποτέλεσμα να μείνει 40 δευτερόλεπτα πίσω από τον Bryans της Honda. Ο Read όμως κατάφερε να μειώσει τη διαφορά αυτή κατά τρία δευτερόλεπτα ανά γύρο, και να τερματίσει 2ος.

Στον τρίτο αγώνα του πρωταθλήματος που έγινε στη Γαλλία, ο Hailwood αν και προηγείτο μέχρι και τον 14ο γύρο, οι αναβάτες της Yamaha κατάφεραν να τον προσπεράσουν και να καταλάβουν έτσι τις δύο πρώτες θέσεις του πόντιουμ, κάτι που συμπτωματικά έγινε και στην κατηγορία των 125cc με πρώτο τον Ivy και στις δύο κατηγορίες! Ο επόμενος αγώνας αποδείχθηκε πιο περίπλοκος καθώς ο Hailwood βελτίωσε τις επιδόσεις του, κερδίζοντας πέντε φορές, με τους Read και Ivy να κερδίζουν τρεις και μία αντίστοιχα. Μέχρι τον 12ο γύρο ο τίτλος του αναβάτη ήταν ακόμη αμφίρροπος και επρόκειτο να κριθεί στον τελευταίο αγώνα του πρωταθλήματος, στην Ιαπωνία.

Σε αυτόν τον τελευταίο αγώνα, ο Read αναγκάστηκε να εγκαταλείψει νωρίς, από τον 4ο γύρο, λόγω βλάβης στον κινητήρα. Όμως και ο Hailwood που μέχρι εκείνη τη στιγμή προηγείτο, εγκατέλειψε τον αγώνα, έτσι τη μάχη έδωσαν οι αναβάτες της Yamaha, Hasegawa και Ivy. Όμως ούτε αυτοί είχαν καλύτερη τύχη μιας και εγκατέλειψαν επίσης, λόγω βλάβης. Η τελική κατάταξη βρήκε τον Bryans με Honda στην 1η θέση και τον Motohashi στη 2η. Έτσι, η Honda με 7 νίκες κέρδισε τον τίτλο του κατασκευαστή, ενώ ο Hailwood κέρδισε τον τίτλο του αναβάτη, καθώς αν και ισοβαθμούσε με τον Read στους 50 πόντους, είχε τις περισσότερες συνολικά νίκες.

Κατηγορία 125cc


Η Yamaha κερδίζει για πρώτη φορά τους τίτλους του αναβάτη και κατασκευαστή στα 125. Ο P. Read παίρνει τη νίκη στο Isle of Man με τον A. Motohashi στην 3η θέση.

Το 1967 η Yamaha παρουσίασε την υδρόψυκτη, 2χρονη, 4κύλινδρη RA31 της οποίας αντίπαλοι ήταν η Suzuki, Bultaco και EMC. Στον εναρκτήριο αγώνα της Ισπανίας, η Suzuki πήρε την εκκίνηση, όμως οι Phil Read και Bill Ivy ανέκτησαν τις πρώτες θέσεις ήδη από τον πρώτο γύρο και η διαφορά του τρίτου από τους υπόλοιπους αύξανε σταδιακά. Ο αγώνας έληξε με τον Ivy και Read στην πρώτη και δεύτερη θέση αντίστοιχα, ένα αποτέλεσμα που δημιούργησε πολλές προσδοκίες για το πρωτάθλημα. Πα’ όλα αυτά, ο επόμενος αγώνας στο Hockenheim αποδείχθηκε εφιαλτικός για το ντουέτο της Yamaha. Αν και κατάφεραν να προσπεράσουν τη Suzuki στον 6ο γύρο, ο Read έπεσε από τη μοτοσυκλέτα του εξαιτίας ενός άλλου οδηγού που έχασε τον έλεγχο. Έτσι ο αγώνας έληξε με τη Suzuki στις δύο πρώτες θέσεις.

Από τον τρίτο αγώνα του πρωταθλήματος στη Γαλλία όμως, η Yamaha ανέκτησε την κυριαρχία της. Ο Read προηγήθηκε στον 2ο γύρο, ενώ ο Ivy στον 7ο και αυτός ο σχηματισμός στις δύο πρώτες θέσεις από τους αναβάτες της Yamaha διατηρήθηκε και για τους επόμενους 8 γύρους. Ο Ivy συνέχισε  αυτή την πρωτιά καθ’ όλη τη διάρκεια του πρωταθλήματος ενώ ο Read κατέκτησε την πρώτη θέση στο Isle of Man με τον Akiyasu Motohashi να καταλαμβάνει την 3η, κι έτσι η Yamaha κέρδισε το Isle of Man TT για τρίτη συνεχόμενη χρονιά. O 7ος γύρος του πρωταθλήματος που έλαβε χώρα στην Τσεχοσλοβακία χάρισε την έκτη νίκη στη Yamaha, και «κλείδωσε» την πιθανότητα για νίκη στο πρωτάθλημα στον επόμενο γύρο της Φινλανδίας. Όμως εκεί η Suzuki κατέλαβε την πρώτη θέση με τη Yamaha και τον Ivy στη δεύτερη. Στο Ulster Grand Prix που ακολούθησε ο Ivy τερμάτισε πρώτος, χαρίζοντας τον τίτλο του κατασκευαστή στη Yamaha, ενώ τον τίτλο του αναβάτη κέρδισε στον επόμενο γύρο, στην Ιταλία. Από εκεί και έπειτα, άλλες δύο νίκες του, σε Καναδά και Ιαπωνία του χάρισαν 76 και 56 βαθμούς αντίστοιχα.

