Κείμενο-Φωτό: Κων/νος Μητσάκης, Όλγα Παπαδόγιαννη
Ταξιδεύοντας με μια μοτοσυκλέτα στους δρόμους της αιώνιας Ινδίας, της χώρας των χιλιάδων θεών και των εκατομμυρίων γηγενών, έκπληκτοι διαπιστώσαμε ότι τα παραμύθια της Ανατολής εξακολουθούν να ζουν εδώ στην Ινδία. Παραμύθια γοητευτικά, γεμάτα μυστήριο, φιλοσοφία, ανθρωπιά, φτώχεια, χρώματα και αρώματα.
“Ιερό” εμπόδιο
Είναι αλήθεια ότι είχαμε αρχίσει να εκνευριζόμασταν. Για περισσότερο από είκοσι λεπτά, μαζί με αρκετά άλλα οχήματα, βρισκόμασταν ακινητοποιημένοι στη μέση του στενού επαρχιακού δρόμου. Υπομένοντας μια σιγανή εκνευριστική βροχή, περιμέναμε στωικά τις τρεις αγελάδες που είχαν ξαπλώσει φαρδιές-πλατιές στη μέση του οδοστρώματος να μας «αδειάσουν» το δρόμο! Αυτές όμως το «χαβά» τους! Τελείως ατάραχες, αναμασούσαν βαριεστημένα την τροφή τους και μας κοιτούσαν κατάματα με το γνωστό …σπινθηροβόλο βλέμμα τους! Κατά παράξενο τρόπο, για όσο χρονικό διάστημα περιμέναμε, κανείς από τους δεκάδες σταματημένους οδηγούς δεν τόλμησε να τις απομακρύνει, ή έστω να κορνάρει! Βλέπετε, οι αγελάδες στην Ινδία θεωρούνται ιερά ζώα και απολαμβάνουν τον σεβασμό και την προστασία των ντόπιων. Με το γάλα τους συντηρούν εκατομμύρια ανθρώπους, κυκλοφορούν ελεύθερες παντού και αποτελούν μια γραφική, όσο και γλαφυρή εικόνα στα μάτια του δυτικού επισκέπτη.
Φυσικά, ούτε καν πέρασε από το μυαλό μας να τις πλησιάσουμε ή να τις αγγίξουμε. Γιατί σε μια τέτοια περίπτωση, ξέραμε ότι οι ντόπιοι θα μας λυντσάριζαν αμέσως! Τι μπορούσαμε να κάνουμε; Τίποτα, απλά περιμέναμε!
Κάποια στιγμή, ως εκ θαύματος, τα ιερά τετράποδα σηκώθηκαν και με νωχελικό ρυθμό απομακρύνθηκαν από το οδόστρωμα, παραδίδοντας τον δρόμο ξανά στην κυκλοφορία.
Η μάχη της ασφάλτου
Επιτέλους, ξεκινούσαμε και πάλι τη πορεία μας. Ωστόσο, πλησιάζοντας τις ιερές αγελάδες, νιώσαμε έντονη την επιθυμία να σταματήσουμε δίπλα τους και να τις πλακώσουμε στις …κλωτσιές! Υπακούοντας όμως τη φωνή της λογικής, δώσαμε τόπο στην οργή και τις προσπεράσαμε τάχιστα. Κατά τ’ άλλα, μόλις είχαμε γίνει μάρτυρες άλλου ενός συνηθισμένου περιστατικού στους πολυσύχναστους ινδικούς δρόμους. Για δεύτερη μέρα, οδηγώντας στη διαδρομή από τα ινδο-πακιστανικά σύνορα προς την πρωτεύουσα Νέο Δελχί, βιώναμε μια απερίγραπτη οδική εμπειρία πέρα από κάθε λογική. Στους κυκλοφοριακά κορεσμένους οδικούς άξονες της πολυπληθέστερης χώρας του κόσμου, η οδήγηση έμοιαζε μ’ ένα αδιάκοπο, κουραστικό σλάλομ ανάμεσα στο πολυάριθμο και ετερόκλητο πλήθος του δρόμου. Μια πρόγευση από τα δεινά των ινδικών δρόμων είχαμε, ωστόσο, πάρει λίγες μέρες νωρίτερα, όταν, καθοδόν για την Ινδία, διασχίζαμε το Ανατολικό Πακιστάν.
