Του Ηλία Τσανικλίδη
Να 'μαι τώρα εδώ, να προσπαθώ να σκεφτώ πως θα περάσω στις λέξεις τα συναισθήματα και τις εμπειρίες ενός ταξιδιού με μοτοσυκλέτα. Και τι ταξιδιού! Ενός ονείρου θα ήταν η πιο κατάλληλη λέξη. Θα βάλω τα δυνατά μου!
Το φόρουμ Granpasso
Όλα ξεκίνησαν όταν την πρωτοχρονιά του 2014, μια παρέα απο το φόρουμ granpasso.eu (το οποίο με έχει βοηθήσει πάρα πολύ στην εξέλιξη της μοτοσυκλέτας μου) έριξε την ιδέα να πάμε στην Τυνησία με τα Morini και να κάνουμε μια διαδρομή που θα είχε κυρίως άσφαλτο αλλά και αρκετό χώμα (αρχικά έλεγαν για 800χλμ). Το όλο πακέτο φαινόταν άκρως ελκυστικό καθώς ο διοργανωτής, Μαρκο, μας υποσχέθηκε υποστήριξη σε ανταλλακτικά από το εργοστασιο,4x4 υποστήριξης κ.α. Ζητώντας ένα αντίτιμο 100ευρω.
Η εκδρομή θα γινόταν μέσα Απριλίου, οπότε είχα καιρό να ετοιμάσω την μοτοσυκλέτα μου αλλά και τον εαυτό μου. Το πρώτο μέρος το ανέλαβε το συνεργείο Fabiatos service, με τον Παναγιώτη και τον Διονύση να κάνουν εξαιρετική δουλειά (το ότι λειτουργεί άψογα το Morini μου ωφείλεται σε αυτούς). Το δεύτερο μέρος το ανέλαβε ο φίλος μου πλέον Τάκης Μανιάτης, και η σχολή του rideit.gr, ο οποίος με έκανε να αγαπήσω το χώμα.
Το πλάνο μου ήταν να κάνω τη διαδρομή στην Τυνησία και μετά να γυρίσω από Σικελία-νότια Ιταλία κάνοντας και εκεί μερικά χιλιόμετρα. Μέσα Φεβρουαρίου προστέθηκε στην παρέα της εκδρομής και ο φίλος μου ο Κώστας Μαναβόπουλος με ένα BMW Adventure 1200 και όλα έγιναν λίγο πιο εύκολα για μένα μιας και δεν είμαι και ο πιο κοινωνικός άνθρωπος του κόσμου και το να ταξιδεύω με άλλες 9 μοτοσυκλέτες που δεν ξέρω, ήταν κάτι που δεν το είχα ξανακάνει και το φοβόμουν λίγο.
Ο χρόνος μέχρι τα μέσα Απριλίου κύλησε πολύ αργά με διάφορες αναποδιές (ο Μάρκο μας ακύρωσε το 4x4 και τα ανταλλακτικά, αλλά όχι το 100ρικο..) αλλά κάποια στιγμή ήρθε η ώρα της αναχώρησης! Φόρτωμα στο Morini (παραπάνω απ' όσο χρειαζόταν τελικά) και εκκίνηση!!
H αρχή του ταξιδιού
Ο δρόμος για τη Πάτρα περιττό να πω ότι μου φάνηκε διπλάσιος σε απόσταση και πιο άσχημος από ποτέ. 220 χιλιόμετρα απόλυτης βαρεμάρας λόγω της χαμηλής ταχύτητας και της απαράδεκτης εθνικής οδού Κορίνθου-Πάτρας. Πόσο άδικο είναι για την Ελλάδα, να είναι αυτός ο δρόμος ο πρώτος που βλέπουν οι τουρίστες κατεβαίνοντας από το καράβι; Φτάνοντας στο λιμάνι θα ζήσουμε και την πρώτη περιπέτεια μας: Το προηγούμενο βράδυ είχα ταχτοποιήσει τα εισιτήρια του καραβιού σε μια τσέπη από το μπουφάν μου, το οποίο ήταν καινούριο και φυσικά μετά ξέχασα εντελώς την ύπαρξη αυτής της τσέπης.
