Του Νίκου Ζουρνατζή
Φωτογραφίες: Δημήτρης Γιουβρής / Racephoto
Το 2011, μία από τις πιο πολυσυζητημένες μοτοσυκλέτες στο παγκόσμιο πρωτάθλημα enduro ήταν η ΚΤΜ EXC F 350, με την οποία συμμετείχε ο Γάλλος Johnny Aubert. Η πορτοκαλί enduro ήταν προπαραγωγής, και σαν τέτοια μας είχε κινήσει το ενδιαφέρον να οδηγήσουμε την αγωνιστική της μορφή, λίγο πριν βρεθεί στα καταστήματα. Την επόμενη μέρα από τον τελικό του παγκοσμίου πρωταθλήματος, αυτό έγινε πραγματικότητα και το #10, βρέθηκε στα χέρια μας, στη νοτιοδυτική Γαλλία.
Κοντά στην παραγωγής
Παρατηρώντας την πριν από κοντά διαπιστώνουμε ότι η συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα βασίζεται στην έκδοση παραγωγής που μπορούμε να αγοράσουμε όλοι από μια αντιπροσωπεία ΚΤΜ.
H ΚΤΜ πιστή στο σλόγκαν της “ready to race” μας δείχνει ότι κατασκευάζει μοτοσυκλέτες έτοιμες για αγωνιστική χρήση, με την προσθήκη ή όχι των αξεσουάρ που διαθέτει.
Με πορτοκαλί πλαίσιο όπως τα νέα μοντέλα 2012 και πλήθος αξεσουάρ από τον κατάλογο των power parts της εταιρίας, η βασική διαφορά της μοτοσυκλέτας του Aubert εστιάζεται στις factory αναρτήσεις της WP. Το μπροστινό σύστημα είναι επιβλητικό στην όψη, 48mm σε διάμετρο και πλήρως ρυθμιζόμενο. Προέρχεται από την σειρά cone valve με αντίστοιχες βαλβίδες στο εσωτερικό του, ενώ διαθέτει ειδική επίστρωση στα καλάμια για μείωση στατικών τριβών. Εδράζεται ωστόσο σε πορτοκαλί ergal βάσεις της Xtrig για ακαμψία και σταθερότητα. Διαφορά υπάρχει στο μπροστινό φρένο στο οποίο έχει αλλαχθεί η standard δαγκάνα της Brembo με μία από την ακριβή σειρά.
Το αμορτισέρ είναι τύπου PDS, αντίθετα απ’ ότι περιμέναμε. Πολλοί ήταν αυτοί που θα ήθελαν την βασισμένη στο SX F350 έκδοση του EXC F, να έρχεται με αμορτισέρ μοχλισμού, αλλά κάτι τέτοιο δεν έγινε πραγματικότητα. Έτσι, το αμορτισέρ προέρχεται και αυτό από την factory σειρά της WP, είναι πλήρως ρυθμιζόμενο και με διπλή απόσβεση συμπίεσης. Διαθέτει ωστόσο το σύστημα Traxx για μεγιστοποίηση της επαφής του τροχού με το έδαφος. Το ψαλίδι, αλλά και το πίσω φρένο, είναι παραγωγής, με μόνη διαφορά τον δίσκο δίχως τρύπες (power parts) την ενισχυμένη αλυσίδα της Regina με νέο οδηγό αλυσίδας της TM Desings, κατασκευασμένο από πορτοκαλί πλαστικό. Τα γρανάζια κίνησης προέρχονται από την Renthal, όπως και το Twin Wall τιμόνι άλλωστε.
Η θέση οδήγησης έχει έρθει στα μέτρα του Aubert ο οποίος δεν είναι και από τους πιο ψηλούς αναβάτες του παγκόσμιου πρωταθλήματος. Το τιμόνι βρίσκεται τοποθετημένο στις μπροστινές θέσεις των βάσεων και η σέλα της Selle Dalla Vale διαθέτει σκαλοπάτι για να βρίσκει κόντρα ο αναβάτης στις επιταχύνσεις.
Μικρές επεμβάσεις στην απόδοση
Οπτικά, το μόνο που δείχνει ότι η μοτοσυκλέτα είναι βελτιωμένη, αφορά στο σύστημα εξαγωγής που προέρχεται από την Akrapovic. Είναι κατασκευασμένο από τιτάνιο, από το μπροστινό μέχρι το πίσω τμήμα, ενώ στον σωλήνα εξαγωγής διαθέτει θάλαμο αντήχησης για βελτίωση της ροπής στις χαμηλές στροφές. Για να λειτουργεί σωστά ο κινητήρας, η ηλεκτρονική μονάδα διαχείρισης του ψεκασμού προγραμματίστηκε εκ νέου. Στόχος ήταν η μέγιστη απόδοση αλλά και η σωστή λειτουργία, κάτω από όλες τις συνθήκες, σημείο στο οποίο βοήθησε και το νέο φίλτρο αέρα της Twin Air.