Ποιοι ήταν όμως οι υπόλοιποι συνοδοιπόροι μας στο κολαστήριο των ινδικών δρόμων; Εκτός από τις απανταχού παρούσες ιερές αγελάδες, συντροφιά μάς κρατούσαν οι γραφικές βαρυφορτωμένες βοϊδάμαξες, τα υπεράριθμα λεωφορεία, τα πάμπολλα κοπάδια των ζώων, τα ρυπογόνα φορτηγά, οι λαλίστατοι μικροπωλητές, τα ποικιλοστόλιστα τρίκυκλα, οι λιπόσαρκοι αχθοφόροι, τα χιλιάδες ποδήλατα και μια πολύχρωμη ανθρωποθάλασσα που ξεχυνόταν από παντού. Θόρυβος, κίνηση, σκόνη, καυσαέριο! Και η μάχη της ασφάλτου καλά κρατά!
Ιερό τρίγωνο
Ένας διακαής πόθος και μια βαθειά ριζωμένη λαχτάρα είχαν οδηγήσει τα δίτροχα βήματά μας ως τις μακρινές Ινδίες. Ανέκαθεν θέλαμε να γνωρίσουμε την μυστηριώδη βασίλισσα της Ανατολής και να την εξερευνήσουμε διεξοδικά. Θέλαμε να ταξιδέψουμε σ’ έναν τόπο με πλούσια πολιτιστική κληρονομιά, αρχαιότατες ιστορικές καταβολές και αξιολογότατη θρησκευτική παράδοση. Πυξίδα μας τα ίχνη του Μαχάτμα Γκάντι και πηγή έμπνευσης η «Μαχαμπαράτα», το μεγαλύτερο επικό ποίημα στον κόσμο. Ονειρευόμασταν να φτάσουμε μέχρι εκεί που έφτασε και ο Μέγας Αλέξανδρος με τους ηρωικούς Μακεδόνες του. Θέλαμε να γνωρίσουμε τα έργα και τις ημέρες του Μογγόλου αυτοκράτορα Ακμπάρ. Θέλαμε σε κάθε μας βήμα να συναντούμε ασυνήθιστες για τα μάτια μας παραστάσεις, που τις περισσότερες φορές θυμίζουν σκηνικό κινηματογραφικής ταινίας! Θέλαμε, θέλαμε, και τι δεν θέλαμε!
Ταξίδι λοιπόν στον άγνωστο κόσμο της Ινδίας. Το «Ιερό τρίγωνο», τη περιοχή της Βόρειας Ινδίας που σχηματίζεται από τις πόλεις Νέο Δελχί, Αγκρά και Τζαϊπούρ, έμελλε να αποτελέσει το πεδίο της ταξιδιωτικής μας δράσης στην εξωτική χώρα του Γκάντι. Για όποιον πάντως ονειρεύεται να ζήσει ένα παραμύθι, οι μακρινές Ινδίες είναι εκεί και τον περιμένουν. Γιατί η Ινδία είναι μια χώρα που ζει στα παραμύθια. Ή πιο ακριβέστερα, τα παραμύθια της Ανατολής εξακολουθούν να ζουν στην Ινδία. Παραμύθια γεμάτα μυστήριο, γνώσεις, φιλοσοφία, ανθρωπιά, φτώχεια, θεούς, δαίμονες, χρώματα και αρώματα. Γοητευτικά παραμύθια για μεγάλα, ανήσυχα παιδιά. Εξαρτάται όμως με ποιον τρόπο θα «περπατήσετε» μέσα στον ονειρικό κόσμο αυτού του εξωτικού παραμυθιού. Γιατί αν επιλέξετε να ταξιδέψετε στους δρόμους της Ινδίας με μια μοτοσυκλέτα, τότε υπάρχει μεγάλη πιθανότητα το παραμύθι να μετατραπεί σε εφιάλτης! Όπως συνέβη άλλωστε και στην δική μας περίπτωση!
Νέα πρωτεύουσα
Είκοσι πέντε μέρες αφότου είχαμε αποχαιρετήσει τα πάτρια εδάφη, και με καταγεγραμμένα 7.150 χλμ. στο κοντέρ της ακούραστης πορτοκαλί μοτοσυκλέτας, περνούσαμε τα σύνορα της αιώνιας Ινδίας. Ήταν η τρίτη φορά στα τελευταία 14 χρόνια που επισκεπτόμασταν με μοτοσυκλέτα την μεγαλύτερη δημοκρατία του κόσμου.