Αποτέλεσμα αυτού είναι χάσιμο μερικών χρόνων της ζωής μου από το άγχος, κατά τον έλεγχο στο λιμάνι... Μετά από μισή, και πλέον, ώρα ψάξιμο με τρέμουλο στα χέρια, τη λύση την έδωσε το εκδοτήριο, το οποίο μου ξανατύπωσε τα εισιτήρια. Φυσικά τα εισιτήρια τα βρήκα αφού έφυγε το πλοίο, ηρέμησα και θυμήθηκα τι είχα κάνει.
Μετά από 22 ώρες περίπου φτάναμε στο λιμάνι της Ανκόνα, όπου μας περίμενε ο Ντανιέλε, ένας από τους οχτώ Ιταλούς συνοδοιπόρους μας, ο οποίος θα μας φιλοξενούσε εκείνο το βράδυ σπίτι του. Ο Ντανιέλε μένει σε ένα χωριό πολύ κοντά στο Camerino, μέρος όπου πέρασα δύο από τα φοιτητικά μου χρόνια στην Ιταλία οπότε μια επίσκεψη στα παλιά λημέρια ήταν απαραίτητη!
Την επόμενη μέρα ξεκινήσαμε με προορισμό το λιμάνι της Civitavecchia, όπου θα συναντούσαμε άλλους τέσσερις της παρέας. Οι τελευταίοι τρεις θα ερχόντουσαν με άλλο καράβι από Genova, οπότε θα βρισκόμασταν στην Τύνιδα. Οι διαδρομές στα βουνά της Ιταλίας ήταν ένα ορεκτικό γι' αυτά που θα ακολουθούσαν. Ο Ντανιέλε μας ''ανέβασε'' στο Castelluccio di Norcia, ένα meeting point μοτοσυκλετιστών στα 1452 μέτρα υψόμετρο. Φανταστική Ιταλία... Το απόγευμα είχαμε φτάσει στην Civitavecchia όπου βρήκαμε τους υπόλοιπους τέσσερις φίλους. Ένα γρήγορο panino ''γνωριμίας'' στην αποβάθρα και αμέσως επιβίβαση στο καράβι για να τακτοποιηθούμε.
1η μέρα - Συνοδεία αστυνομίας
Χρειάστηκαν άλλες 24 ώρες στο καράβι για να φτάσουμε στο λιμάνι της Τύνιδας, αργά το βράδυ. Τι φοβερό συναίσθημα, να βλέπεις την Αφρική να πλησιάζει!
Το να περάσεις τα σύνορα έχει μια γραφειοκρατία με λίγο άρωμα Ελλάδας. Σίγουρα θέλει υπομονή αλλά η ώρα περνάει γρήγορα αφού χαζεύεις τα θηριώδη τζιπ, τα άπειρα μηχανάκια παντός τύπου (μέχρι και MV Agusta πέτυχα), και γενικά το κλίμα είναι ωραίο! Μετά από περίπου 2 ώρες φτάσαμε στην πόλη και πήγαμε να ξεκουραστούμε στο ξενοδοχείο.
Την επόμενη μέρα κάναμε μια βόλτα με τα πόδια στην Τύνιδα. Δεν μπορω να πω ότι με ενθουσίασε καθώς δεν βρήκα κάτι γραφικό και άξιο της προσοχής μου. Εντύπωση μου έκαναν τα συρματοπλέγματα με τους φαντάρους με τα αυτόματα γύρω από τη γαλλική πρεσβεία και γύρω από μια εβραϊκή συναγωγή. Κατάλοιπα της αραβικής άνοιξης... Άντε να φεύγουμε για νότο...
Το απόγευμα ήρθαν και οι τρεις από την Genova, οι Μάρκο και Μάρκο (οι διοργανωτές) και ο Μίρκο. Με το που έφτασαν στο ξενοδοχείο ξεκινήσαμε κατευθείαν για νότια. Πρώτος προορισμός η Sbeitla 260χλμ.. Τα πρώτα 100 τα διανύσαμε στην εθνική οδό και μετά βγήκαμε στον επαρχιακό για τα υπόλοιπα χλμ. Τα τοπία σε αυτό το κομμάτι της Τυνήσιας είναι ακόμα γνώριμα, μεσογειακά. Τα χωριουδάκια που περνάμε, μας δίνουν κατευθείαν εικόνα της φτώχιας που επικρατεί.
Μεγάλη προσοχή θέλει κατά την είσοδο και έξοδο από κάθε χωριουδάκι γιατί τα σαμαράκια που έχουν τοποθετήσει (και είναι ΤΕΡΑΣΤΙΑ) δεν φαίνονται καλά το σούρουπο και αν περάσεις με μεγάλη ταχύτητα γίνεσαι ιπτάμενος.
