Το Benelli Imperiale 400 παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο κοινό στην EICMA του 2017 ως πρωτότυπο μοντέλο. Το 2018 παρουσιάστηκε στην μορφή παραγωγής του, ενώ το 2020 έφτασε στο λανσάρισμα του στην παγκόσμια αγορά. Έπρεπε να περιμένουμε δύο ακόμη χρόνια για να το πάρουμε στα χέρια μας, αλλά άξιζε η προσμονή.
Μια κλασικού ύφους μοτοσυκλέτα, που αποτίει φόρο τιμής στην MotoBi Imperiale που πρωτοκυκλοφόρησε στην Ιταλία το 1950 από την εταιρεία του Giuseppe Benelli που χάραξε τον δικό του δρόμο, πριν προσχωρήσει στη μεγαλύτερη Benelli το 1962.
Η Benelli ισχυρίζεται πως η εμφάνιση του Imperiale 400 ακολουθεί την κομψή, ρετρό γραμμή του κλασικού Imperiale, αν και στα δικά μου τα μάτια αυτό δεν συμβαίνει. Αντίθετα, η μοτοσυκλέτα θυμίζει περισσότερο τις κλασικές βρετανικές μοτοσυκλέτες των Norton, Triumph, BSA και Royal Enfield.
Λεπτομέρειες… πολλές λεπτομέρειες
Μιλάμε για μια χαμηλή μοτοσυκλέτα, με vintage εμφάνιση και πολλές λεπτομέρειες για χάζι: ακτινωτούς τροχούς 19 και 18 ιντσών, εξάτμιση κλασικού στιλ και μονοκύλινδρο αερόψυκτο όρθια τοποθετημένο κινητήρα με κοντές ψύκτρες, μπόλικο ατσάλι πάνω της (πλαίσιο, ψαλίδι, λοιπά εξαρτήματα), στρογγυλό προβολέα, διπλή σέλα, συμβατικό πιρούνι και δυο αμορτισέρ πίσω, μεγάλα φτερά, όμορφα πλαϊνά καπάκια, ελατήρια κάτω από τη σέλα (!), έξυπνα καλύμματα στο σώμα του ψεκασμού και κέντρο πίσω ζάντας που θυμίζει μοντέλο με ταμπούρο! Και μόλις που… ξύσαμε την επιφάνεια.
Υπέροχα μαλακά ένθετα στο ρεζερβουάρ, τάπα ρεζερβουάρ με μεντεσέ, στρογγυλά λευκά όργανα αναλογικών ενδείξεων με γαλάζιο φωτισμό και με δυο ψηφιακές οθόνες για πρόσθετη πληροφορία, αναδιπλούμενο κλειδί μοναδικού design, μεγάλα φλας όπως παλιά, ρυθμιζόμενη μανέτα φρένου σε 4 θέσεις, αλάρμ, σινιάλο, μονό και διπλό σταντ, χρώμιο σε φώτα-φλας-αμορτισέρ-όργανα και χειρολαβές, και άφθονο μαύρο χρώμα παντού αλλού.
Το λιοντάρι της Benelli κάνει φιγούρα στην κυλινδροκεφαλή, ενώ η λέξη Benelli αναγράφεται σε δεκάδες σημεία πάνω στο Imperiale. Από τον κύλινδρο και τα κάρτερ, στις δαγκάνες των φρένων, στα γκριπ, στην τιμονόπλακα, στο πίσω μέρος της σέλας, στα πλαϊνά του ρεζερβουάρ, στην εξάτμιση… και σίγουρα κάποιο ακόμα θα μας ξέφυγε, δεν μπορεί.
Ο κινητήρας είναι τετράχρονος, μονοκύλινδρος, αερόψυκτος με μονό εκκεντροφόρο επικεφαλής, με μέγιστη ισχύ 20.8 hp / 5.500 rpm (19,25 hp στον τροχό, όπως μετρήσαμε στο δυναμόμετρο) και μέγιστη ροπή 2,95 kgm / 4.500 rpm.
Στις αναρτήσεις το Imperiale φορά συμβατικό τηλεσκοπικό πιρούνι 41 mm, με διαδρομή 121 mm, και δύο αμορτισέρ πίσω, ενώ στα φρένα έχουμε δισκόφρενο 300 mm μπροστά και δισκόφρενο 240 mm πίσω, με δικάναλο ABS.