Το Δελχί, που απείχε 480 χλμ. από τα σύνορα, ήταν ο πρώτος προορισμός μας στη χώρα των χιλιάδων θεών και των εκατομμυρίων γηγενών. Η άφιξή μας όμως στην ινδική πρωτεύουσα καθυστέρησε κατά δυο ημέρες. Οι εξυπηρετικότατοι συνοριακοί υπάλληλοι μάς παρότρυναν να επισκεφθούμε την κοντινή πόλη Αμριτσάρ, για να γνωρίσουμε τον χρυσοποίκιλτο ναό των Σιχ, στο κέντρο της πόλης. Ευτυχώς δεν είπαμε όχι και δεν το μετανιώσαμε. Στο κέντρο μιας μικρής τεχνητής λίμνης, ένας καλυμμένος με φύλλα χρυσού ναός δεχόταν την επίσκεψη χιλιάδων πιστών, οι οποίοι κατέθεταν με ευλάβεια τη πίστη τους στον ιερό χώρο της Αμριτάρ. Εμπειρία ύψιστης θρησκευτικής κατάνυξης.
Το σούρουπο έντυνε τα πάντα με σκιές όταν φτάσαμε επιτέλους στο Νέο Δελχί. Τα πρόσωπά μας ήταν κατάμαυρα από τη ρύπανση των φορτηγών, τα ρούχα κολλημένα πάνω μας από την υγρασία και τον ιδρώτα και τα κορμιά μας αποδεκατισμένα από την κούραση. Είχαμε χρειαστεί 10 ώρες για να διατρέξουμε τα 450 χλμ. που χωρίζουν το Νέο Δελχί από την Αμριτάρ και η φρίκη από τα δρώμενα που ζήσαμε καθοδόν ήταν έντονα αποτυπωμένη στο μυαλό μας. Τα είχαμε «δει» όλα! Άφιξη λοιπόν στην ινδική πρωτεύουσα των 12.000.000 κατοίκων, με τα πολύχρωμα φώτα της πόλης να οδηγούν πλέον τη μοτοσυκλέτα.
Τοκ-Τοκ
Μπροστά στα κουρασμένα μας μάτια, ανθρώπινες φιγούρες, πολύβουα οχήματα και άπειρες σκιές, όλα αναμειγνύονταν άναρχα και βιαστικά. Κατάκοποι, νηστικοί και σκονισμένοι, και δίχως την παραμικρή διάθεση για μεγάλες βόλτες, καταλύσαμε στο πρώτο ξενοδοχείο που βρήκαμε μπροστά μας, μεταθέτοντας για το επόμενο πρωινό τη γνωριμία μας με την γεμάτη ζωή και θόρυβο ινδική μεγαλούπολη.
Οι πρώτες αδύναμες ηλιαχτίδες μάς βρήκαν από πολύ νωρίς να τριγυρνάμε στους δρόμους της πρωτεύουσας. Όχι όμως με τη μοτοσυκλέτα μας. Για τις επόμενες τρεις μέρες που μείναμε στο Νέο Δελχί κινηθήκαμε στους πολυσύχναστους και θορυβώδεις δρόμους της πρωτεύουσας κατά το πλείστον με «τοκ-τοκ», τα κιτρινόμαυρα τρίκυκλα που εκτελούν χρέη ταξί! Συνοδοιπόροι μας στην παραζάλη της κίνησης, τα αμέτρητα ποδήλατα και οι χιλιάδες βέσπες που κινούνταν μόλις δίπλα μας, ενώ γραφικές παρουσίες αποτελούσαν οι υπαίθριοι κουρείς, οι ακούραστοι χειρονάκτες, οι τουρμπανοφόροι γέροντες και οι εφευρετικοί μικροεπαγγελματίες. Όλοι τους άνθρωποι χαμογελαστοί, πρόθυμοι και ευγενέστατοι, που κέρδισαν αμέσως μια θέση στην καρδιά μας. Ωστόσο, αυτό που «καρφώθηκε» βαθειά στην μνήμη μας ήταν οι πολύχρωμες ενδυμασίες (σαρί) των γυναικών, πολλές από τις οποίες έφεραν στο μέτωπό τους μια κόκκινη βούλα, το λεγόμενο «τρίτο μάτι της γνώσης».