Λίγο πριν φτάσουμε στη Sbeitla σταματήσαμε σε ένα κλειστό βενζινάδικο.. Μέσα σε ένα λεπτό είχε έρθει η αστυνομία και αφού μας χαιρέτησε, μας συνόδεψε με αναμμένους φάρους μέχρι το ξενοδοχείο (αυτή είναι εξυπηρέτηση...). Παρεμπιπτόντως, η βενζίνη κοστίζει 0,60/λιτρο. Παράδεισος..
2η μέρα - Αρχίζει η περιπέτεια
Για μένα το ταξίδι άρχισε εκείνη τη μέρα. Το παιχνίδι συναισθημάτων που ξεκίνησε από εκείνο το πρωί μέχρι που φύγαμε, ήταν απίστευτο. Συνεχείς εναλλαγές χαράς, δέους, συγκίνησης, νεύρων...
Φεύγουμε από το ξενοδοχείο με προορισμό την πίστα Ρόμελ, ένα must see της Τυνησίας. Αυτά τα χαλάσματα δρόμου μαζί με χώμα είναι μια διαδρομή στα βουνά από όπου η ''αλεπού της ερήμου'' είχε φυγαδεύσει τον στρατό του. Προσωπική άποψη: Αν έχεις λίγες μέρες στη διάθεση σου μπορείς και να την αποφύγεις.
Ο Μάρκο, ο οποίος είχε χρήσει τον εαυτό του πλοηγό, προσπαθούσε να εντοπίσει την είσοδο στην πίστα. Μετά από αρκετές προσπάθειες και μερικές αναποδιές (το αριστερό μαρσπιέ του Morini μου, πέταξε τα πάσα του και με εγκατέλειψε 2φορες, αλλά ευτυχώς επιδιορθώθηκε σχετικά γρήγορα) μπήκαμε. Και τώρα αρχίζουν τα δύσκολα. Δυστυχώς οι Ιταλοί ενώ είχαν προετοιμάσει τις μοτοσυκλέτες τους για χώμα, τους εαυτούς τους τούς είχαν αφήσει στο έλεος του Θεού της ερήμου. Ε και αυτός δεν τους λυπήθηκε ιδιαίτερα. Αν αναλογιστείς κιόλας ότι ήμασταν φορτωμένοι σαν μουλάρια, μπορείς να καταλάβεις τι έγινε. Μετά από αλλεπάλληλες βουτιές του Μάρκο (αυτός ήταν ο πρωταθλητής στις βουτιές) ήρθε η πρώτη σοβαρή ''στραβή''.
Η μηχανή του Μάρκο έσβησε σε μια ανηφόρα και αφού τον περάσαμε, κάναμε στην άκρη να μας ξαναπεράσει. Ο Κώστας έκανε στην άκρη μετά από μια ανηφορική στροφή και ο Μάρκο κάνοντας άλλο ένα ''μαγικό'' έπεσε πάνω στη βαλίτσα του Κώστα και απογειώθηκε (είπαμε πρωταθλητής..).
Μετά από στιγμές έντασης που ακλούθησαν, καταφέραμε να ηρεμήσουμε τα πνεύματα για να συνεχίσουμε το ταξίδι, αν και εκ των υστέρων ξέρω ότι έπρεπε να χωριστούμε εκεί.
Μετά από την πίστα Ρόμελ σειρά είχε η Όαση των βουνών, ένα από τα πολλά παιχνίδια της φύσης που συναντάς στην Τυνησία. Δίπλα στην όαση υπάρχει ένας οικισμός όπου είχαμε αποφασίσει να μοιράσουμε ρούχα στα παιδιά. Αφού επικράτησε ένας χαμός με τα πιτσιρίκια, μπήκαμε σε ένα από τα σπίτια για να μας κεράσουν το παραδοσιακό τσάι με μέντα αλλά και για να μας χαρίσουν αναμνηστικά. Μετά από αυτές τις στιγμές που δύσκολα περιγράφονται και αφού είχε αρχίσει να σουρουπώνει ξεκινήσαμε για τον τελικό προορισμό μας την Τοζέρ. Η διαδρομή αποδείχτηκε αρκετά δύσκολη καθώς μας έπιασε αμμοθύελλα, που σε συνδυασμό με το σκοτάδι της νύχτας και τα απροειδοποίητα κομμάτια χωματόδρομου, έριξε κατά πολύ τον ρυθμό. Αργά το βράδυ φτάσαμε στην Τοζέρ, βρήκαμε ξενοδοχείο (τα πεντάστερα κοστίζουν μέχρι 25ευρω μαζί με πρωινό..) και χαλαρώσαμε μετά από αυτή τη δύσκολη μέρα.