Όσον αφορά στον κινητήρα, αυτός δέχθηκε την περιποίηση των μηχανικών της ΚΤΜ, κι εκεί έγιναν αλλαγές. Μετά από πολλές ώρες έρευνας και εξέλιξης στην κεφαλή και στο σύστημα ψεκασμού του καυσίμου, βελτιώθηκε η απόκριση στο άνοιγμα του γκαζιού και η απόδοση σε όλη την καμπύλη. Εσωτερικά, τοποθετήθηκε έμβολο υψηλής συμπίεσης ενώ έγινε “δίαιτα” σε όλα τα κινούμενα μέρη του κινητήρα, όπως μας εκμυστηρευτήκαν οι μηχανικοί της ΚΤΜ. Όλα αυτά με στόχο την υψηλή απόδοση αλλά και την ευκολία του κινητήρα στο να γυρίζει σε πενταψήφιους αριθμούς στροφών απροβλημάτιστα.
Με τα νέα πλαστικά περιφερειακά τα οποία θυμίζουν έντονα την SXF, και με τα πανέμορφα αυτοκόλλητα της αγωνιστικής ομάδας, που διατίθενται από τα power parts, η μοτοσυκλέτα δείχνει όπως ακριβώς αρμόζει σε μία factory. Με τα μαύρα στεφάνια της Excel Takasago και τα “φρέσκα” ελαστικά Metzeler προδιαγραφών FIM με mousse της ίδιας εταιρίας, ήταν έτοιμη για οδήγηση.
Λεπτή και δυνατή
Με τον κυβισμό να βρίσκεται ανάμεσα στα 250 και στα 450, σου έρχεται στο μυαλό η πρώτη σύγκριση. Όμως, για μία νέα μοτοσυκλέτα σαν και αυτή, η σύγκριση είναι αναπόφευκτη και με τα δίχρονα 250 τα οποία συμμετέχουν στην ίδια κατηγορία και είναι ανταγωνιστές.
Με τον μπάσο ήχο που βγαίνει από το τελικό εξαγωγής της Akrapovic και την ευστροφία που συναντάς ανοίγοντας το γκάζι, καταλαβαίνεις ότι η 350 EXC-F δεν θα είναι εύκολος αντίπαλος για καμία μοτοσυκλέτα.
Όταν βρίσκεσαι στη σέλα νομίζεις ότι πρόκειται για μοτοσυκλέτα 250cc παρά 450cc – αυτές φαίνονται φαρδιές μπροστά στην 350. Λεπτή και μικρή σε διαστάσεις, σε προδιαθέτει να την οδηγήσεις επιθετικά καθώς οι γωνίες που σχηματίζουν τα γόνατα, οι αγκώνες και η στάση του σώματος είναι επιθετικές, άριστα σχεδιασμένες για γρήγορη οδήγηση. Πάνω στην 350 θα βουλευτούν οι περισσότεροι αναβάτες με ανάστημα έως 1,80/1,85μ, οι ψηλότεροι μάλλον θα βολευτούν καλύτερα με τις μεγαλύτερες αδερφές των 450 και 500cc αντίστοιχα.
Οδηγώντας μία μοτοσυκλέτα της οποίας ο κινητήρας απέσπασε τόσο θετικά σχόλια στους αγώνες όλη τη χρονιά, ανοίγω το γκάζι και ψάχνω το σημείο ιδανικής απόδοσης, ώστε να με βοηθήσει να κινηθώ γρήγορα στην ειδική διαδρομή. Η ροπή στις χαμηλές στροφές είναι λίγη σε σχέση με τα 450cc, στις μεσαίες στροφές ο κινητήρας αρχίζει και ξυπνάει, αποδίδοντας τα μέγιστα από εκεί και πάνω θυμίζει 450cc δίχως μπουκώματα και απότομα ξεσπάσματα. Η καλή δουλειά που έχει γίνει από τους μηχανικούς της ΚΤΜ φαίνεται στον τρόπο με τον οποίο ανεβάζει στροφές και καλύπτει αυτό το κενό της λιγότερης συγκριτικά ροπής στις χαμηλές σ.α.λ. Η δύναμη που υπάρχει στις υψηλές στροφές του κινητήρα σε ξυπνάει και σου θυμίζει για μία ακόμη φορά δύο πράγματα. Πρώτον, η ροπή του 350 δεν μπορεί να κοντραριστεί αυτή ενός μεγαλύτερου σε χωρητικότητα κινητήρα, και, δεύτερον, όσο κατεβαίνεις σε κυβισμό, τόσο αλλάζει το στυλ οδήγησης λόγω απόδοσης σε υψηλότερες στροφές περιστροφής.