Κάτω από το αστραφτερό φως του ήλιου, οι λυγερόκορμες γυναικείες φιγούρες με τις αραχνοΰφαντες μαντίλες στο κεφάλι, τους χρυσούς χαλκάδες στη μύτη και τα λεπτοδουλεμένα κοσμήματα στα χέρια, φάνταζαν σαν οπτασίες αέρινες, γεμάτες γοητεία και χάρη. Σιλουέτες αιθέριες, τόσο σαγηνευτικές, που θαρρείς ότι ξεπήδησαν από τον κόσμο των παραμυθιών, απ’ τις ΄΄Χίλιες και μια Νύχτες΄΄. Το μαγευτικό καλειδοσκόπιο σχεδίων και χρωμάτων των ντόπιων γυναικών ήταν αναμενόμενο φυσικά να αποπλανήσει τις αισθήσεις της Όλγας, που δεν δίστασε να αποχωριστεί το παντελόνι της για ένα πολύχρωμο σαρί.
Τα αξιοθέατα της πρωτεύουσας
Η Όλγα όμως, εκτός από το να επιλέξει το σαρί της αρεσκείας της, είχε και άλλα -εξίσου σοβαρά- προβλήματα να λύσει. Για δεύτερη συνεχόμενη μέρα, και παρά την φαρμακευτική αγωγή που ακολουθούσε, την ταλαιπωρούσαν έντονα γαστρο-εντερικά προβλήματα. Κοιλόπονοι, διάρροια και μυική ατονία ήταν τα κυριότερα συμπτώματα που είχε, και αυτό εξαιτίας της απερίσκεπτης εμμονή της για γαστρονομικά ταξίδια στα άδυτα της υπερ-πικάντικης ινδικής κουζίνας. Καυτερά φαγητά που είχαν όμως …εκρηκτικά αποτελέσματα! Συν τοις άλλοις όμως, η Όλγα δεν δίσταζε να δοκιμάζει φαγητά ακόμα και από τις υπαίθριες καντίνες του δρόμου, γεγονός που διαφωνούσα κάθετα μαζί της. Μέγα λάθος Όλγα μου. Θεμιτή και απολύτως κατανοητή η τέρψη του ουρανίσκου με πρωτόγνωρες γεύσεις, αλλά όταν ταξιδεύεις σε μια χώρα όπως η Ινδία, όπου οι συνθήκες υγιεινής και οι πιθανότητες μιας τροφικής δηλητηρίασης ακουμπάνε «κόκκινο», τότε χρειάζεται μεγάλη προσοχή και σχολαστικότητα στο θέμα του φαγητού και του νερού. Όμως, στου κουφού την πόρτα…
Το Νέο Δελχί, όπως όλες σχεδόν οι πρωτεύουσες κρατών, είναι μια πόλη που σφράγισε ανεξίτηλα την πορεία της Ινδίας μέσα στον χρόνο και στην ιστορία. Πρόκειται για την τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Ινδίας και αποτελείται από δύο μέρη: το Νέο Δελχί και το Παλαιό Δελχί. Το Νέο Δελχί, όπως υποδηλώνει και το όνομά του, πρόκειται για τον καινούριο τομέα της παλιάς πόλης που κτίστηκε ως η νέα πρωτεύουσα του κράτους από τους Βρετανούς. Ήταν μια πόλη με ανοιχτούς και πράσινους χώρους, άψογη ρυμοτομία, πάμπολλες πρεσβείες, επιβλητικές αψίδες και ογκώδη κυβερνητικά κτίρια, που μας ξάφνιασε με την εικόνα που παρουσίαζε.
Δυτικά πρότυπα
Λες και είχαμε βρεθεί ξαφνικά σε μια πόλη δυτικών αρχιτεκτονικών προτύπων. Δίχως αμφιβολία, ήταν η κληρονομιά που άφησαν πίσω τους οι Άγγλοι μετά από τρεις περίπου αιώνες διακυβέρνησης. Παρεμπιπτόντως, η κυκλοφορία των οχημάτων κατά τον βρετανικό οδικό κώδικα ήταν και αυτή μια από τις συνήθειες των αποικιοκρατών που ρίζωσαν στην καθημερινότητα των Ινδών.