3η μέρα - Όχι αλλη αμμοθυελλα!
Μετά από ένα σχετικά καλό πρωϊνό και ύστερα από αγορά προμηθειών (νερά, ψωμί, κτλ), ξεκινήσαμε την τρίτη μέρα μας, με την αμμοθύελλα να μας σφυροκοπά αλύπητα. Πρώτος προορισμός το σκηνικό που είχε στηθεί για τα γυρίσματα του Star Wars έξω από την Nefta, σχεδόν μέσα στην έρημο. Λόγω της ισχυρής αμμοθύελλας δεν μπορέσαμε να ευχαριστηθούμε και πολύ την παραμονή μας εκεί.
Ωραία νότα ήταν η συνάντηση μου με τον Λουκά Χαψή - όπου και να πας θα βρεις έναν Έλληνα! Ο Λουκάς, επαγγελματίας φωτογράφος, ταξίδευε με μία BMW F 800GS μόνος του. Το προηγούμενο βράδυ είχε μείνει σε μία σκηνή στην έρημο, παλεύοντας με την αμμοθύελλα. Τι κρίμα που ήταν η τελευταία του μέρα εκεί... Ευχαρίστως τον ακολουθούσαμε με τον Κώστα, μιας και μετά το περιστατικό με την βαλίτσα, αλλά και μετά την απογοήτευση που είχα βλέποντας το οδηγικό επίπεδο των Ιταλών, οι σχέσεις μας είχαν πλέον μία μικρή ψύχρα ανάμεσα τους.
Φεύγοντας από την Nefta με προορισμό την Douz, ο δρόμος διασχίζει μία αποξηραμένη αλμυρή λίμνη. Μία τεράστια ευθεία και αριστερά - δεξιά, άσπρη αχανής έκταση. Σκέτη μαγεία.
Κάπου μέσα σε αυτή την έκταση βρίσκεται παρατημένο ένα λεωφορείο, κλασσικό spot για φωτογραφία. Δυστυχώς ο Μάρκο δεν είχε ιδέα που βρισκόταν - με τέτοιους πλοηγούς δεν φοβάσαι τίποτα....! Δεν ήθελε με τίποτα να χωριστούμε, οπότε χάθηκε μία κλασσική πόζα. Εγώ δεν θα ηρεμούσα βέβαια αν δεν πάταγα μέσα στη λίμνη, οπότε το έκανα, έστω και λίγο βιαστικά είναι η αλήθεια, καθώς άρχισα να "μοιράζω" κάποια από τα πράγματα μου σε αυτήν, τα οποία δεν είχα σφίξει καλά. Ευτυχώς με ακολούθησαν ο Ντανιέλε και ο Κώστας που τα μάζεψαν.
Φτάνοντας στη Fatnassa βρήκαμε ένα ωραίο σημείο με φοίνικες και σταματήσαμε για να κάνουμε πικ-νικ. Ήταν μάι ωραία στιγμή, καθώς μετά την εμπειρία της λίμνης και την κούραση από το συνεχές μαστίγωμα της άμμου, όλο το σκηνικό θύμιζε όαση.
Εικόνες στους αμμόλοφους
Ύστερα από καμιά ώρα, βρισκόμασταν ξανά πάνω στις μοτοσυκλέτες μας και κατευθυνόμασταν προς την Douz. Μία από τις ωραίες εικόνες που συναντούσαμε περνώντας από κάποια χωριά και κατεβαίνοντας προς τον νότο, ήταν αυτή των παιδιών, και όχι μόνο, που τρέχανε στο δρόμο για να μας χαιρετήσουν. Σε κάνουν να νιώθεις ξεχωριστός, χωρίς να έχεις κάνει και τίποτα το ιδιαίτερο, αρκεί που πέρασες από το μέρος τους για να τους δεις, και να δουν κάτι διαφορετικό.