Οι ακτινωτοί τροχοί έχουν 19" μπροστά και 18" πίσω και φέρουν ελαστικά 110/90 R19 57S και 130/80 R18 66S αντίστοιχα. Σωστή διάσταση τόσο για κλασικό στιλ, όσο και για έξτρα άνεση στο κακό ελληνικό οδόστρωμα, αλλά και σε βατούς χωματόδρομους.
Όσον αφορά στην ποιότητα κατασκευής, αυτή είναι γενικά πολύ καλή, με ελάχιστες ενστάσεις όπως για τη στραβά βιδωμένη τάπα του ρεζερβουάρ και τη μεγάλη διαφορά στις συμπιέσεις των αναρτήσεων, καθώς το πιρούνι είναι πολύ μαλακό ενώ αντίθετα τα πίσω αμορτισέρ είναι υπέρ του δέοντος σκληρά.
Η αυτοκρατορία των αισθήσεων
Τύφλα να ‘χει ο Ναγκίσα Οσίμα, σκηνοθέτης της ταινίας με τον παραπάνω τίτλο, καθώς το Imperiale 400 έχει φτιαχτεί με σκοπό να διεγείρει στο μέγιστο τις αισθήσεις του αναβάτη, με μικρές / μεσαίες ταχύτητες όπως “τότε”, διώχνοντας το άγχος και γεμίζοντας τον ηρεμία πνεύματος, εικόνες, ήχους και αρώματα.
Οι εικόνες έρχονται τόσο από το χάζι της ίδιας της μοτοσυκλέτας, όπως θα καταλάβατε και από την προηγούμενη παράγραφο, όσο και από το χάζι που κάνει ο αναβάτης στον περίγυρο, καθώς βολτάρει άνετα, χαλαρά και καμαρωτά.
Σε αυτές τις βόλτες και με τις προαναφερθείσες μικρές ταχύτητες θα μπορέσετε να απολαύσετε τόσο τον ήχο της μοτοσυκλέτας, ένα υπέροχο τουφ-τουφ-τουφ, που συνοδεύεται με την κατάλληλη μικρή δόση κραδασμών, όσο και τους τριγύρω ήχους -για τους τελευταίους ιδανικό είναι όπως καταλαβαίνετε ένας επαρχιακός, με πουλάκια και ζωάκια, να το ευχαριστηθείτε δεόντως, να μυρίζετε και τα αρώματα της φύσης, να ανεβείτε εν ολίγοις λέβελ νιρβάνας.
Όχι ότι θα σας χαλάσει και η βόλτα στην πόλη, καθώς το Imperiale μπολιάζει την κάθε στιγμή με vintage αισθαντικές και χαλαρωτικές νότες, όπου κι αν βρίσκεστε.
Το κλειδί του Imperiale είναι πανέμορφο, ενώ το ίδιο όμορφη είναι και η θέα που έχει ο αναβάτης, με την τιμονόπλακα και τα κλασικά όργανα.
Η μοτοσυκλέτα είναι αρκετά βαριά στα 205 στεγνά κιλά (υπολογίστε γύρω στα 230 κιλά με υγρά), όμως το βάρος ευτυχώς σπάνια φαίνεται, καθώς η χαμηλή σέλα των 780 mm διευκολύνει το πάτημα κάτω, και σε βγάζει από τη δύσκολη θέση.
Το τιμόνι κόβει πολύ, ενώ για να ζωντανέψετε τον κινητήρα θα πρέπει να πιέσετε το κουμπί της μίζας -μανιβέλα δεν έχουμε. Μη συνεχίσετε να το πιέζετε όμως αφού έχει πάρει μπροστά η μοτοσυκλέτα, καθώς ο ήχος μετά γίνεται ελαφρώς ανατριχιαστικός.
Το κιβώτιο των πέντε σχέσεων είναι θετικό αν και έχει αρκετά μεγάλες διαδρομές θυμίζοντας μοτοσυκλέτα της Harley, και ο συμπλέκτης έχει τράβηγμα που δεν ενοχλεί, ούτε σκληρό, ούτε μαλακό.