Αντίθετα, το Παλαιό Δελχί, που υπήρξε η παλιά μουσουλμανική πρωτεύουσα των Ινδιών (12ο αιώνα-16ο αιώνα), παρουσίαζε μια πιο αυθεντική και παραδοσιακή πολεοδομική όψη. Τα τζαμιά, τα μουσεία, οι ινδουιστικοί ναοί και τα μογγολικά φρούρια που υπήρχαν διάσπαρτα αναφέρονταν σ’ εκείνη ακριβώς την ιστορική περίοδο. Η επίσκεψη στο Κόκκινο Φρούριο του Ακμπάρ, στη Πύλη της Ινδίας, στο κάστρο Πουράνα Κίλα και στο Εθνικό Μουσείο μας βοήθησε να πλουτίσουμε τις γνώσεις μας για την ιστορία της χώρας. Και φυσικά, θεωρήσαμε υπέρτατο καθήκον μας να εναποθέσουμε ένα ταπεινό λουλούδι εκεί όπου αποτεφρώθηκε ο θρησκευτικός ηγέτης και οραματιστής της σύγχρονης Ινδίας, Μαχάτμα Γκάντι.
Ο ήλιος δεν είχε ακόμα ξεκινήσει το καθημερινό του ταξίδι στο ουράνιο στερέωμα, όταν αφήναμε πίσω μας εσπευσμένα την ινδική πρωτεύουσα. Η φυγή μας από το Νέο Δελχί έγινε νωρίς τα ξημερώματα προκειμένου να αποφύγουμε την κίνηση στους δρόμους της πρωτεύουσας. Η πόλη ξυπνούσε και εμείς τρέχαμε λαχανιασμένοι να την εγκαταλείψουμε. Ξέραμε ότι σε περίπτωση που καθυστερούσαμε έστω και μια ώρα την αναχώρησή μας, τότε …αλλοίμονό μας.
Βροχερά χιλιόμετρα
Επόμενος προορισμός μας η πόλη Agra (Αγκρά), 205 χλμ. νοτιοανατολικά. Η παρουσία μας στην πόλη Άγκρα, που απλώνεται στις όχθες του ποταμού Γιαμούνα, οφειλόταν στην επιθυμία μας να επισκεφτούμε το μαυσωλείο Ταζ Μαχάλ, το διασημότερο αρχιτεκτονικό οικοδόμημα της Ινδίας, που αντιπροσωπεύει έναν ύμνο στην αγάπη, ένα σύμβολο του έρωτα!
Η τύχη όμως δεν ήταν με το μέρος μας εκείνη την ημέρα. Από τα πρώτα σχεδόν χιλιόμετρα της διαδρομής χρειάστηκε να επιστρατεύσουμε τα αδιάβροχά μας. Ένας μουντός, γκρίζος ουρανός κρεμόταν συνεχώς πάνω από τα κεφάλια μας, ενώ τα βαριά σύννεφα δεν σταμάτησαν ούτε λεπτό να μας «κερνούν» βροχή. Άλλη μια μέρα στους ινδικούς δρόμους προοιωνιζόταν δύσκολη και βρισκόμασταν μόλις στην αρχή της. Δυστυχώς, είχαμε πέσει στην περίοδο των μουσώνων (βροχών). Όπως προφανώς αντιλαμβάνεστε, η πιο ακατάλληλη χρονική περίοδο για να ταξιδέψει κανείς στην Ινδία –και ειδικά με μοτοσυκλέτα– είναι αυτή των μουσώνων (Ιούνιος-Οκτώβριος). Στη διάρκεια των μουσώνων, μπορεί να μην βρέχει όλη μέρα, αλλά σίγουρα βρέχει κάθε μέρα. Οι μουσώνες, πάντως, δεν φέρνουν μόνο ζωή στην Ινδία αλλά πολλές φορές και τον θάνατο. Κάθε χρόνο, αυτήν την εποχή, τα τηλεοπτικά δελτία ανά τον κόσμο προβάλουν εικόνες από την Ινδία με απέραντες πλημμυρισμένες εκτάσεις, ενώ χιλιάδες είναι οι άνθρωποι που πνίγονται ή μένουν άστεγοι από την υγρή οργή της τοπικής φύσης.