Φτάνοντας στην Douz νόμιζα ότι είμαι backstage σε κάποιον αγώνα rally raid: Φορτηγά, θηριώδη 4X4, ATV, άλλα παρκαρισμένα σε ξενοδοχεία, άλλα να κόβουν βόλτες, σκέτο λούνα πάρκ!
Ενώ η Douz έχει και camping, προτιμήσαμε να μείνουμε πάλι σε ένα από τα πεντάστερα ξενοδοχεία (με 25 euro μαζί με πρωϊνό και βραδινό...). Ακριβώς απέναντι από την πύλη του ξενοδοχείου υπήρχε ένας χωματόδρομους που κατέληγε σε έναν αμμόλοφο. Μόνο αυτό μπορούσες να δεις από εκεί. Εννοείται ότι δεν κάθησα με σταυρωμένα τα χέρια και αφού ξεφόρτωσα την μοτοσυκλέτα μου, πήρα τον Ντανιέλε και πήγα να εφαρμόσω επιτέλους αυτά που είχα μάθει για οδήγηση εκτός δρόμου. Βάρος πίσω, τέρμα γκάζι στην ανάβαση στον αμμόλοφο, και ξαφνικά, σιωπή. Η Σαχάρα απλωνόταν μπροστά μου και ένα καραβάνι με καμήλες, φορτωμένο με τουρίστες, πέρναγε αργά - αργά μπροστά μου.
Πραγματικά δεν μπορώ να περιγράψω ακριβώς πως ένιωσα - έσβησα τη μηχανή και απλά κοιτούσα μπροστά αμίλητος, γεμάτος δέος.
Ο Ντανιέλε πάλευε να ανέβει τον αμμόλοφο ακόμα. Δεν πέρασε ούτε λεπτό και είδα ένα άλογο να τρέχει προς τα μένα. Πάνω του ένας τύπος ντυμένος παραδοσιακά. Ήρθε, βγάλαμε φωτό, εγώ πάνω στο άλογο και αυτός πάνω στο Morini. Μου ζήτησε δύο euro επειδή με έβγαλε φωτογραφία. Πήρε 0,5euro και την υπόσχεση να τους στείλω κάποιες φωτογραφίες στον λογαριασμό του στο Facebook - στην αρχή νόμιζα ότι με δούλευε, αλλά τελικά είχε λογαριασμό και internet φυσικά, και το βράδυ του τις έστειλα
4η μερα - Ενας προδιαγεγραμμένος χωρισμός
Η επόμενη μέρα είχε μεγαλόπνοα σχέδια - Θα πηγαίναμε προς την όαση Ksar Ghilane από χώμα, περνώντας δίπλα στους μεγάλους αμμόλοφους. Πριν ξεκινήσουμε κι ενώ ανεφοδιαζόμασταν, βρήκαμε ένα 4x4 το οποίο θα φόρτωνε τα πράγματα μας και θα μας οδηγούσε προς την όαση. Το κόστος της μεταφοράς ορίστηκε στα 100euro, δηλαδή 10euro στο άτομο, οπότε το κάναμε χωρίς δεύτερη σκέψη.
Αν και ήταν υποχρέωση των Μάρκο και Μάρκο να το πληρώσουν, των διοργανωτών, εν τούτοις το κάναμε χωρίς δεύτερη σκέψη. Είχαμε όλες τις προυποθέσεις για να κάνουμε πραγματικότητα το όνειρο. Ο χωματόδρομος που μπήκαμε ήταν τελείως στρωμένος με κάποιες γλώσσες άμμου, πολύ εύκολος γενικά. Παρ' όλ' Αυτά, δεν μπορέσαμε να κάνουμε πάνω από... τρία χιλιόμετρα. Οι Ιταλοί αναβάτες πέφταν κάτω με το παραμικρό. Ο οδηγός μου είπε ότι δεν υπάρχει περίπτωση να φτάσουμε στην όαση έτσι, με τέτοιο ρυθμό. Η μόνη λύση ήταν μεταβολή και πίσω, από άσφαλτο, μας έδωσε όμως την εναλλακτική να μπούμε σε ένα χωματόδρομο 20 χιλιόμετρα πριν την όαση. Μπαίνοντας στην εναλλακτική διαδρομή, ένας υπέροχος ατελείωτος χωματόδρομος απλωνόταν μπροστά μας, αλλά πριν από αυτόν, έπρεπε να περάσουμε ένα σημείο με μικρούς αμμόλοφους. Μετά από μισή ώρα, τα καταφέραμε.