Bill Ivy - Βιογραφικό


Γεννημένος την 1η Αυγούστου του 1942, ο Βρετανός Bill Ivy αγάπησε τις μοτοσυκλέτες ήδη από την παιδική του ηλικία και μόλις τελείωσε το σχολείο έπιασε δουλειά σαν μηχανικός σε μια τοπική αντιπροσωπεία. Από την ηλικία των 16 ετών έδειξε τον ενδιαφέρον του στους ερασιτεχνικούς αγώνες ταχύτητας και το 1959 έκανε το πρώτο του επίσημο ντεμπούτο στο event “Brands Hatch” κερδίζοντας την 3η θέση στην κατηγορία των 50cc. To 1962 έλαβε μέρος στη νέα κατηγορία των 50cc του Isle of Man TT όπου εγκατέλειψε και την επόμενη χρονιά κατέλαβε την 7η θέση. Λόγω του μικρού του σωματότυπου (1,57 cc ύψος και 50 κιλά βάρος) δυσκολεύτηκε στην κατηγορία των 125cc, όμως οι συνεχείς προσπάθειές του στα 350cc και 500cc τον βοήθησαν να ξεπεράσει αυτό το μειονέκτημα. Έγινε μέλος της ομάδας της Yamaha από το Isle of Man TT του 1965.

Το 1966, όταν πια ήταν μόνιμο μέλος της ομάδας, ξεδίπλωσε πλήρως τις δυνατότητές του. Την ίδια χρονιά κατέκτησε τέσσερεις νίκες στην κατηγορία των 125cc και έλαβε τη 2η θέση. Το 1967 απέσπασε τον τίτλο με οκτώ νίκες και δύο δεύτερες θέσεις σε σύνολο 12 αγώνων στην κατηγορία των 125cc. Στα επίσημα δοκιμαστικά του GP της Ανατολικής Γερμανίας το 1969 (αφότου μεταπήδησε στην Jawa) και στην κατηγορία των 350cc, έπειτα από ισχυρή πτώση λόγω βλάβης του κινητήρα και με βαριές κρανίο-εγκεφαλικές κακώσεις, άφησε την τελευταία του πνοή στην ηλικία των 26 ετών.

Βαθμολογία 250



Βαθμολογία αναβατών

Θέση Κυβισμός Αναβάτης Κατασκευαστής Βαθμολογία
1 250cc M. Hailwood Honda 50(54)
2 250cc P. Read Yamaha 50(56)
3 250cc B. Ivy Yamaha 46(51)
4 250cc R. Bryans Honda 40(58)
5 250cc D. Woodman MZ 18
6 250cc H. Rosner MZ 13
9 250cc Y. Motohashi Yamaha 6

Βαθμολογία κατασκευαστών

Θέση Κατασκευαστής Βαθμολογία
1 Honda 56(84)
2 Yamaha 54(88)
3 MZ 23(27)
4 Bultaco 18(20)
5 Kawasaki 5
6 Aermacchi 5


Βαθμολογία 125



Βαθμολογία αναβατών

Θέση Κυβισμός Αναβάτης Κατασκευαστής Βαθμολογία
1 125cc B. Ivy Yamaha 56(76)
2 125cc P. Read Yamaha 40
3 125cc S. Grahman Suzuki 38(44)
4 125cc Y. Katayama Suzuki 19
5 125cc L. Szabo MZ 13
6 125cc H. G.Anscheidt Suzuki 12
12 125cc A. Motohashi Yamaha 4

Βαθμολογία κατασκευαστών

Θέση Κατασκευαστής Βαθμολογία
1 Yamaha 56(86)
2 Suzuki 44(60)
3 MZ 18
4 Honda 14
5 Kawasaki 13
6 Montesa 5


Φωτογραφίες


Ακολουθήστε το BIKEIT.GR στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα
Τάκης Μανιάτης Γράφτηκε από Τάκης Μανιάτης
Τελευταία τροποποίηση στις Δευτέρα, 11 Ιουνίου 2012 11:24

ΕΠΙΛΟΓΕΣ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Yamaha 50 χρόνια αγώνες - 1965 - 1966 Yamaha 50 years racing - 1968 - 1969 »
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ
ΑΜΕΣΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΤΑ ΝΕΑ ΤΩΝ ΔΥΟ ΤΡΟΧΩΝ ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ
  • twitter
  • facebook icon
  • instagram
  • youtube
  • Google News icon