Το μνημείο του έρωτα
Ο στενός οδικός άξονας που ένωνε την ινδική πρωτεύουσα με την πόλη Αγκρά δεν προσφέρονταν για μεγάλες ταχύτητες, ενώ με το πέρασμα της ώρας όλο και περισσότερα οχήματα μοιράζονταν μαζί μας το ασφάλτινο χαλί. Έτσι, με την συντροφιά του δρόμου σταδιακά να μεγαλώνει, μοιραία υιοθετήσαμε τον τρόπο οδήγησης που επέβαλλε η ινδική οδική πραγματικότητα. Για τις επόμενες πέντε ώρες βρεθήκαμε να οδηγούμε ανάμεσα σε οχήματα, ζώα και ανθρώπους, έχοντας τον αντίχειρα συνεχώς κολλημένο στο μπουτόν της κόρνας. Ήταν ο μόνος τρόπος να τους επιστήσουμε την προσοχή για την παρουσία μας. Δίχως αμφιβολία, η κόρνα είναι ό,τι το πολυτιμότερο μπορεί να έχει κανείς για να επιβιώσει στους πολυσύχναστους δρόμους της Ινδίας. Παράλληλα, τα περίπου δέκα τροχαία ατυχήματα που αντικρίσαμε οφείλονταν κυρίως σε υπαιτιότητα των φορτηγών, που αποτελούσαν άλλωστε και τη συντριπτική πλειοψηφία των οχημάτων στο δρόμο. Υπερβολικά αργά και ρυπογόνα, τα σαραβαλιασμένα φορτηγά δυσκόλευαν αφάνταστα την οδήγηση, ενώ ήταν στιγμές που νομίζαμε ότι σ’ αυτήν τη χώρα δεν υπήρχε άλλο μεταφορικό μέσον παρά μόνο … τα φορτηγά!
Η αγάπη και ο έρωτας κατείχαν πάντα ξεχωριστή θέση στη ζωή, στην κοινωνία και στη θρησκεία των Ινδών. Το Taj Mahal (Ταζ Μαχάλ), σήμα κατατεθέν της πόλης Αγκρά, είναι ένα ανυπέρβλητο μνημείο αφιερωμένο στον έρωτα και στην παντοτινή αγάπη. Πρόκειται για ένα εκπληκτικό μαυσωλείο, κτισμένο εξ’ ολοκλήρου από άσπρο μάρμαρο και πλαισιωμένο με υπέροχους κήπους, που αποτελεί δείγμα αρχιτεκτονικής συμμετρίας και μεγαλοπρέπειας. Το μοναδικό αυτό κόσμημα της Ινδίας κτίστηκε μέσα σε 22 χρόνια (1631-1653) από τον Μογγόλο αυτοκράτορα Σαχ Τζαχάν, προκειμένου να φιλοξενήσει τη σορό της πολυαγαπημένης του γυναίκας Μουμτάζ Μαχάλ, η οποία, μετά από 18 χρόνια έγγαμης συμβίωσης, πέθανε στη γέννα του 14ου παιδιού τους. Το μαυσωλείο Taj Mahal, που μας καθήλωσε με την εκλεπτυσμένη ομορφιά του, θεωρείται ως το πιο αξιοθαύμαστο μνημείο που κτίστηκε ποτέ για τον έρωτα.
Ζοφερή καθημερινότητα
Για μας, η γνωριμία με το Taj Mahal ήταν μια εμπειρία πραγματικά συγκλονιστική, ενώ για τους νεόνυμφους Ινδούς, η επίσκεψη στο Taj Mahal αποτελεί συνήθως το ταξίδι του μέλιτος, μια και ο πάλλευκος ναός της Αγκρά αντιπροσωπεύει ένα αιώνιο σύμβολο ρομαντισμού των απανταχού ερωτευμένων της ινδικής υποηπείρου. Και πράγματι, περπατώντας μέσα στους ολάνθιστους κήπους του Taj Mahal, αντικρίσαμε πάμπολλα νερά ζευγάρια ντυμένα με την ινδική παραδοσιακή φορεσιά να περπατούν χέρι-χέρι και με τη λάμψη του έρωτα στα μάτια τους να ανταλλάσουν όρκους αιώνιας αγάπης!