Συνολικά, μας πήρε πάνω από έξι ώρες να βγούμε διαλυμένοι στο Cafe du desert, ένα καφέ στη μέση του πουθενά. Η κούραση, το συνεχές σταμάτημα για βοήθεια στους Ιταλούς που δεν μπορούσαν να κάνουν δέκα μέτρα χωρίς σπρώξιμο, χωρίς να πέσουν, έφερε νεύρα. Και σε συνδυασμό με όλα τα άλλα που συνέβησαν τις προηγούμενες μέρες, ήρθε το ξέσπασμα την ώρα που φτάσαμε στην Ksar Ghilane. O Κώστας πρώτος και εγώ αμέσως μετά, ήρθαμε σε ρήξη με τους διοργανωτές, και αποφασίσαμε να συνεχίσουμε μόνοι.
5η μερα- Δε ντριμ κειμ τρου!
Η όαση του Ksar Ghilane είναι ένα φανταστικό μέρος. Έχει μία λίμνη με ιαματικό θειούχο νερό - ναι, βρωμάει - στη μέση της, και άφθονη σκιά. Υπάρχει camping με 5euro το βράδυ, το οποίο θυμίζει έντονα camping σε ελληνικό νησί.
Μόνο που στην θέση της θάλασσας, υπάρχει η άμμος. Στο camping βρήκαμε ένα ζευγάρι Ιταλών που είχαν έρθει μόλις με τις μηχανές τους και τις είχαν λύσει για καθάρισμα. Λίγο πιο πέρα, οι Αυστριακοί με τις KTM Rally και υφάκι (αργότερα έμαθα ότι ήταν η 12η χρονιά σερί που πήγαιναν εκεί, οπότε μας έβλεπαν όλους σαν εισβολείς στην... γη τους), και πολλά 4x4. Πάρα πολλά 4x4.
Σχεδόν αμέσως γνωρίζαμε άλλο ένα ζευγάρι που είχαν έρθει με ένα Wrangler. Ο Fulvio είχε ξαναπάει τουλάχιστον δέκα φορές και είχε αρκετή εμπειρία στην περιοχή. Αποφασίσαμε να πάμε την άλλη μέρα μαζί του, περίπου για 40 χιλιόμετρα διαδρομής, νότια, στην Zmela. Το βράδυ ο ουρανός έκανε το δικό του show με τα αστέρια και το κρύο, και έκανε αισθητή την παρουσία του πέφτοντας περίπου στους 10 βαθμούς - από τους 35 το μεσημέρι. Κοιμήθηκα στην σκηνή μου φορώντας ισοθερμικά, κάλτσες, φούτερ, sleeping bag, και κατά τις τέσσερις τα ξημερώματα, έριξα και το μπουφάν μου από πάνω!
Το πρωί και το μεσημέρι της επόμενης μέρας πέρασε με ξεκούραση και το απογευματάκι ξεκινήσαμε για την Zmela. Επιτέλους οδηγούσαμε στο χώμα! Μετά από μίας ώρας οδήγηση σε σχετικά εύκολο τερέν, με πατημένο χώμα και μικρά κομμάτια άμμου, φτάσαμε. Η Zmela δεν είναι τίποτε άλλο από ένα camp stop για τους ταξιδιώτες. Αφού ήπιαμε το τσάι μας και ακούσαμε τις συμβουλές του Fulvio για το πως να ταξιδεύεις ανάμεσα στους αμμόλοφους, ξεκινήσαμε για πίσω, με τον ήλιο να δύει μπροστά μας. Φανταστικά! Μπορεί να μην είχα κάνει όλα τα χιλιόμετρα που μου έλεγαν ότι θα κάνουμε πριν έρθουμε εδώ, αλλά μόνο και μόνο που έκανα αυτή τη διαδρομή, με γέμισε!
Την επόμενη μέρα έπρεπε να αρχίσουμε να ανεβαίνουμε προς τον Βορρά, με τον Κώστα. Πριν ξεκινήσουμε, ο Fulvio μας πήρε με το Wrangler και πήγαμε σε ένα ρωμαϊκό φρούριο κοντά στην όαση. Βγάλαμε τις απαραίτητες φωτό και γυρίσαμε.