Ο ψεκασμός έχει ένα μικρό τίναγμα στο άνοιγμα του γκαζιού από τέρμα κλειστό, ενώ το φαινόμενο ελαχιστοποιείται αν κινείσαι με μια ταχύτητα πάνω. Όχι με δύο όμως, γιατί μετά το Imperiale θα σκορτσάρει.
Μπορεί τώρα να έχουμε ξεκινήσει το τεστ εκθειάζοντας τις χαλαρές βόλτες με το Imperiale, όμως αυτό δεν σημαίνει πως το Benelli δεν θα κινηθεί γρήγορα αν το θελήσετε. Θα επιταχύνει σβέλτα αν κάνετε αλλαγές σε ψηλές σχετικά στροφές, ενώ στην ευθεία είδαμε έως και 140 χλμ/ώρα στο κοντέρ, και σε κατωφέρεια φτάσαμε τα 150. Πρέπει πάντως να σημειώσουμε πως από τα 140 και μετά ο κινητήρας μπαίνει στα κόκκινα.
Τα παραπάνω σημαίνουν άνετο ταξίδι 100-120 χλμ/ώρα, αν και για εμάς το ιδανικό είναι στα 60-80 χλμ/ώρα στο επαρχιακό δίκτυο, και όχι στον αυτοκινητόδρομο.
Τα ελαστικά πρώτης τοποθέτησης ανήκουν στην Maxxis, έχουν vintage μοτίβο στο πέλμα και προσφέρουν ικανοποιητικό κράτημα αν η άσφαλτος δεν είναι γυαλί -εκεί, και στο βρεγμένο θα χρειαστείτε ένα ζευγάρι καλά ιαπωνικά ή ευρωπαϊκά ελαστικά.
Το μπροστινό δισκόφρενο μπορεί να έχει το μέγεθος, όμως πάσχει ελαφρώς από δύναμη, και θέλει συνήθεια από τον αναβάτη, ειδικά αν ο τελευταίος έχει “καλομάθει” από άλλα σύγχρονα μοντέλα. Από τα ταμπούρα πάντως του παρελθόντος, είναι απείρως καλύτερο.
Προσοχή θέλουν τώρα οι λακκούβες, ειδικά μιλώντας για το πίσω μέρος της μοτοσυκλέτας, καθώς από τη μία το μπροστινό είναι πολύ μαλακό και συμπεριφέρεται καλά στο κακό ελληνικό οδόστρωμα, από την άλλη όμως τα πίσω αμορτισέρ είναι υπερβολικά σκληρά, ενώ το ίδιο σκληρά είναι και τα ελατήρια της σέλας. Με το δικό μου βάρος των 60 μόλις κιλών, το πίσω μέρος δεν δούλευε καθόλου, και είχα την εντύπωση πως οδηγώ hardtail μοτοσυκλέτα. Όταν το καβαλήσαμε δικάβαλο με τον Σπύρο τον Τσαντήλα, στα 160 κιλά συνόλου είδα διαφορά.
Προσωπικά θα άλλαζα τα αμορτισέρ με ένα ζεύγος πιο μαλακών, όμως αυτό εξαρτάται και από το βάρος του καθενός.
Όσον αφορά στην ευστάθεια αυτή είναι άριστη μέχρι τα 110-120 χλμ/ώρα, με μικρές ταλαντώσεις (σε καμπές κυρίως) να εμφανίζονται μεταξύ 120-140 χλμ/ώρα, προερχόμενες κυρίως από την ανομοιομορφία των αποσβέσεων εμπρός-πίσω.
H μέση κατανάλωση κατά τη δοκιμή μας κυμάνθηκε στα 4,5 λίτρα στα 100 χιλιόμετρα, κάτι που μεταφράζεται σε μέση αυτονομία 266 χιλιομέτρων με το ρεζερβουάρ των 12 λίτρων.
Και μιας και μιλήσαμε για ρεζερβουάρ, όταν ξεκινάτε η ένδειξη στάθμης καυσίμου δείχνει συνήθως μια μπάρα λιγότερη από ότι θυμόσασταν, ενώ μετά από λίγο η ένδειξη επανέρχεται στο προηγούμενο επίπεδο.