Καθοδόν για την πόλη Τζαϊπούρ (230 χλμ. δυτικά της Αγκρά), για άλλη μια μέρα διαπιστώναμε πως στην Ινδία ένας ολόκληρος λαός κυριολεκτικά βρίσκεται στο δρόμο. Πουθενά δεν υπήρχε ερημιά! Ένα ατελείωτο πλήθος, που έμοιαζε κυριολεκτικά να τους γεννά αυτή η γη, περπατούσε συνεχώς εκατέρωθεν του οδικού άξονα, ενώ και η παραμικρή σπιθαμή γης δουλευόταν από τους ντόπιους για να αποδώσει τους καρπούς της. Παράλληλα, η κάθε μας στάση μέσα στα χωριά της διαδρομής συνοδευόταν πάντα από τη δημιουργία ενός ασφυκτικού ανθρώπινου κλοιού γύρω μας. Όλοι μας πλησίαζαν για να μας γνωρίσουν και να ανταλλάξουν μαζί μας μια κουβέντα, ένα χαιρετισμό ή να μας ρίξουν απλώς μια φευγαλέα ματιά! Και παιδιά, αμέτρητα μισόγυμνα παιδιά, έτρεχαν ξυπόλυτα πάνω στις πέτρες του δρόμου, δίπλα στη μοτοσυκλέτα, θέλοντας να μας καλωσορίσουν στο κόσμο τους, αλλά και να παίξουν μαζί μας.
Από την πλευρά μας, σαστισμένοι καταγράφαμε εικόνες μιας ζοφερής καθημερινότητας, που καμία σχέση δεν είχαν με την τουριστική μυθοπλασία της χώρας. Ρακένδυτες φιγούρες χωρικών περιφέρονταν στους δρόμους, τεράστιοι σωροί σκουπιδιών ξεφύτρωναν παντού, τα θολά λασπόνερα φιλοξενούσαν πολλές φορές ζώα, ενώ από τα αποχετευτικά λύματα που κυλούσαν στις άκρες του δρόμου επικρατούσε μια δυσβάσταχτη οσμή. Περπατήσαμε πάνω σε περιττώματα ζώων και ανθρώπων.
Δυνατό χαστούκι
Γίναμε μάρτυρες βιβλικών σκηνών που στο σύνολό τους χαρακτηρίζονταν από την πλήρη επικράτηση αρχέγονων τρόπων διαβίωσης και τραγικών συνθηκών υγιεινής. Ποτέ πριν δεν είχαμε αντικρίσει παιδικά βλέμματα, τόσο αγνά και καθάρια, τα οποία σαν λεπίδες μας διαπερνούσαν, τραυματίζοντας καίρια το ψυχικό μας κόσμο. Ήταν αναπόφευκτο λοιπόν, η φτώχεια και η εξαθλίωση που αντικρίζαμε γύρω μας να κουρελιάσουν πέρα για πέρα τη ψυχική μας διάθεση. Για πρώτη φορά στη ζωή μας ήρθαμε αντιμέτωποι μ’ ένα τόσο μεγάλο όγκο ανθρώπινης δυστυχίας και ένδειας. Ήταν εικόνες και καταστάσεις που κυριολεκτικά μας σοκάρισαν και οι οποίες αποτελούσαν ένα δυνατό χαστούκι στην ανθρώπινη υπόσταση και αξιοπρέπεια. Αυτή ήταν όμως η δική μας -δυτικής φιλοσοφίας- ερμηνεία των εικόνων που αντικρίζαμε.
Για να πλησιάσει και να κατανοήσει όμως κανείς αυτή τη χώρα και τους ανθρώπους της, πρέπει να μελετήσει σε βάθος την ινδική φιλοσοφία και θρησκεία. Για τους Ινδούς, η ζωή στη γη είναι απλά ένα «πέρασμα», στη διάρκεια του οποίου οφείλουν να τελειοποιηθούν ως όντα. Τα πάντα περιστρέφονται γύρω από το Κάρμα και το Κάμα, και όλοι οι άνθρωποι αγωνίζονται για να ισορροπήσουν πνευματικά με απώτερο στόχο τη Νιρβάνα. Στη παρούσα φάση, οι άνθρωποι βιώνουν τη ζωή τους με μοναδικό σκοπό να αναπτύξουν το πνεύμα και να ομορφύνουν τη ψυχή τους με ενάρετες πράξεις! Κατά συνέπεια, στον μάταιο τούτο κόσμο, τα υλικά αγαθά είναι άνευ σημασίας, αφού ο άνθρωπος στην ινδουιστική έκδοση, προσβλέπει μόνο σε μια καλή μετεμψύχωση.