Όμως, το 350 EXC-F συναγωνίζεται άμεσα όλες τις μοτοσικλέτες στην κατηγορία του και στα χέρια ενός έμπειρου και γρήγορου αναβάτη όπως οι Johnny Aubert και Crisrobal Guerrero (οδηγεί μια ίδια μοτοσυκλέτα) μπορούν με άνεση να κερδίσουν πρωτιές σε κατηγορία και γενική κατάταξη.
Γρήγορη εξοικείωση
Αφότου έχω συμπληρώσει δύο κύκλους στην πίστα με χαμηλό ρυθμό και με περάσματα από τεχνητά εμπόδια οδηγώντας την 350, νιώθω το βάρος της να με ενοχλεί. Συνεχίζω με σκοπό την πλήρη εξοικείωση με την μοτοσικλέτα και ανεβάζω ρυθμό ανοίγοντας όλο και περισσότερο το γκριπ του γκαζιού στο στοπ του. Ανεβάζοντας ταχύτητες στο πολύ καλό και ακριβές κιβώτιο ταχυτήτων κινούμαι όλο και πιο γρήγορα με σκοπό να διαπιστώσω την συμπεριφορά και την σταθερότητα της 350 στις υψηλές ταχύτητες. Η μοτοσυκλέτα μεταμορφώνεται σε πολεμική μηχανή, το βάρος της εξαφανίζεται και η δύναμη του κινητήρα σε κρατά σε ένταση καθ’ όλη την διάρκεια της οδήγησης.
Η χρήση συμπλέκτη είναι απαραίτητη προκειμένου να κινηθείς γρήγορα και ανταγωνιστικά σε σχέση με τις μεγαλύτερες μοτοσυκλέτες της κατηγορίας. Να σημειώσουμε εδώ ότι ο συμπλέκτης λειτουργεί άψογα, δίχως προβλήματα ή αλλαγή συμπεριφοράς κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Οι στροφές με μεγάλα ανοιχτά μπέρμ και υψηλές ταχύτητες είναι οι αγαπημένες της 350, η οποία είναι σταθερή και ευέλικτη ταυτόχρονα, και δεν κρύβει τις καταβολές της από την motocross SX-F.
Αξίζει η αναφορά στην άψογη λειτουργία των factory αναρτήσεων της WP, οι οποίες είναι μαλακές στην αρχική τους διαδρομή, ενώ σκληραίνουν προοδευτικά διαβάζοντας ταυτόχρονα κάθε ανωμαλία του εδάφους. Αφήνουν την μοτοσυκλέτα να ξεπερνάει λούκια, πέτρες και σαμαράκια με χαρακτηριστική άνεση, χαρίζοντας εμπιστοσύνη στον αναβάτη. Ούτε τερματίζουν στα άλματα που θα συναντήσεις σε έναν αγώνα enduro και δεν πρόκειται να σε κουράσουν ποτέ.
Συνεχίζοντας σε γοργό ρυθμό έχοντας πλέον να αντιμετωπίσω κορμούς, πέτρες και τεχνητά σαμαράκια, σφίγγω τα πόδια μου στο πλαίσιο και κρατάω σταθερό το γκάζι.
Η 350 ξεπερνά με άνεση τα εμπόδια. Έχει δύναμη που κρατά την μοτοσυκλέτα στην πορεία που διάλεξες, λειτουργώντας ταυτόχρονα δίχως μπουκώματα και αρρυθμίες υπό οποιαδήποτε κλήση.
Σβέλτη συμπεριφορά
Συνεχίζω στα ανοιχτά κομμάτια με τους μικρούς κορμούς και τις γρήγορες ευθείες.
Κρατώντας τον κινητήρα σε υψηλούς ρυθμούς περιστροφής τα χιλιόμετρα ανεβαίνουν αστραπιαία. Η μοτοσυκλέτα συμπεριφέρεται ουδέτερα δίδοντας μου εμπιστοσύνη και με πληροφόρηση για το που πατάνε οι τροχοί. Ακολουθεί μικρό άλμα το οποίο ξεπερνώ με άνεση και συνεχίζω στην μεγάλη κατηφόρα.
Πριν το τέλος της φρενάρω με στόχο να στρίψω στο μεγάλο αριστερό μπέρμ όπου ένα μπλοκάρισμα του πίσω φρένου σβήνει τον κινητήρα. Το πίσω μπλοκάρει σχετικά γρήγορα, ενώ το εμπρός φρένο είναι υπερβολικά δυνατό και ευαίσθητο, και χρειάζονται εξοικείωση – είναι υπερβολικά, τουλάχιστον στις δικές μου ταχύτητες.
