Η μυώδης Ιταλίδα διατηρεί την ταυτότητα της, με εμφανείς αλλαγές στις εισαγωγές αέρα αλλά και στους πλήρως led φωτισμούς, με την παράσταση να κλέβει η εξάτμιση με το ιδιαίτερο, τετραπλό -πολυβόλο- τελικό. Ακόμα, η νέα εποχή του ιταλικού power cruiser, το βρίσκει να υιοθετεί τον κινητήρα V4 Granturismo των 1.158 cc, ένα κεντρικό στοιχείο της σχεδίασης της μοτοσυκλέτας και ταυτόχρονα μια τεχνική επιλογή που βελτιώνει τις επιδόσεις, τη δυναμική και την οδηγική συμπεριφορά, χάρη επίσης στην εξελιγμένη επιλογή ενός αντίθετα περιστρεφόμενου στροφαλοφόρου άξονα, που μειώνει το γυροσκοπικό αποτέλεσμα αυξάνοντας την ευελιξία της μοτοσυκλέτας.
Η ισχύς φτάνει τους 168 ίππους, με το κινητήριο σύνολο να είναι πλούσιο σε ροπή σε όλο το φάσμα του στρφόμετρου με μέγιστη τιμή τα 12,8 kgm στις 7.500 στροφές, (0,5 περισσότερη από το Multistrada V4). Ταυτόχρονα, ο V4 Granturismo (που προέρχεται από το Desmosedici Stradale της Panigale V4 και Streetfighter V4) είναι ελαφρύτερος και συμπαγής, ενώ χαρακτηρίζεται επίσης από χαμηλό κόστος λειτουργίας, με σημαντική συντήρηση σε διαστήματα των 60.000 χλμ για το «μεγάλο» service. Επίσης και εδώ συναντάμε το σύστημα απενεργοποίησης για τους πίσω κυλίνδρους, το οποίο επιτρέπει στον κινητήρα να λειτουργεί ως δικύλινδρος ή ως τετρακύλινδρος με ανεπαίσθητη μετάβαση λόγω της σταδιακής του αλλαγής, προκαλώντας μια αλλαγή στον τόνο του θορύβου της εξάτμισης αλλάζοντας από τη μια λειτουργία στην άλλη. Ένας βαθύτερος ήχος, με χαμηλότερες συχνότητες, χαρακτηρίζει το V4 Granturismo όταν είναι ενεργοί μόνο οι δύο μπροστινοί κύλινδροι.Οι συχνότητες, από την άλλη πλευρά, γίνονται υψηλότερες όταν λειτουργούν και οι τέσσερις κύλινδροι.
Οι αλλαγές στο κομμάτι του κινητήρα φέρνουν και παράλληλα οφέλη, μιας και το Diavel V4 έχει απόβαρο χωρίς καύσιμο 223 κιλά, σημειώνοντας απώλεια βάρους άνω των 13 κιλών (-5 στον κινητήρα, -8 στο όχημα) σε σύγκριση με το Diavel 1260S, χάρη στην «ελαφρότητα» του V4 Granturismo και συγκεκριμένες ενέργειες σε πολλά από τα «συστατικά» του. Στο κομμάτι της ανάρτησης συναντάμε ένα ανεστραμμένο πιρούνι 50 χλστ. Και πίσω μια ανάρτηση «cantilever», αμφότερες πλήρως ρυθμιζόμενες. Το σύστημα πέδησης βασίζεται σε δαγκάνες Brembo Stylema με διπλούς μπροστινούς δίσκους στα 330χλστ. Το αποτέλεσμα είναι μια μοτοσυκλέτα ικανή να κόβει την ανάσα σε επιτάχυνση και επιβράδυνση. Μάλιστα, οι επιδόσεις του V4 Granturismo των 168 ίππων, σε συνδυασμό με το πίσω ελαστικό 240/45 και μια ειδική σχέση μετάδοσης, του επιτρέπουν να επιταχύνει από 0 στα 100 km/h σε λιγότερο από 3''.
Από τα παραπάνω, δε θα μπορούσε να λείπει και ένα ολοκληρωμένο ηλεκτρονικό πακέτο, με το Diavel V4 προσφέρει τρεις λειτουργίες ισχύος και τέσσερις λειτουργίες οδήγησης: Sport, Touring, Urban και τη νέα Wet, σχεδιασμένη για επιφάνειες χαμηλής πρόσφυσης. Τα Riding Modes επιτρέπουν στον αναβάτη να προσαρμόζει την απόδοση του κινητήρα και την παρέμβαση των συστημάτων υποβοήθησης οδήγησης (Ducati Traction Control στην έκδοση Cornering, ABS Cornering και Ducati Wheelie Control) στις προτιμήσεις του αναβάτη.
Το Cruise Control κάνει την εθνική πιο ξεκούραστη, ενώ το Launch Control παρέχει δυνατές εκκινήσεις με το Ducati Quick Shift σε ανεβάσματα και κατεβάσματα να κάνει τις αλλαγές ταχυτήτων πιο άνετες στη σπορ οδήγηση. Ο αναβάτης μπορεί να διαχειριστεί όλα τα ηλεκτρονικά συστήματα μέσω φωτιζόμενων χειριστηρίων στο τιμόνι, τα οποία προβάλλονται στο νέο έγχρωμο TFT ταμπλό 5’’, το οποίο προσφέρει επίσης συνδεσιμότητα Bluetooth για σύζευξη του smartphone και χρήση του για κλήσεις, μηνύματα και μουσική ή χρήση του Turn-by. – ένα σύστημα πλοήγησης από στροφή σε στροφή το οποίο διατίθεται ως αξεσουάρ- μέσω της εφαρμογής Ducati Link.
Τέλος, το Diavel V4 θα είναι διαθέσιμο σε Ducati Red και Thrilling Black, ενώ δε λείπει και μια μεγάλη λίστα εξαρτημάτων και αξεσουάρ, που θα κάνουν το Diavel V4 ακόμα πιο ξεχωριστό, όπως οι πλαϊνές βαλίτσες των 48 λίτρων, το backrest του συνεπιβάτη αλλά και πολλά-πολλά μέρη αλουμίνιο billet ή ανθρακόνημα.