Σίγουρα όμως δεν βγήκαμε αλώβητοι από την επαφή μας με την ινδική πραγματικότητα. Κάθε άλλο. Ταρακουνηθήκαμε άγρια από αυτά που είδαμε και ζήσαμε. Το σκαμπίλι ήταν όντως δυνατό και πόνεσε! Προβληματιστήκαμε αρκετά, στοχαστήκαμε βαθειά. Πολλά ήταν εκείνα που γκρεμίστηκαν μέσα μας. Ιεραρχήσαμε ξανά τις αξίες της ζωής και επαναξιολογήσαμε τις αρχές του δικού μας υλικού-τεχνοκρατικού πολιτισμού. Θυμώσαμε με την αλαζονεία και την αδιαφορία του πολιτισμένου κόσμου μας.
Αναθεματίσαμε τη μακαριότητα και ματαιοδοξία μας. Θαυμάσαμε την απλότητα της ζωής και την ευτυχία αυτών των ανθρώπων. Ανακαλύψαμε το μεγαλείο του ελάχιστου και ξορκίσαμε την καταναλωτική υπερβολή μας. Για να ρωτήσουμε, τελικά, επίμονα τον εαυτό μας:«Πώς γίνεται να υπάρχουν τέτοιες ανισότητες πάνω στο πλανήτη μας; Μήπως τελικά, είμαστε εμείς οι δυστυχισμένοι της ζωής και όχι αυτοί εδώ;»
Ζωντανό παραμύθι
Η Τζαϊπούρ είναι μια πόλη-μνημείο, με τα περισσότερα κτίρια βαμμένα στην απόχρωση του ροζ! Γι’ αυτό και οι κάτοικοί της, χαριτολογώντας, έχουν ονομάσει την Τζαϊπούρ «ροζ πολιτεία». Ήταν ο αυτοκράτορας Ακμπάρ, αυτός που στόλισε τον 16ο αιώνα την Τζαϊπούρ με περίτεχνα αρχιτεκτονικά διαμάντια, τα οποία αποτελούν σήμερα εξαίσια δείγματα της εμπνευσμένης καλλιτεχνικής και πνευματικής ιδιοσυγκρασίας του φωτισμένου Μογγόλου αυτοκράτορα. Όπως ήταν φυσικό, το ενδιαφέρον μας μονοπώλησε το φημισμένο παλάτι της Τζαϊπούρ, που δέσποζε στο κέντρο της πόλης. Το θαυμαστό παλατιακό συγκρότημα της Τζαϊπούρ, εκτός από τόπο διαμονής του αυτοκράτορα, υπήρξε και ο τόπος όπου διέμεναν οι γυναίκες του χαρεμιού. Ντυμένες με τα πολύχρωμα αραχνοΰφαντα σαρί, οι μελαψές καλλονές παρακολουθούσαν τα δρώμενα της πόλης από τα χίλια παράθυρα του ροζ παλατιού!
Περπατώντας σε μικρή απόσταση από το επιβλητικό παλάτι, βρεθήκαμε σ’ ένα υπαίθριο καφενείο πλημμυρισμένο από κόσμο. Γεμάτοι περιέργεια σταματήσαμε να δούμε τι συμβαίνει. Πλανόδιοι καλλιτέχνες είχαν στήσει ένα παραδοσιακό θέατρο σκιών, όπου παιζόταν μια παράσταση με θέμα τη ζωή του αυτοκράτορα Ακμπάρ. Για τουλάχιστον μια ώρα παρακολουθούσαμε απορροφημένοι ένα ζωντανό παραμύθι να ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια μας. Γεμάτοι έξαψη και ενθουσιασμό συμμετείχαμε ψυχικά σε όσα διαδραματίζονταν στη μικρή σκηνή του θεάτρου. Μαζί με μας, ένα πολύχρωμο, κεφάτο πλήθος συμμετείχε και αυτό στα δρώμενα της σκηνής.
Σύντομα, η νύχτα άρχισε να τυλίγει τους πολυάριθμους θεατές και όλη η μαγεία της Ινδίας φωτιζόταν από τα λιγοστά λαδοφάναρα που υπήρχαν σκορπισμένα στον χώρο. Κάποια στιγμή η παράσταση έλαβε τέλος. Όχι όμως και το παραμύθι που ζούσαμε. Γιατί οι μακρινές Ινδίες είναι –και θα παραμείνουν– ένα παραμύθι χωρίς τέλος, μια ανατολίτικη ιστορία για μεγάλα παιδιά.
Φωτογραφίες
https://www.bikeit.gr/asia/item/4781-taksidiotiko-india-me-ktm-990-adventure#sigProId2da735a16d