Κρατάω το γκριπ του γκαζιού στο στοπ του, η 350 εκσφενδονίζεται μπροστά κερδίζοντας πολλά μέτρα βοηθώντας με να συγκεντρωθώ στο άλμα που ακολουθεί, στο οποίο πετάγεται άνετα, δίνοντας εκπληκτικό ζύγισμα στον αέρα. Είναι μία motocross μοτοσυκλέτα και δεν κρύβεται. Συνεχίζω σε εμπόδια από κορμούς, όπου σημαδεύω, κρατάω το γκάζι και ορμάω στον στόχο. Ο μπροστινός τροχός περνάει με άνεση, ο πίσω χτυπάει, το αμορτισέρ συμπιέζεται και τινάζει. Το PDS είναι απότομο σε λειτουργία και αποδεικνύει ότι δεν μπορεί να ανταπεξέρθει το ίδιο καλά σε όλες τις συνθήκες, δίνοντας απότομη επαναφορά. Χρειάζεται περισσότερη προσοχή στα κοφτά και απότομα εμπόδια, ενώ στις γρήγορες ταχύτητες, απ’ όπου και αν περάσεις, λειτουργεί καλά.
Το ίδιο εύκολη είναι η μοτοσυκλέτα σε περάσματα από βράχια και ξύλα, μιας και το μικρό της μέγεθος σε αφήνει να την ελέγξεις άνετα. Είναι λίγο ψηλή βέβαια και με αντίστοιχα μαρσπιέ, αλλά το γεγονός ότι το τιμόνι βρίσκεται στις μπροστινές θέσεις, σε συνδυασμό με την μεγάλη ακτίνα στροφής, βελτιώνουν την κατάσταση. Το ίδιο βολική είναι και η σέλα, η οποία εκτός ότι σε κρατάει στο σκαλοπάτι όταν επιταχύνεις, και ζορίζεις λιγότερο τα χέρια, είναι χαμηλότερη στο μπροστινό τμήμα και μπορείς να πατήσεις κάτω άνετα αν χρειαστεί. Η οδήγηση της 350 EXC-F γίνεται διασκέδαση, επιβεβαιώνοντας την αγωνιστική της αποστολή για την οποία έχει σχεδιαστεί.
Απλή, διασκεδαστική, factory!
Η ΚΤΜ 350 EXC-F του Johnny Aubert είναι μία γνήσια αγωνιστική κατασκευή. Όντας στολισμένη με όλα τα καλούδια που μπορεί να αγοράσει κάποιος από τα power parts εταιρίας, ελάχιστα διαφέρει από μία full εξοπλισμένη παραγωγής. Οι διαφορές έγκειται στον τρόπο απόδοσης αλλά και στην σταθερότητα, γεγονός στο οποίο ευθύνονται οι μηχανικοί και αφορά τις προτιμήσεις του συγκεκριμένου αναβάτη.
Όντας ανταγωνίστρια της 250 EXC-F, απαιτεί ίδιο στυλ οδήγησης αλλά είναι πολύ πιο γεμάτη στις χαμηλές στροφές, γεγονός που σε αφήνει να απολαύσει την βόλτα σου, αλλά και την επιθετική οδήγηση, πιο πολύ. Υπάρχει διαφορά σε αίσθηση, ζύγισμα και βάρος από την 450, και γι’ αυτό, δεν θα προτιμούσαμε την 450 αν είχαμε στόχο την ευχτρηστία. Θα γλυκοκοιτάζαμε όμως μία δίχρονη EXC 250 που είναι πιο εύχρηστη σε όλες τις συνθήκες.
Όπως και να έχει, η KTM με την μοτοσυκλέτα του Aubert έδειξε πως μπορεί ένας μικρότερος κυβισμός να κοντράρει τις μεγαλύτερου κυβισμού ανταγωνίστριες της κατηγορίας, όπως έκανε και με την SXF και τον Cairoli. Πρωτάθλημα μπορεί να μην πήρε, λόγω και των ατυχιών του Aubert, κέρδισε όμως τις εντυπώσεις και σίγουρα, απέσπασε πολύ θετικές κριτικές.
Φωτογραφίες οδήγησης
https://www.bikeit.gr/enduro-ktm/item/1239-test-ktm-exc-f-350-2011-johnny-aubert#sigProIdf66633d1cf
Στατικές φωτογραφίες
https://www.bikeit.gr/enduro-ktm/item/1239-test-ktm-exc-f-350-2011-johnny-aubert#sigProId7a4678832c