Το Imperiale 400 κυκλοφορεί σε μαύρο ή σε ασημί χρώμα.
Κλασικές αξίες
Η σύγχρονη ζωή έχει έχει υψηλές ταχύτητες, και σε γεμίζει με άγχος. Το Imperiale 400 είναι το αντίδοτο για τους απάνθρωπους αυτούς ρυθμούς, προσφέροντας απλόχερα ηρεμία πνεύματος, σε μια στιλάτη απόδραση από το “Citius, Altius, Fortius (Πιο γρήγορα, πιο ψηλά, πιο δυνατά), που εκτός από το σύνθημα των Ολυμπιακών Αγώνων έχει γίνει και σύνθημα της βιομηχανίας μοτοσυκλετών. Αν λοιπόν έχετε βαρεθεί να παίρνετε το πιο γρήγορο, το πιο δυνατό και το πιο εντυπωσιακό σε gadget μοντέλο μοτοσυκλέτας, μόνο και μόνο για να βρίσκεστε 2οι ή 3οι την επόμενη χρονιά χάρη στη νέα φουρνιά μοντέλων, αν έχετε βαρεθεί να βλέπετε τη ζωή σαν αγώνα δρόμου, και αν θέλετε λίγη από την μοναδική αγνότητα των δικύκλων του αγνού και αθώου παρελθόντος, το Imperiale 400 θα σας βάλει στο πνεύμα της τότε εποχής, με μοναδικό τρόπο.
Κερασάκι στην πετυχημένη vintage συνταγή, η πολύ δυνατή τιμή του, που στα 4.580 το μετατρέπει σε κορυφαία Value for money πρόταση.
Εξοπλισμός αναβάτη: Μπουφάν Seventy Degrees SD-JR69, γάντια Seventy Degrees SD-C13, και κράνος Yohe 977 G09 από το Moto Pegasus.
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ | |
Μοντέλο | Benelli Imperiale 400 |
Εισαγωγέας | MOTOWAY ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΜΠΡΑΝΗΣ Α.Ε. |
Τιμή | 4.580 ευρώ χωρίς Ε.Τ.Τ. |
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ | |
Τύπος κινητήρα | Μονοκύλινδρος, αερόψυκτος, τετράχρονος με μονό εκκεντροφόρο. |
Κυβισμός | 374 cc |
Διαμέτρος x Διαδρομή | 72,7 mm x 90,0 mm |
Σχέση συμπίεσης | 8,5:1 |
Μέγιστη ισχύς | 20,7 hp / 5500 rpm |
Μέγιστη ροπή | 2,95 kgm / 4500 rpm |
Σύστημα λίπανσης | Υγρό κάρτερ |
Τροφοδοσία | Ηλεκτρονικός ψεκασμός καυσίμου 37mm |
Σύστημα ανάφλεξης | TLI |
Σύστημα εκκίνησης | Μίζα |
Πιστοποίηση | EURO 5 |
Κιβώτιο | 5 ταχυτήτων |
Τελική μετάδοση | Αλυσίδα |
ΠΛΑΙΣΙΟ | |
Τύπος πλαισίου | Χαλύβδινο από δοκούς στρογγυλής διατομής και πλάκες |
Σύστημα εμπρός ανάρτησης | Τηλεσκοπικό πιρούνι |
Πίσω ανάρτηση | Δυο αμορτισέρ |
Διαδρομή εμπρός | 121 mm |
Διαδρομή πίσω | 55 mm |
Εμπρός φρένο | Δισκόφρενο, Ψ 300 mm & ABS |
Πίσω φρένο | Δισκόφρενο, Ψ 240 mm & ABS |
Εμπρός ελαστικό | 110/90-R19 57S |
Πίσω ελαστικό | 130/80-R18 66S |
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ | |
Συνολικό μήκος | 2.170 mm |
Συνολικό πλάτος | 820 mm |
Συνολικό ύψος | 1.120 mm |
Ύψος σέλας | 780 mm |
Μεταξόνιο | 1.440 mm |
Ελάχιστη απόσταση από το έδαφος | 170 mm |
Βάρος (χωρίς υγρά) | 205 kg |
Χωρητικότητα Ρεζερβουάρ | 12,0 L |