6η μερα - Η επιστροφή είναι πάντα δύσκολη
Ανεφοδιασμός με βενζίνη στην όαση παίζει από μπιτόνια ή μπουκάλια νερού. Εγώ έβαλα μία δωδεκάδα μισόλιτρα, με κόστος ένα euro το λίτρο. Τσιμπημένο σε σχέση με την υπόλοιπη χώρα, αλλά είναι μονοπώλιο εκεί κάτω. Ξεκινώντας για πάνω, για τον Βορρά, άρχισα να συνειδητοποιώ ότι το ταξίδι μου φτάνει στο τέλος. Περάσαμε από τη
Matmata, ένα τουριστικό μέρος που έχει να επιδείξει τις σπηλιές των τρωγλοδιτών, όπου κάναμε ένα μικρό διάλλειμα, και αμέσως, ξεκινήσαμε για την Χαμαμέτ, ένα παραθαλάσσιο θέρετρο κοντά στην Τύνιδα. Η διαδρομή μέχρι εκεί δεν είχε κανένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Ίσα - ίσα, η είσοδος στον ''πολιτισμό'', μόνο απογοήτευση μου έφερε. Το μυαλό μου είχε μείνει κολλημένο στον νότο. Το απόγευμα φτάσαμε στην Χαμαμέτ αφού φάγαμε μία καταιγίδα για καμιά ώρα. Ξενοδοχείο και άραγμα, και καμία διάθεση για βόλτα πλέον.
Η επόμενη μέρα ήταν η τελευταία. Αφού περπατήσαμε το κέντρο της Χαμαμέτ, κάναμε τα ψώνια μας στο παζάρι και ξεκινήσαμε για Τύνιδα. Μετά από κουβέντα με τον ξενοδόχο, μας πρότεινε να πάμε στο Sidi-Bou-Said, ένα προάστιο της Τύνιδας. Φόρτωμα της μηχανής, και σε μία ώρα ήμασταν εκεί. Το Sidi-Bou-Said αξίζει να το επισκευθείς, κι ας είναι αρκετά τουριστικό. Να περπατήσεις στα σοκάκια του και να πιείς κάτι, χαζεύοντας το πανόρμα του κόλπου της Τύνιδας. Βέβαια, αν έπρεπε να διαλέξω μία εικόνα απ' όλο το ταξίδι, θα διάλεγα τα παιδάκια στα χωριά που έτρεχαν να μας χαιρετήσουν, και όχι το Sidi-Bou-Said...
Το βράδυ κατεβήκαμε στο λιμάνι όπου για να μπούμε στο πλοίο, περάσαμε την ίδια γραφειοκρατία που είχαμε περάσει κατά την είσοδο μας στη χώρα. Βρεθήκαμε και με τους Ιταλούς φίλου, όχι τους διοργανωτές, τα είπαμε, και φύγαμε για Παλέρμο.
Το υπόλοιπο του ταξιδιού ήταν άχαρο και φυσικά, το είχε επισκιάσει η βόλτα στον νότο, τις προηγούμενες ημέρες. Το μυαλό μας είχε γεμίσει από εικόνες πολύ δυνατές, οπότε για μένα τουλάχιστον, φαινόταν σαν μία απλή διεκπεραίωση διαδρομής ώστε να επιστρέψω σπίτι. Δεν θα αδικήσω όμως την απίστευτη Ματέρα, όπου κάναμε την τελευταία μας διανυκτέρευση.
Συμπέρασμα: Η Τυνησία είναι μία χώρα με απίστευτο φυσικό κάλος, με έναν λαό ευγενικό και πρόσχαρο, όπου δεν φοβήθηκα ούτε στιγμή, και φυσικά, αξίζει να την επισκεφθείς. Αν σου αρέσει και η οδήγηση σε χώμα, θα πρέπει οπωσδήποτε να την επισκεφθείς. Δεν
Δεν χρειάζεται να στηριχθείς σε ''οδηγούς'' όπως κάναμε εμείς, αφού εκεί θα γνωρίσεις αρκετό κόσμο για να μάθεις τις πληροφορίες που χρειάζεσαι. Εγώ ονειρεύομαι ήδη την επόμενη φορά!
ΥΓ: Αυτό το άρθρο το αφιερώνω στον Κώστα που ήταν άψογος συνταξιδιώτης αλλά και στον φίλο μου Τάσο, που σε εκείνο το ταξίδι ήταν συνεχώς στο μυαλό μου.
Φωτογραφίες
https://www.bikeit.gr/taksidiotika-ston-kosmo-2/item/8877-taksidiotiko-tynisia#sigProId55ce545aca