Τι άλλο να ζητήσει κανείς; Ας πούμε να μην είναι βρεγμένοι; Αυτό θα ήταν το ιδανικό, αν και την προηγούμενη μέρα έβρεχε συνέχεια και σήμερα μας έκανε τη χάρη και δεν έβρεχε, αλλά ξεκινήσαμε με βρεγμένους δρόμους και αυτό ήταν ένα πρόβλημα.
Ωστόσο, λίγο αργότερα αυτό το πρόβλημα μετατράπηκε σε θετικό σημείο, χάρη στο οποίο μπορέσαμε να ξεχωρίσουμε τα θετικά αυτής της μοτοσυκλέτας.
Η Yamaha έχει τοποθετήσει ένα ηλεκτρονικό οπλοστάσιο στην ΜΤ-09, με αποτέλεσμα όλα να περνούν από τη νέα ηλεκτρονική μονάδα που τα ελέγχει. Το “όλα” συμπεριλαμβάνει traction control, lift control (wheelie control), slide control και cornering ABS, τα οποία ρυθμίζονται είτε σε modes 1 και 2 που είναι προρυθμισμένες ή ξεχωριστά η κάθε παράμετρος.
Ανοίγοντας το γκάζι στο βρεγμένο οδόστρωμα η μοτοσυκλέτα δεν γλιστρούσε καθόλου, αντίθετα, με το mode 1 μπορούσαμε να επιταχύνουμε πάρα πολύ γρήγορα και να κάνουμε και σούζες, με τον πίσω τροχό να προσπαθεί ανεπιτυχώς να σπινάρει, τον κινητήρα να βρυχάται, το μπροστινό τροχό να σηκώνεται 10 εκατοστά και τη μοτοσυκλέτα να παραμένει σε σούζα όσο είχαμε το γκάζι ανοικτό – αλλά πάντα στα 10 εκατοστά από το έδαφος.
Μιλάμε για εκπληκτικό συναίσθημα ασφάλειας, το οποίο μας επέτρεπε να οδηγούμε γρήγορα παρά τις συνθήκες. Πρέπει βέβαια να πούμε πως οι δρόμοι ήταν εξαιρετικοί στα βουνά πέριξ της Βαρκελώνης που ανεβήκαμε, μπορεί ο καιρός να μην επέτρεπε οριακές καταστάσεις, αλλά στρίβαμε. Είχαμε και την τύχη να είμαστε το πρώτο γκρουπ που οδήγησε, έτσι τα λάστιχά μας ήταν ολόφρεσκα!
Η θέση οδήγησης είναι πιο άνετη από αυτή του προηγούμενου μοντέλου, το τιμόνι είναι λίγο πιο ψηλά και λίγο πιο μπροστά και αφήνει χώρο για να μπορείς να κινηθείς πιο άνετα.
Η σέλα είναι επίσης καινούργια, με εύκολη πρόσβαση στο έδαφος με τουλάχιστον το ένα μου πόδι (είμαι 1.80) να πατά πλήρως κάτω, είναι άνετη και το μόνο που με ενόχλησε λίγο είναι πως είναι αρκετά φαρδιά ώστε να τη νιώθω και στα μπούτια.
Η ελαφρύτερη αίσθηση από το προηγούμενο μοντέλο γίνεται άμεσα αντιληπτή. Το ΜΤ-09 του 2021 έχει αλλάξει τόσο σε πλαίσιο, όσο και σε κινητήρα, χάνοντας βάρος και από τα δύο. Προσθέστε και το νέο υποπλαίσιο που ελάφρυνε καθώς πλέον είναι αλουμινένιο, για να καταλήξουμε σε ένα σύνολο που αλλάζει πιο εύκολα κλίση και η διαφορά είναι αισθητή παντού, ακόμη και στις μικρές ταχύτητες.
Ο κινητήρας είναι εκπληκτικός, ένα διαμάντι που με τα 40 επιπλέον κυβικά του έχει γεμίσει ροπή. Ο στρόφαλος είναι νέος και ελαφρύτερος, όπως και οι εκκεντροφόροι, έτσι το σύνολο της απόδοσης του κινητήρα φωνάζει από το πρώτο άνοιγμα του γκαζιού πως έχει περισσότερη δύναμη (119 hp) και ροπή.
Για την ακρίβεια, όταν ανοίγεις το γκάζι σχεδόν δεν μπορείς να καταλάβεις αν είναι δικύλινδρος, τρικύλινδρος ή τετρακύλινδρος, άνετα θα μπορούσες να πεις ότι είναι ηλεκτρικός. Τόσο έντονη είναι η ροπή του και έρχεται με οποιαδήποτε σχέση στο κιβώτιο.
Ανοίγοντας το γκάζι με πρώτη ή δευτέρα – οι οποίες έχουν μακρύτερες σχέσεις μετάδοσης στο νέο μοντέλο – νιώθεις ότι ο κινητήρας μπορεί και να πατινάρει. Ωστόσο αυτό δεν συμβαίνει, απλά επιταχύνει τόσο γρήγορα και φτάνει στον κόφτη που καταλαβαίνεις πως ίσως δεν μάκρυναν αρκετά αυτές οι πρώτες σχέσεις.
Είδαμε στο κοντέρ 185 km/h με τετάρτη πριν φτάσουμε στον κόφτη, στοιχείο που υπονοεί πως θα έχουμε πολύ μεγάλη τελική ταχύτητα.
Είναι πανεύκολη στον χειρισμό και ιδανική για παιχνίδι και σούζες. Στις αναρτήσεις είναι σφικτή γενικά ως σύνολο, το μπροστινό ίσως λίγο πιο μαλακό για τα γούστα και τα κιλά μου.
Τα φρένα είναι ιδανικά, πάρα πολύ δυνατά, ενώ τα ηλεκτρονικά ρυθμίζουν πανεύκολα, είτε από τον αριστερό διακόπτη για τις προεπιλεγμένες modes, ή από τον δεξί για να ρυθμίσεις ξεχωριστά τα traction, lift και slide controls από το επιπέδο 1 ως το 3 ή και να απενεργοποιήσεις κάποιο αν θες.